Category Archives: κοινωνια – πολιτικη

17 Νοέμβρη: μέρα μνήμης και εξέγερσης

Αν η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι ένα διαρκές σημείο αναφοράς για τους αγωνιζόμενους ανθρώπους αυτό δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι κατάφερε να συμπυκνώσει πολλές μαζί διεκδικήσεις, που είχαν γίνει εντονότερες τον τελευταίο καιρό (κινητοποιήσεις εναντίον του ν.δ. 1347, απεργία και διαδήλωση εναντίον της εγκατάστασης εργοστασίου αλουμίνας και διυλιστηρίων στα Μέγαρα και στο Σκαραμαγκά, απεργία των εργαζομένων της ΔΕΗ κτλ.) αλλά και γιατί υιοθέτησε ευρύτερα αντικαθεστωτικά και αντιεξουσιαστικά προτάγματα. Τα συνθήματα που ακούγονταν και γράφονταν μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο δεν είχαν πια σαν αντικείμενο μόνο τα προβλήματα της Παιδείας, αλλά στρέφονταν και ενάντια στην ίδια την καταπίεση και την τυραννία: «ΛΑΕ ΣΠΑΣΕ ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ», «ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΕΡΓΑΤΗ ΠΕΙΝΑΣ ΓΙΑΤΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΚΥΝΑΣ», «ΚΑΤΩ Η ΕΞΟΥΣΙΑ» κτλ.

Αυτήν ακριβώς την πτυχή της εξέγερσης του Νοέμβρη του 1973 ήρθε να παραμορφώσει και να αποσιωπήσει η κρατική προπαγάνδα τα χρόνια που ακολούθησαν, κλείνοντάς την αναγκαστικά μέσα στα πλαίσια “εκδημοκρατισμού” της χώρας. Τα αιτήματα για “εκδημοκρατισμό” της πολιτικής και κοινωνικής ζωής υπερτονίστηκαν σκόπιμα έναντι των διακηρύξεων που διαβεβαίωναν πως οτιδήποτε δεν μάχεται και δεν αντιπαλεύει την τυραννία στο σύνολό της είναι νομοτελειακά καταδικασμένο να της μοιάσει και να την αναπαράγει. Είναι γνωστές οι λυσσαλέες προσπάθειες των διαφόρων κρατικών δεκανικιών για την αλλοίωση των προταγμάτων της εξέγερσης του 1973, αλλά και των κατοπινών εξεγέρσεων που σημειώθηκαν στο χώρο του Πολυτεχνείου (1980, 1985, 1995). Ήδη ένα χρόνο μετά την εξέγερση του Νοέμβρη του 1973, κομματικοί όλου του πολιτικού φάσματος επιζητούσαν την απονεύρωση και μουσειοποίηση των εξεγερτικών προταγμάτων και εμπειριών. Στο περιοδικό «Πανσπουδαστική» (Νο 8, Γενάρης-Φλεβάρης 1974) διαβάζουμε: «Καταγγέλουμε τη προσχεδιασμένη εισβολή στο χώρο του Πολ/χνείου τη Τετάρτη, 14 του Νοέμβρη, 350 περίπου οργανωμένων πραχτόρων της ΚΥΠ, σύμφωνα με το προβοκατορικό σχέδιο των Ρουφογάλη-Καραγιαννόπουλου, με βάση τις εντολές του παραμερισμένου τώρα τέως πρωτοδικτάτορα Παπαδόπουλου και της αμερικανικής CIA, με σκοπό να προβάλουν με κάθε μέσο τραμπουκισμού και προβοκάτσιας γελοία και αναρχικά συνθήματα και συνθήματα που δεν εκφράζανε τη στιγμή και τις συγκεκριμένες δυνάμεις. Για να μπορέσουν έτσι ν’ απομονώσουν το κίνημά μας και την εκδήλωση μας του Πολυτεχνείου από το σύνολο του λαού και της νεολαίας. Για να μπορέσουν παραπέρα, κατασκευάζοντας (και με τη βοήθεια των χουντικών μέσων ενημέρωσης) την εικόνα μιας μεμονομένης εξτρεμιστικής επαναστατικικοαναρχικής εξέγερσης που δεν έχει τη συμπαράσταση του λαού, να ξαναχρησιμοποιήσουν το χιλιοτριμμένο πρόσχημα του “επαπειλούμενου κοινωνικού καθεστώτος”». Ενώ στην εφημερίδα «Το Βήμα» (15 Οκτώβρη 1974), με σκοπό να δείξουν ότι τιμούν τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου – χωρίς βέβαια να ταυτίζονται με το περιεχόμενο της δράσης τους – συνδέουν απροκάλυπτα την εξέγερση με τις… εκλογές! «Οι ελεύθερες εκλογές της 17ης Νοεμβρίου είναι το καλύτερο μνημόσυνο για τα παιδιά που αγωνίσθηκαν και έπεσαν στο Πολυτεχνείο γιατί αποτελούν την πανηγυρική επιβεβαίωση της νίκης της των δημοκρατικών δυνάμεων και της παγιώσεως των ελευθέρων δημοκρατικών θεσμών της χώρας». Tην ίδια στάση κρατούν και οι άλλες εφημερίδες κατά την επέτειο του Πολυτεχνείου. Ο στόχος της μετάλλαξης του νοήματός του είχε πετύχει, αφού απογυμνωνόταν πλέον από τον εξεγερσιακό του χαρακτήρα. Με αυτό τον τρόπο έμπαινε και η ταφόπλακα σε όλους τους μετέπειτα αγώνες που θα στρέφονταν ενάντια σε ολόκληρο το φάσμα των θεσμοθετημένων εξουσιών και θα διεκδικούσαν ακόμα μεγαλύτερες ελευθερίες, ενώ στο πρόσφορο αυτό έδαφος θα έσπερνε το Κράτος τη δημοκρατική του πλέον καταστολή, που θα ανθούσε από τα πρώτα κιόλας χρόνια της μεταπολίτευσης με τη δολοφονία του μαθητή Σ. Ισιδωρόπουλου.

