ΔΕΝ ΣΙΩΠΟΥΜΕ, ΔΕΝ ΑΝΕΧΟΜΑΣΤΕ – ΕΞΕΓΕΙΡΟΜΑΣΤΕ

Τη Δευτέρα 22 / 12 / 08 η συνέλευση δρόμου από το Περιστέρι, μια ομάδα ανθρώπων που όλες τις προηγούμενες μέρες της εξέγερσης βρεθήκαμε στα οδοφράγματα της οργής, στις εστίες αντίστασης και αντιπληροφόρησης των καταλήψεων, στη δίνη μιας πρωτόφαντης για τους περισσότερους, κοινωνικής πραγματικότητας, καταλάβαμε το Δημαρχείο Περιστερίου.

Συμβολικά, αλλά και ουσιαστικά απελευθερώσαμε έναν νεκρό χώρο της εξουσίας. Το κέντρο λήψης αποφάσεων των τοπικών αρχόντων που μιλάνε και αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς.

Αυτές τις μέρες μιλήσαμε στις συνελεύσεις, μέσα στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου καταλύοντας τη Δημοκρατία τους. Χωρίς προέδρους, γραμματείς και φαρισαίους. Ίσοι προς Ίσους μιλήσαμε για όλα αυτά που μας αφορούν χωρίς τη διαμεσολάβηση καμίας εξουσίας, κανενός αντιπρόσωπου. Μια αμεσο-δημοκρατική διαδικασία που εμπεριέχει και χωρά τον καθένα που συμμετέχει σʼ αυτή, που του δίνει χώρο έκφρασης όχι για την ατομική του εξύψωση αλλά για την προώθηση της σύνθεσης της συλλογικής μας πορείας.

Σκοπός μαςήταν η δημιουργία μιας εστίας αντί-πληροφόρησης και λαϊκής συνεύρεσης, τη στιγμή που ταμέσα ενημέρωσης αποσιωπούν τη αλήθεια, κατασυκοφαντούν τον αγώνα των εξεγερμένων, τρομοκρατούν τη κοινωνία, παραπληροφορούν και προκαλούν σύγχυση. Τη στιγμή που οι ελεύθεροι χώροι στους οποίους μπορούμε να συναντηθούμε και να εκφραστούμε έχουν εξαφανιστεί. Τη στιγμή που η ασφάλεια του σπιτιού έχει πετάξει από το παράθυρο την περιπέτεια και τη γοητεία της απροσχεδίαστης γνωριμίας και της ανιδιοτελούς συνδιαλλαγής. Αυτή τη στιγμή επιλέγουμε να δώσουμε στους εαυτούς μας και σε όσους το επιθυμούν μια δυνατότητα αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας σε σχέση με όσα έχουν ήδη συμβεί και όσα θέλουμε από κοινού να συμβούν.

ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ

Η εκτέλεση του 15χρονου στα εξάρχεια πυροδότησε τη συσσωρευμένη οργή που βιώνει το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας για τις αποπνικτικές συνθήκες της καθημερινότητας. Η βία που ξεχειλίζει στις προσταγές και απειλές των αφεντικών και στιβάζεται στα κρατικά οπλοστάσια που διαθέτουν μια σφαίρα για κάθε έναν από μας, έγινε η σφαίρα που καρφώθηκε στοΓρηγορόπουλο. Κι οι μαθητές θρήνησαν ένα δικό τους νεκρό.

Νεκρούς θρηνούμε αδιάλλειπτα οι περισσότεροι από εμάς. Νεκρούς θρηνούν οι εργάτες στις σκαλωσιές των εργοταξίων και μπροστά στις μηχανές. Νεκρούς με τη ντουζίνα θρηνούν οι μετανάστες στα αστυνομικά τμήματα, στα σαπιοκάραβα των δουλεμπόρων, στα σύνορα, στα σοκάκια της σκλαβιάς του κόσμου της παρανομίας. Όσο για ηττημένους κι απαξιωμένους, εκείνων το μέτρημα δεν έχει τελειωμό, για εκείνους ο θρήνος έγινε μόνιμο παραμιλητό.

