Ποιοί είναι τελικά οι κουκουλοφόροι;

κουκούλα η [kukúla] Ο25 : 1. κάλυμμα του κεφαλιού συνήθ. κωνικό, το οποίο: α. προσαρτημένο στο επάνω μέρος ενός ρούχου, χρησιμοποιείται για να προστατεύει το κεφάλι από τη βροχή, το κρύο, τον αέρα: Παλτό / αδιάβροχο με ~. β. ανεξάρτητο από οποιοδήποτε ένδυμα, περιβάλλει ολόκληρο το κεφάλι αφήνοντας ελεύθερα μόνο τα μάτια, τη μύτη και το στόμα: Tρεις άγνωστοι με κουκούλες μπήκαν στην Tράπεζα. 2. προστατευτικό κάλυμμα: H ~ του αυτοκινήτου, για προστασία από τη σκόνη, τον ήλιο κτλ. || στα καμπριολέ αυτοκίνητα, η πτυσσόμενη σκεπή. 3. (οικ.) στο χταπόδι, μανδύας που περιβάλλει το κεφάλι και το σώμα του.

[μσν. κουκούλλα < υστλατ. cuculla (λατ. cucullus) (ορθογρ. απλοπ.)]

κουκουλοφόρος (ο/η) πρόσωπο που έχει σκεπασμένο το κεφάλι του με κάλυμμα, για να μην είναι δυνατή η αναγνώρισή του. (Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας)

κουκούλωμα το [kukúloma] Ο49 : (οικ.) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του κουκουλώνω, συνήθ. σε μτφ. σημασία. 1. η συγκάλυψη, η απόκρυψη μιας πράξης, ενός γεγονότος που θεωρείται μεμπτό: Mε την τακτική του κουκουλώματος πολλές παρανομίες μένουν ατιμώρητες. 2. (μειωτ.) για γάμο, συνήθ. εσπευσμένο, που γίνεται κάτω από συνθήκες εξαναγκασμού ή παραπλάνησης.

κουκουλώνω [kukulóno] -ομαι Ρ1 : 1. σκεπάζω κπ. ή κτ. τελείως, τον καλύπτω από παντού, χωρίς να αφήνω ακάλυπτα σημεία: Tον κουκούλωσαν μ΄ ένα σεντόνι. Kοιμάται κουκουλωμένος. Είχε τα έπιπλα κουκουλω μένα για να μη σκονίζονται. || ντύνομαι πολύ ζεστά, με πολλά και χοντρά ρούχα, συνήθ. έχοντας καλυμμένο και το κεφάλι: Kουκουλώθηκα και βγήκα. Kουκουλώσου καλά, γιατί έχει κρύο. 2. (μτφ.) α. συγκαλύπτω, αποκρύπτω κτ. το οποίο θεωρώ μεμπτό: Mην προσπαθείς να τα κουκου λώσεις. Kουκουλώθηκε το σκάνδαλο. ΦΡ τα κουκουλώνει σαν τη γάτα*. β. (μειωτ.) πείθω κπ. να με παντρευτεί παρά τη θέλησή του, χρησιμοποιώντας παραπλανητικές υποσχέσεις ή τεχνάσματα: Tα κατάφερε και τον κουκούλωσε και συνήθ. παθ., υφίσταμαι τις συνέπειες ενός αποτυχημένου γάμου, συνήθ. ως αποτέλεσμα βεβιασμένης επιλογής: Tον / την κουκουλώθηκε.

[μσν. κουκουλλώνω < κουκούλλ(α) -ώνω (ορθογρ. απλοπ.)]

σκάνδαλο το [skánδalo] Ο40 : αναστάτωση ή ανωμαλία που προκαλείται από λόγια, πράξεις, συμπεριφορά ή γεγονότα που έρχονται σε σύγκρου ση με τους νόμους της ηθικής, της ευπρέπειας, της αιδούς κτλ.: Δημιουργήθηκε σοβαρό ~. Είμαι / γίνομαι αιτία σκανδάλου. Tο ~ πήρε μεγάλες διαστάσεις. ΦΡ η πέτρα* του σκανδάλου. || πράξη, λόγος, συμπεριφορά ή γεγονός που προκαλεί αποδοκιμασία, αγανάκτηση, αποστροφή, επειδή έρχεται σε σύγκρουση με τους νόμους της ηθικής, της ευπρέπειας, της αιδούς κτλ.: Aυτό το φιλμ είναι πραγματικό ~! Είναι ~ να κυκλοφορεί ακόμα ελεύθερος! || υπόθεση, συμβάν, γεγονός που έρχεται σε σύγκρου ση με την τρέχουσα ηθική και προκαλεί την αποδοκιμασία αλλά και το έντονο ενδιαφέρον και την περιέργεια της κοινής γνώμης, καθώς έχουν εμπλακεί σ΄ αυτό πρόσωπα που θεωρούνταν ευυπόληπτα: Πολιτικό / κοινωνικό / οικονομικό / δικαστικό ~.

TA NEA 15.5.2009 , «Συνοπτικό κουκούλωμα για όλες τις κατηγορίες» Σύσσωμη η αντιπολίτευση υποστήριξε την παραπομπή Παυλίδη και ζήτησε διεύρυνση του κατηγορητηρίου.

Ελευθεροτυπία, 22.4.2009, «ΣΤΡΟΦΗ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ ΠΑΥΛΙΔΗ «Δεν συνεργώ σε κουκούλωμα»»

Έθνος, «Με… συνταγή Βατοπεδίου, η κυβέρνηση μαζί με τους βουλευτές της ΝΔ και κατ’ εντολήν του πρωθυπουργού ετράπη σε φυγή για τρίτη φορά από τη Βουλή μέσα στους τελευταίους έξι μήνες, βάζοντας «κουκούλα» και στην υπόθεση «Παυλίδης Νο 2», σε μία ύστατη προσπάθεια να ολοκληρώσει την επιχείρηση συγκάλυψης των «γαλάζιων» σκανδάλων, έναν μήνα ακριβώς πριν από τις Ευρωεκλογές. »

ΣΚΑΙ, 6.5.2009, Αιχμές για “κουκούλωμα” των σκανδάλων.

Καραμανλής: οι κουκουλοφόροι χρησιμοποιούν τα blogs!

Αλέκα Παπαρήγα οι “σκληροί” κουκουλοφόροι εκτελούν εντολές”.

Παραθέτουμε , τους παραπάνω ορισμούς περί κουκούλας, κουκουλοφόρων και κουκουλώματος καθώς επίσης και λιγοστές από τις εκατοντάδες δηλώσεις ή άρθρα που αναφέρονται στις παραπάνω έννοιες και έχουν να κάνουν τόσο με πολιτικούς όσο και με αντιεξουσιαστές.

Τα ερωτήματα που βγαίνουν αυθόρμητα από τα παραπάνω είναι τα εξής:

1. Ο νόμος περί κουκουλοφόρων (αφού έτσι αποκαλούνται μεταξύ τους) πιάνει και τους πολιτικούς;

2. Γιατί αφού η έννοια κουκούλωμα χρησιμοποιείται τόσο πολύ στον πολιτικό λόγο κανένας δεν χρησιμοποιεί την έννοια κουκουλοφόρος για τους πολιτικούς και μόνο για τους αντιεξουσιαστές – αναρχικούς ;

Υ.Γ: Οι δηλώσεις των Καραμανλή – Παπαρήγα δεν αναφέρονται σε πολιτικούς , όπως θα ήταν φυσικό από τα παραπάνω να υποθέσουμε, αλλά στα γεγονότα του Δεκέμβρη!!!