Αυτήν όμως την έντεχνα αποκρυπτόμενη πτυχή της εξέγερσης διατήρησαν ζωντανή τα επόμενα χρόνια νεολαίοι και αναρχικοί, που επαναφέροντας στη μνήμη σκηνές από την κρατική καταστολή της εποχής της δικτατορίας και ενεργοποιώντας μνήμες και συνθήματα που καλούσαν την κοινωνία να βγει από τη λήθη και την αποχαύνωση, υπενθύμιζαν πως μόνο κατ’ όνομα και όχι κατ’ ουσία έχουν αλλάξει τα πράγματα όλα αυτά τα χρόνια.

Αν κατέρρευσε η δικτατορική τυραννία δεν συνέβει το ίδιο με την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Κοινωνικές αντιδράσεις εξακολουθούσαν να εκδηλώνονται σε όλα τα πεδία του κοινωνικού ανταγωνισμού, από τις μαθητικές κινητοποιήσεις και τις απεργίες σε εργοστάσια και μεταλλεία της χώρας, μέχρι τις συμπλοκές στα αμαξοστάσια της ΕΑΣ και τις εξεγέρσεις στις φυλακές Κορυδαλλού. Και επιστέγασμα όλων αυτών καταλήψεις του Πολυτεχνείου, που ήρθαν για ακόμη μια φορά να αποτελέσουν το χωροχρονικό σημείο αναφοράς των εξεγερμένων και να υπενθυμίσουν τα συμφέροντα πίσω από τα αισθήματα των κυρίαρχων.

http://aixmi.wordpress.com/2009/11/17/17%ce%b7-%ce%bd%ce%bf%ce%ad%ce%bc%ce%b2%cf%81%ce%b7-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%b1-%ce%bc%ce%bd%ce%ae%ce%bc%ce%b7%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b5%ce%be%ce%ad%ce%b3%ce%b5%cf%81%cf%83%ce%b7%cf%82/

Eξάρχεια, η ελληνική «λωρίδα της Γάζας». 35 χρόνια πολιορκία, «αρετή» και αστυνομική βία.