Στο νεκρό των μαθητών, πολλά κομμάτια αυτής της κοινωνίας είδαν τους δικούς τους νεκρούς και τους δικούς τους ηττημένους. Η κοινωνική θέση των μαθητών νομιμοποίησε το ξέσπασμα μιας εξέγερσης που έβγαλε αυτά τα κομμάτια της κοινωνίας στο δρόμο δίπλα – δίπλα. Να δώσουν από κοινού μια απάντηση διαφορετική από το θρήνο. Να μοιραστούν ένα επίπεδο βίας στο οποίο μπορούσαν να συμμετάσχουν και συμμετείχαν όλοι.

Παράλληλα όμως, και μετά την αμηχανία των υπερασπιστών του συστήματος που κράτησε ελάχιστα, άρχισε να κινείται η διαδικασία ανάσχεσης αυτής της δυναμικής. Τα ΜΜΕ, οι πολιτικοί και κάθε μισθοδοτούμενος στην παραγωγή της ιδεολογίας έβαλαν μπρος την εκστρατεία διάσπασης των ενωμένων στο δρόμο εξεγερμένων. Υπήρξαν οι «αθώοι μαθητές» οι«κουκουλοφόροι» κι οι «πλιατσικολόγοι μετανάστες». Κάποιοι ήταν – ακόμα – νομιμοποιημένοι να εξεγείρονται, και κάποιοι παρασιτούσαν, με τον τρόπο του ο καθένας, πάνω στο δίκαιο αγώνα των πρώτων.

Αλλά όσοι βρίσκονται στο δρόμο ξέρουν ποιους έχουν δίπλα τους και κανένα ιδεολογικό κοκτέηλ δε μπορεί να τους πείσει επʼ αυτού. Κατά συνέπεια εκείνους που δεν πείθονται να διαχωρίσουν τους εαυτούς τους από το σώμα των εξεγερμένων θα πρέπει να τους μεταχειριστούν κάπως αλλιώς οι υπερασπιστές της μηχανής που καταπίνει ζωές, θα πρέπει να ʽχουν κάποια κρυμμένα χαρτιά στο μανίκι τους και γι αυτούς…

Την τετάρτη στις 17/12 στις έντεκα το βράδυ, στον κεντρικό πεζόδρομο του περιστερίου, μια παρέα 12 μαθητών δέχτηκε επίθεση με σφαίρες με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του ενός από αυτούς στο χέρι. Ήταν ένα “τυφλό” χτύπημα, ένα χτύπημα από μακριά κι όπου έβρισκε, ένα χτύπημα στο ψαχνό.

Στις καταθέσεις των συμμαθητών του τραυματισμένου, οι μπάτσοι τους έλεγαν ότι ο πυροβολισμός μάλλον ήταν κάτι τυχαίο, κάποιο ατύχημα. Το ίδιο παπαγάλιζε και κάθε λογής τοπικός κι ευρύτερος φορέας. Δεν υπάρχει καμία τυχαιότητα και κανένα ατύχημα, παρά μόνο η εξής συγκεκριμένη τύχη τους: ότι τόνοι σιωπής και ανοχής πλάκωσαν το γεγονός και το φίμωσαν.

Εμείς δεν είμαστε ούτε μπάτσοι, ούτε ντέτεκτιβ για να μπούμε στη διαδικασία να ψάξουμε το συγκεκριμένο ένοχο, πόσο μάλλον όταν η σκοπιμότητα της επίθεσης βγάζει μάτια, ξεκουφαίνει: «Ή στο σχολείο και τα κλουβιά της κατανάλωσης ή στο νεκροταφείο». Ο τυφλός πυροβολισμός στο ψαχνό δε μπορεί παρά να είναι μέρος της προσπάθειας αποδυνάμωσης των εξεγερμένων μέσω της τρομοκράτησής τους. Αυτού του είδους η τρομοκρατία ήταν ανέκαθεν ένας από τους άσσους στα μανίκια των δεσμοφυλάκων και των εκμεταλλευτών μας.

