Κυνηγώντας φαντάσματα

Η συνείδηση που κοιτά το παρελθόν με λαχτάρα μοιάζει αδύναμη να δει κριτικά το παρών. Η μνήμη, όταν γίνεται  το φορτίο του άτλαντα, ουσιαστικά μεταστρέφεται στο αντίθετο της και δημιουργεί ένα φράγμα στην ικανότητα της εποπτείας της συνείδησης. Η αναπόληση παλαιοτέρων εποχών, δεν είναι παρά ο μασκαρεμένος φόβος και η αδυναμία ανάληψης δράσης εκ πλευράς του υποκειμένου.  Προφανώς δυο ιστορικές συγκυρίες μπορούν να κριθούν με μια συγκριτική μεθοδολογία αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποκαλύψει και την ολική διάσταση και των δυο. Άλλωστε όταν εξετάζεις την ιστορία  με κάποια κριτική προδιάθεση το κάνεις για να δεις ποια πρακτική και εννοιολογική εκδίπλωση φτάνει στην εποχή μας. Με αυτό το τρόπο μπορείς να δεις κάποιες δομές του παρόντος και πως αυτές λειτουργούν.

Αν η ιστορία είναι η καταγραφή του ανθρωπινού τρόμου, τότε το σήμερα δεν είναι παρά η κοινωνική οργάνωση του πρώτου. Στη μνήμη χαράσσεται μόνο ότι προκαλεί πόνο. Αν αυτός ο πόνος έχει μεγεθύνει στο σήμερα, τότε το χτες θα μοιάζει καλύτερο και το υποκείμενο θα αναπολεί το τελευταίο.

Όταν μέλος της γνώστης πανκ μπάντας γενιάς του χάους δηλώνει για το Δεκέμβρη «Νιώσαμε μόνο θλίψη. Ήταν μια δικαιολογημένη αντίδραση, αλλά δεν παύει να ήταν ένα τυφλό ξέσπασμα. Το κράτος περίμενε να τελειώσει και αντεπιτέθηκε, με περισσότερη βία. Για να αντέξεις χρειάζεται αλληλεγγύη, δύναμη και άποψη. Όταν δεν έχεις τίποτα, μόνο βία, αυτοακυρώνεσαι. Έχει χορτάσει βία ο κόσμος. Δεν θα αλλάξει τίποτα όσες τράπεζες και αν κάψεις. Χρειάζονται νέες ιδέες, προτάσεις. Αυτό που έγινε στην Αθήνα το ’85 ήταν πολύ μεγαλύτερο. Μπορεί να μην είχε την εμβέλεια του Δεκέμβρη, αλλά δεν έχει επαναληφθεί, ούτε πρόκειται. Γιατί είχε κοινωνική απήχηση. Όταν έληξε η κατάληψη του Χημείου, 10.000 άτομα ήταν η πορεία που περικύκλωσε το κτίριο για να βγάλει τα παιδιά έξω. Έληξε η κατάληψη χωρίς να γίνει ούτε μια σύλληψη», αυτό φανερώνει την μη παρακολούθηση των σημερινών ιστορικών συγκυριών και τη μη δράση σε αυτές.

Προφανώς και οι ιστορικές συγκυρίες ήταν διαφορετικές, αλλά αυτό δεν δηλώνει ότι μια είχε την κοινωνική απήχηση και η άλλη δεν την είχε. Εξάλλου κάνεις δε μπορεί να δεχτεί εύκολα τη παραίτηση με αυτοσυνείδηση.

Μπορεί όντως οι ιδέες να μοιάζουν παρωχημένες, αλλά αυτό είναι γενικότερο κοινωνικό σύμπτωμα. Η επέλαση του καπιταλισμού έφερε και την εννοιολογική του ολοκλήρωση. Η τελευταία δεν είναι παρά το μηδέν. Ο καπιταλισμός, όπως είχε διαβλέψει και ο Νίτσε , μοιάζει με ένα σκοτεινό  ποτάμι το όποιο δεν έχει γυρισμό.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να παγιδευτούμε στους μηχανισμούς τύφλωσης του. Ούτε σε παλαιότερες μορφές οργανώσεις του και τις αντιστάσεις πάνω στις τελευταίες.
Πάραυτα δεν έχουμε και κανένα χρέος σε κανένα. Η αντίσταση στην βαρβαρότητα του σήμερα δεν είναι παρά έργο του εγώ το όποιο αναλαμβάνει την ευθύνη της προσωπικής του αξιοπρεπείας. Η μεταφυσική κάποιων κινημάτων, η οποία είναι βασισμένη σε  ιδεαλιστικές έννοιες όπως η ελευθερία ή αγάπη, είναι ουσιαστικά η υλική ερμηνεία των χριστιανικών προσταγμάτων. Όσο το υποκείμενο κυνηγά φαντάσματα θα επικυρώνει την αδυναμία του και κινδυνεύει να μετατρέπει σε άχρωμη μονάδα και όχλο.

Οι μετά-αφηγήσεις βιώνουν στην πραγματικότητα την πνευματική κηδεία τους. Εξάλλου όσο επικίνδυνο είναι να αναπολείς το παρελθόν με λαχταρά τόσο είναι επικίνδυνο να αναπολείς και το μέλλον με το ίδιο τρόπο. Όπως και να έχει το παρών είναι το πρόβλημα, ας μην το ξεχνάμε.

«Σεπτέμβριος ο ex professo μάντης της μελαγχολίας

διπλά τα είδωλα μας και όμοια
στον χθεσινό και αυριανό καθρέπτη
και κάπου εκεί θαρρώ ο εαυτός μας
κρατώντας λάμπα πετρελαίου χαμογελά
ανάγοντας την προφητεία σε μνήμη.»
Γιώργος Μακρής