Τα Εξάρχεια είναι μια από τις πιο ζωντανές γειτονιές του κέντρου της Αθήνας, όπου οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και της νύχτας οι κάτοικοι και οι επισκέπτες κυκλοφορούν αμέριμνοι ακόμη και τις πιο προχωρημένες ώρες χωρίς να νιώθουν ότι κινδυνεύουν. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι ώρες που οι συνήθεις ρυθμοί της περιοχής παραβιάζονται από τους «εξωτερικούς εισβολείς» των ΜΑΤ της ΕΛ.ΑΣ. τα οποία αντιμετωπίζουν τους Εξαρχειώτες (γηγενείς και επισκέπτες), με πρότυπο τη συμπεριφορά του ισραηλινού στρατού στη κατεχόμενη Λωρίδα της Γάζας, τότε τα Εξάρχεια χαρακτηρίζονται σαν «άβατο ανομίας και παράνομων πράξεων».

Τα Εξάρχεια έχουν ιστορία…

Όσοι έχουν ασχοληθεί με την ιστορία της περιοχής, τονίζουν ένα πράγμα: τα Εξάρχεια συνιστούν μια ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη γειτονιά, δίπλα στο διοικητικό κέντρο της πρωτεύουσας και –το κυριότερο– σε μικρή απόσταση από τα τέσσερα ιστορικά πανεπιστημιακά συγκροτήματά της (Πολυτεχνείο, Νομική, Χημείο, ΑΣΟΕΕ). Εξού και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της, ως τόπου συγκέντρωσης φοιτητών, τυπογραφείων, εκδοτικών οίκων και μορφών διασκέδασης της νεολαίας.

Παλαιότερα η περιοχή ονομαζόταν Πιθαράδικα λόγω των εργαστηρίων που υπήρχαν στην περιοχή μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα και κατασκεύαζαν πιθάρια. Το νεώτερο όνομα της περιοχής προήλθε από έναν έμπορο ονόματι Έξαρχο, που διατηρούσε στην οδό Θεμιστοκλέους μεγάλο –για τα δεδομένα της εποχής– κατάστημα γενικού εμπορίου.

Στις αρχές του 19ου αιώνα τα Εξάρχεια, και συγκεκριμένα η οδός Τζαβέλα, θεωρούνταν το σύνορο της πόλης της Αθήνας. Αρχικά στη συνοικία αυτή κατοικούσαν οικοδόμοι και τεχνίτες από τις Κυκλάδες, ενώ από το 1865 που εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται. Η στέγαση εκεί των τμημάτων του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου της Αθήνας, προσέλκυσε από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι και τις μέρες μας, διανοούμενους και φοιτητές. Στα Εξάρχεια έγινε η πρώτη εξέγερση φοιτητών, τα γνωστά «Σκιαδικά», αποτελώντας έτσι ήδη από τότε σημείο αγώνα των φοιτητών… Η πρώτη συνάντηση ιδρυτών του ΕΑΜ έγινε στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 σε σπίτι της οδού Μαυρομιχάλη.