Το πράγμα όμως δε μένει εδώ, το γεγονός του πυροβολισμού αποκαλύπτει ακόμα έναν άσσο που βγήκε στο τραπέζι. Ο πυροβολισμός ήταν τυφλός, στο ψαχνό, που σημαίνει ότι θα μπορούσε να μας φέρει έναν ακόμα νεκρό. Ενώ δηλαδή η εξέγερση που ξέσπασε σαν απάντηση στην εκτέλεση στα εξάρχεια βρισκόταν σε κάποιο στάδιο της εξέλιξής της, οι εξεγερμένοι θα βρίσκονταν ενώπιον ενός δεύτερου νεκρού και βρέθηκαν από καθαρή τύχη με έναν τραυματισμένο. Τι άλλο από την επιβολή μιας έκτακτης ανάγκης στους όρους έκφρασης και δράσης των εξεγερμένων θα μπορούσε να αποτελέσει αυτός ο πυροβολισμός, οποιοσδήποτε κι αν ήταν αυτός που τράβηξε τη σκανδάλη; Τι άλλο από την επιβολή μιας έκτακτης ανάγκης που αναβαθμίζει ελεγχόμενα το επίπεδο της βίας προκειμένου να απομονώσει το πιο μαχητικό κομμάτι της εξέγερσης και να ακυρώσει κάθε ενδεχόμενο περαιτέρω συνάντησής του με τα υπόλοιπα;

Σʼ αυτήν τη συζήτηση για την προσπάθεια ανάσχεσης της δυναμικής της εξέγερσης και την ακύρωση οποιασδήποτε δυνατότητας μετεξέλιξής της δε μπορούμε να παραλείψουμε τη δολοφονική επίθεση στη μαχητική συνδικαλίστρια μετανάστρια στον κλάδο του καθαρισμού. Σε ένα γεγονός πολύ πρόσφατο για να βγουν στέρεα συμπεράσματα, γίνονται σχετικά ευδιάκριτα τα κοινά χαρακτηριστικά με όσα περιγράψαμε πιο πάνω. Κατʼ αρχήν η μηντιακή παρουσίαση του θέματος είναι αρκούντως στεγνή ώστε να φανεί σα μια ατομική περίπτωση αγωνίστριας (στην καλύτερη εκδοχή), ξεκομμένη από την προοπτική για συλλογικοποίηση των διεκδικήσεων που εμπνέει η ατμόσφαιρα των τελευταίων ημερών. Σε δεύτερο επίπεδο η επίθεση από «αγνώστους» που της έγινε είναι η ωμή πραγμάτωση της τρομοκρατίας ενώ λαμβάνοντας υπόψιν και το κλίμα των ημερών και το είδος της επίθεσης, σπρώχνει προς τα πάνω τον πήχυ της βίας βάζοντας από το παράθυρο την έκτακτη ανάγκη.

ΑΠΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΕΡΑ

Σε εμάς, κατοίκους του περιστερίου, έλαχε να απευθυνθούμε σε εσάς. Να σας μιλήσουμε και να σας ζητήσουμε να μας πείτε για τις εμπειρίες σας σʼ αυτήν την πόλη, σʼ αυτή την εποχή, σε αυτές τις τόσο γεμάτες και έντονες τελευταίες μέρες. Είναι γεγονός ότι η πόλη στην οποία ζούμε έχει συγκεκριμένη ιστορία, χαραγμένη από την προσφυγιά, το μόχθο της εργατικής ζωής και τη μετανάστευση. Είναι επίσης αλήθεια ότι αυτή η πόλη έχει αλλάξει πολύ πετώντας από πάνω της πολλά από τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τις λαϊκές γειτονιές των δυτικών συνοικιών. Υπάρχουν όμως ακόμα κάποιοι που αναγνωρίζουν στους εαυτούς τους μια τέτοια καταγωγή και σίγουρα υπάρχουν κι εκείνοι που νιώθουν να σφίγγει στο λαιμό τους ασφυκτικά ο κλοιός των απαιτήσεων της κοινωνικής ειρήνης. Σʼ αυτούς απευθυνόμαστε εμείς, ανεξαρτήτως διεύθυνσης κατοικίας και δημοτολογίου.

Να μην αφήσουμε στις πλάτες μας να παίξουν το παιχνίδι της κατάπνιξης της εξέγερσης.

Να μη δοθεί σπιθαμή εδάφους στη σιωπή και την ανοχή.

Θα υπερασπίσουμε τη δυνατότητά μας να συναντιόμαστε, να κουβεντιάζουμε και να εξεγειρόμαστε στους χώρους που επιθυμούμε, χωρίς τον εκβιασμό καμιάς έκτακτης ανάγκης.

ΟΥΤΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ ΟΥΤΕ ΠΟΥΘΕΝΑ

ΒΑΛΤΕ ΤΙΣ ΣΦΑΙΡΕΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΞΕΡΕΤΕ

ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΟ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ (ΞΥΛΟΤΕΧΝΙΑ)

http://anoixtisyneleysiperisteriou.blogspot.com/