Πίσω από το Πολυτεχνείο, Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα, διαδραματίστηκε στις 5/3/1943 πολύνεκρη σύγκρουση ένοπλων κατακτητών με άοπλους Αθηναίους, που διαδήλωναν διαμαρτυρόμενοι για τα σχέδια να σταλούν Έλληνες πολίτες για αναγκαστική εργασία στη Γερμανία… Στα Δεκεμβριανά του 1944, η περιοχή βρισκόταν ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα. Συγκεκριμένα οι Ελασίτες ήταν οχυρωμένοι στον λόφο του Στρέφη και τα γύρω κτίρια ενώ οι κυβερνητικοί στο Χημείο και Κολωνάκι. Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών  σημειώθηκαν πολλές μάχες, ενώ για λίγο καιρό μέχρι και η περίφημη «μπλε πολυκατοικία» στη γωνία πλατείας Εξαρχείων και οδού Αραχώβης, είχε καταληφθεί από Ελασίτες για να εγκατασταθεί πολυβόλο. Oι ΕΛΑΣίτες που είχαν στήσει το πολυβόλο στη μπλε πολυκατοικία ήταν ο… Λεωνίδας Κύρκος! Από το μπαλκόνι του πατρικού του πυροβολούσε το τανκ των βρετανών που ήθελε να μπει στο Πολυτεχνείοαπό την πύλη της Στουρνάρη. Το ίδιο, μάλλον, τανκ προσπάθησε να εξουδετερώσει ένας φοιτητής αρχιτεκτονικής από το λόχο Λόρδος Βύρων της ΕΠΟΝ (Πολυτεχνείου) με μία χειροβομβίδα αλλά αυτή έσκασε νωρίτερα και τον τραυμάτισε στο πρόσωπο χάνοντας το ένα του μάτι. Ήταν ο Ιωάννης Ξενάκης που μετά έφυγε για Γαλλία με το «Μαραρόα» κι έγινε γνωστός συνθέτης. Επίσης, στη Μπουμπουλίνας, σχεδόν γωνία με Στουρνάρη, στο πεζοδρόμιο του Πολυτεχνείου, υπήρχε παλιότερα το μνημείο ενός πρύτανη, που τον εκτέλεσε ο λόχος Λόρδος Βύρων επειδή συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Τώρα το έχουν κρύψει μέσα σε ένα μυστήριο κουτί, στυλ ΚΑΦΑΟ.

Στην οδό Μπουμπουλίνας επί κατοχής λειτουργούσαν κρατητήρια των Γερμανών και αργότερα, επί χούντας, ήταν η Γενική Ασφάλεια. Στην ταράτσα της βασάνιζαν του Αντρέα (Λεντάκη) και τον έκανε τραγούδι ο Θεοδωράκης. Το κτίριο το αγόρασε το 1991 το ΚΚΕ και μετά το ξαναπούλησε στο κράτος όπου και εγκαταστάθηκε το Υπουργείο Πολιτισμού.

1974 -1981. Η Ελλάδα βγαίνει από το «γύψο» (τα Εξάρχεια θα παραμείνουν)

Από την αντίσταση και τα Δεκεμβριανά του ’44  ως τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 1-1-4 και τον αντιδικτατορικό αγώνα, τα Εξάρχεια είχαν ένα ξεχωριστό ρόλο στην ιστορία.

Στη μεταπολίτευση η περιοχή μετατράπηκε στο επίκεντρο των πολιτικοϊδεολογικών ζυμώσεων και διεργασιών της εποχής, στεγάζοντας γραφεία πολιτικών οργανώσεων και στέκια αντιεξουσιαστών.

Η κρίση των επίσημων σχηματισμών της αριστεράς και η υιοθέτηση πολιτικών ρευμάτων και συλλογικών στάσεων εκτός του γνωστού μπολσεβίκικου μοντέλου θα δώσουν στη συνοικία ένα ιδιαίτερο χρώμα, που από κάποιο σημείο και μετά σοκάρει τα παραδοσιακά συντηρητικά κοινωνικά στρώματα και πολιτικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Αντίθετα απ’ ότι πιστεύεται, οι “επιχειρήσεις αρετής” δεν ξεκίνησαν τέλη Σεπτέμβρη-αρχές Οκτώβρη του ’84 στα Εξάρχεια, αλλά 8 χρόνια νωρίτερα, την άνοιξη του 1976. Ήταν εκτεταμένες επιχειρήσεις αστυνομικής καταστολής σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα, παρόμοιες με τις πρόσφατες “επιχειρήσεις πόλις”, κατά τις οποίες δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι προσάγονταν χωρίς λόγο. Αν όμως στις πρόσφατες, ο “εσωτερικός εχθρός” ήταν κυρίως οι μετανάστες, στις παλιότερες ήταν αντίστοιχα η νεολαία. Ήταν ουσιαστικά επίδειξη μιας αναίτιας, αδιάκριτης (όσο και σκληρής) αστυνομικής βίας σε μαζικό επίπεδο.

Το 1978-80 από τα Εξάρχεια ξεκινούν οι πρώτες καταλήψεις στέγης στην Ελλάδα, οι οποίες θα κατασταλούν σαν «άντρα ανομίας και ναρκωτικών» πριν συμπληρώσουν ένα χρόνο λειτουργίας. Αποκαλυπτικότερα είναι κάποια δημοσιεύματα της εποχής στα έντυπα του ΚΚΕ όπου όποιος νέος είχε μακριά μαλλιά και άκουγε Rock μουσική συχνάζοντας στη περιοχή ήταν αλλοτριωμένος από τον «αμερικάνικο τρόπο ζωής» και «μόνιμος προβοκάτορας»:

«Πυρήνας “αναρχικών” η πλατεία Εξαρχείων. Μαζεύτηκαν στα Εξάρχεια για να ‘ναι πιο κοντά στο Πανεπιστήμιο, τη Νομική, το Πολυτεχνείο, τη Φυσικομαθηματική. Να δρουν μέσα στις σχολές, παίζοντας το γνωστό ρόλο τους… Ειδικά στη μοναδική πλατεία της περιοχής έχουν κάνει κατοχή! Όποια ώρα κι αν περάσεις βλέπεις μακρυμάλληδες με κουρελιασμένα ρούχα να είναι ξαπλωμένοι ανενόχλητοι στο γρασίδι. Δεν φτάνουν τα τόσα και τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι, έρχεται να προστεθεί η διαφθορά με τους “αναρχικούς”, τα ναρκωτικά, τα φανερά πορνεία, τον αγοραίο έρωτα σε κρυφή μορφή στα ξενοδοχεία. Η κυβέρνηση φταίει γι’ αυτή την απαράδεκτη κατάσταση. Δεν παίρνει κανένα μέτρο. “Αναρχικοί”, ναρκομανείς κ.ά. δρουν ανενόχλητα με την ανοχή της αστυνομίας»

(Ριζοσπάστης 16/12/1980)

Η αστυνομία κάθε άλλο παρά έμενε φυσικά αδρανής. Παράδειγμα στις 8/4/1980. αστυνομικοί εισέβαλαν στην ταβέρνα «Τιπούκειτος» στα Εξάρχεια, διέκοψαν το μουσικό πρόγραμμα και προσήγαγαν τον τραγουδιστή κι όλους τους θαμώνες (κάπου 100 άτομα) για εξακρίβωση στοιχείων. Δεν κρατήθηκε κανείς, ανακρίθηκαν όμως όλοι τους ρωτώντας τους «τι δουλειά είχαν εκεί»!

1981 «Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ ενωμένο δυνατό…» (και κίτρινα προπαγανδιστικό)

Αν η δεκαετία του ’70 ήταν το πρόταγμα μιας επανάστασης, η δεκαετία του ’80 ήταν μια ζωντανή και διαρκώς ανανεούμενη διαδικασία εξέγερσης. Είναι η εποχή που η μαζική κουλτούρα αποικίζεται από ένα σαφώς αντιεξουσιαστικό πρόταγμα – όχι όμως με την έννοια μιας σαφώς ορισμένης πολιτικής ταυτότητας, αλλά ως μια διάχυτη άρνηση σχεδόν αποκλειστικά στη νεολαία. Τα Εξάρχεια ως το κεντρικό σημείο αναφοράς στον πόλεμο για το έδαφος που κήρυξε η εξουσία, γίνονται το σημείο εκείνο που οι αυτόνομες νεανικές ταυτότητες συντίθενται για να δημιουργήσουν τον σύγχρονο αντιεξουσιαστικό/αναρχικό χώρο. Το 1982-83 η ελληνική επαρχία θα γνωρίσει τα Εξάρχεια σαν «άβατο παρανομίας και διαφθοράς», μέσα από ένα σίριαλ στη κρατική τηλεόραση. Το σίριαλ «Κάθοδος» διαδραματιζόταν στη περιοχή και τη παρουσίαζε σαν περίπου γκέτο, όπου τα ναρκωτικά ήταν η κυρίαρχη κουλτούρα και οι νεανικοί έρωτες των «δεκαεξάχρονων φρικιών», παραβατική συμπεριφορά (οι οποίοι παρατούσαν οικογένειες και σχολείο για να μείνουν σε  κτήρια που παρέπιπταν σε καταλήψεις). Ουκ ολίγοι τρομοκρατημένοι γονείς θα εξόρκιζαν τα τέκνα τους (μαθητές ή επαρχιώτες φοιτητές), να μην πατήσουν ποτέ το πόδι τους στη περιοχή που η μικρή οθόνη εμφάνιζε σαν άντρο ακολασίας, χρήσης ναρκωτικών και εγκλήματος!

«Οι Πάνκς τα σπάνε!»

Το 1984, οι εφημερίδες της εποχής «ανακαλύπτουν» το «νέο εσωτερικό εχθρό»  τους πανκς. «Αφορμή» τα επεισόδια έξω από την ΑΣΟΕΕ για τη μη παραχώρηση της σχολής  για μια πανκ συναυλία αλληλεγγύης σε πολιτικούς κρατούμενους από φοιτητές της ΚΝΕ. Την επόμενη μέρα ενδεικτικά είναι τα ρεπορτάζ του τύπου τα οποία στην ουσία προανήγγειλαν τις «επιχειρήσεις αρετή». Στις 14 Σεπτεμβρίου 1984, σ’ένα τρομολαγνικό δισέλιδο του «Έθνους» που έφερε τον εύγλωττο τίτλο: «Και τώρα οι… “Σιού”. Εξάρχεια: μετά τα ναρκωτικά και τους αναρχικούς, ήρθαν οι πανκς με τα ξυρισμένα κεφάλια», διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Καρίνας Λάμψα: «…με μαλλιά κομμένα σαν βούρτσα, βαμμένα συχνά σε διάφορα χρώματα, ζητιανεύουν, φοβίζουν τους ηλικιωμένους, παρατάνε μπουκάλια μπίρας εδώ κι εκεί και κατουράνε δημόσια όπου βρουν».

Όλα αυτά αφορούν μια παρέα 20 πιτσιρικάδων με το μεγαλύτερο να μην είναι πάνω από 17-18 χρονών. Πράγματα μάλλον αστεία σήμερα, φοβερά και τρομερά όμως τότε για μια κοινωνία που ταύτιζε τα «ευρωπαϊκά όνειρά» της με τον πιο συντηρητικό «ευπρεπισμό» και σοκαριζόταν αφάνταστα από κάθε ενδυματολογική ή κομωτική «ιδιαιτερότητα».

Κεντρική ιδέα του δημοσιεύματος ήταν η «ανάγκη εκκαθάρισης της περιοχής από τους περιθωριακούς». Τις ίδιες ακριβώς μέρες συγκροτούνταν η ΕΛ.ΑΣ., με την ενοποίηση Αστυνομίας Πόλεων και Χωροφυλακής. Η «εκκαθάριση των Εξαρχείων» θα αποτελέσει έτσι κι ένα «test drive» για τη διαπίστωση (και επίδειξη) των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του νέου σώματος.

«Επιχείρηση Αρετή ή ΜΑΤ και ΜΕΑ για μια Ελλάδα νέα…»

Η ΠΑΣΟΚικής έμπνευσης πρώτη «επιχείρηση αρετή», με «αφορμή» τους πανκς, ξεκίνησε στις 28/9/1984 μετά από διαταγή του αστυνομικού διευθυντή Αττικής της ΕΛ.ΑΣ. Μποσινάκη με επιδρομή περίπου 100 ένστολων αστυνομικών, δεκάδων ασφαλιτών και ΜΕΑτζήδων (Μονάδες Ειδικών Αποστολών) με πολιτικά. Οι λιγοστοί πανκς  συνελήφθησαν στο άψε σβήσε και σύρθηκαν στις κλούβες με κλοτσιές, μαζί με δεκάδες άλλους νέους που το ντύσιμο ή τα μαλλιά τους δεν άρεσαν στα όργανα της τάξης. Το επόμενο διήμερο το σενάριο επαναλήφθηκε. Την 1η Οκτωβρίου 1984, τα πράγματα αγρίεψαν και ο κόσμος αντέδρασε. Τις πρώτες συλλήψεις ακολούθησε πετροπόλεμος, ενώ οι αστυνομικοί μπούκαραν μέχρι και στον κινηματογράφο «Βοξ» ξυλοκοπώντας τους θεατές!

Δεν ήταν παρά η αρχή. Επί δύο ολόκληρα χρόνια, όποτε τα ΜΑΤ εμφανίζονται στην πλατεία ακολουθούν συγκρούσεις με σαφή κλιμάκωση της βίας, καθώς οι πέτρες παραχωρούν σταδιακά τη θέση τους στις μολότοφ και την παθητική άμυνα των θαμώνων διαδέχεται μια πιο επιθετική τακτική δυναμικών μικρών ομάδων, με  επιθέσεις στις κλούβες μόλις αυτές παρκάρουν στη Στουρνάρη ή στη Χαριλάου Τρικούπη. Όσο για τους πανκς, τα χρωματιστά μαλλιά των οποίων προσέφεραν το πρόσχημα για την καταστολή, ταχύτατα θα χάσουν τη θέση τους στα ΜΜΕ από το αυθεντικότερο «φόβητρο» του «αναρχικού».

Την Άνοιξη του 1985 οι επεμβάσεις της αστυνομίας στη πλατεία και τη περιοχή γίνονται σχεδόν καθημερινές με συλλήψεις χωρίς κανένα ενδυματολογικό κριτήριο πια. Πανκς, μακρυμάλληδες και κουστουμαρισμένοι μαζεύονται στο σωρό στις κλούβες με συνοδεία ανελέητου ξύλου.

Ενδεικτική στιγμή  τη νύχτα της 27/4/1985, η επιδρομή της ΕΛ.ΑΣ. στα Εξάρχεια αντιμετωπίστηκε από κάποιες δυναμικές ομάδες με βροχή από μολότοφ. Μετά από διαδοχικές επιθέσεις, ΜΑΤ και ΜΕΑ επέλασαν στην πλατεία λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ενώ όσοι συγκρούστηκαν διέφυγαν μέσω Στρέφη. Ελλείψει συλληφθέντων, τα όργανα της τάξης ανέβηκαν τροχάδην την οδό Αραχώβης, όρμησαν στο πρώτο ουζερί που βρήκαν και μάζεψαν 14 θαμώνες. Οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στις κλούβες μέσα από δυο σειρές αστυνομικών, που ανεβοκατέβαζαν στα κεφάλια τους κλομπς και παλούκια που είχαν ξεριζώσει απ’ τα δενδρύλλια της πλατείας. Η δίκη των συλληφθέντων έγινε δυο μέρες αργότερα στο αυτόφωρο. Παρ’ όλο που οι μπάτσοι μάρτυρες κατηγορίας δεν ήξεραν τι έλεγαν, 8 κατηγορούμενοι έφαγαν από 10 μήνες για περιύβριση αρχής. Η είδηση της καταδίκης και οι ποινές μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση τρεις ολόκληρες ώρες πριν βγει η (μεταμεσονύκτια) απόφαση!

“Είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι…”

Αποκορύφωμα των καθημερινών επελάσεων της ΕΛ.ΑΣ. την Άνοιξη του 1985 είναι η κατάληψη του Χημείου (9-13/5/85) μετά την απαγόρευση πορείας που είχε καλέσει η αναρχική εφημερίδα «Σπάστης» στις 9 Μάη στο χώρο της πλατείας με αίτημα να φύγει η αστυνομία από τα Εξάρχεια.

Η συγκέντρωση περικυκλώνεται από πλήθος ΜΑΤ και ΜΕΑ και απαγορεύεται από τον εισαγγελέα και τον αστυνομικό διευθυντή Χοχτούλα με την εξής ανακοίνωση προς τους συγκεντρωμένους: «Απαγορεύεται η πορεία αλλά και συγκέντρωση στο χώρο της πλατείας. Έχετε πέντε λεπτά καιρό να διαλυθείτε. Αν τολμήσετε να φωνάξτε συνθήματα όπως –μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι– τότε θα συλληφθείτε και θα ισοπεδωθείτε!»
Τα ΜΑΤ δε περιμένουν ούτε πέντε λεπτά. Η επίθεση είναι σφοδρή με ανελέητο ξύλο, δεκατέσσερα άτομα συλλαμβάνονται. Μια ομάδα  40 περίπου κυνηγημένων καταφεύγει στο κτήριο του χημείου όπου και το καταλαμβάνει. Για πέντε μέρες και νύχτες, δεκάδες κλούβες και χιλιάδες μπάτσοι έχουν αποκλείσει ολόκληρη την περιοχή γύρω από το Χημείο. Οι συγκρούσεις στα οδοφράγματα του χημείου είναι συνεχείς μέρα και νύχτα. (Δεν είναι υπερβολή ότι οι καταληψίες κοιμόνταν με τα μάτια ανοικτά επάνω στα οδοφράγματα) «Από χθες το βράδυ μέχρι και σήμερα (την ώρα πού γράφεται αυτό)οι κατασταλτικές δυνάμεις τού “σοσιαλισμού”(ΜΑΤ καί ΜΕΑ)συνεχίζουν να μας δείχνουν την πραγματική τους μορφή. Αφήνοντας τελείως ελεύθερους τους φασίστες τής ΕΠΕΝ και της ΕΝΕΚ να μας βρίζουν και να μας απειλούν θέλουν να μας δείξουν πόσο δίκαιοι και αμερόληπτοι είναι νοσταλγοί της χούντας βλέπουν ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι ποτ δεν ξεχνούν την πραγματική μορφή της εξουσίας και συσπειρώνονται για να μας εκμηδενίσουν. Όμως δεν θα τους κάνουμε το χατήρι. Στηριζόμαστε στη δύναμή μας και σ’ όλους αυτούς που θα θελήσουν να μας βοηθήσουν απ’ έξω…»(από τη προκήρυξη που κυκλοφόρησε η ομάδα κατάληψης χημείου)

Η αναφορά στους φασίστες της ΕΠΕΝ και της ΕΝΕΚ  δεν είναι τυχαία. Όταν τα ΜΑΤ ξεκουράζονταν, το ρόλο τους αναλάμβαναν οι φασίστες (ενεργή η συμμετοχή του σημερινού βουλευτή του ΛΑΟΣ Μάκη Βορίδη) μαζί με τους εθνοπατριώτες της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, που από τις πρώτες ώρες συγκεντρωθήκαν σε μεγάλες ομάδες και χτυπούσαν βρίζοντας, με πέτρες, ξύλα κλπ  από την  Ιπποκράτους αλλά και από τη Χ. Τρικούπη.

Διάχυτη ήταν εκείνες τις μέρες και η φήμη ανάμεσα στους καταληψίες, ότι ένας από τους τραυματίες της κατάληψης  είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο νεκρός, πράγμα το οποίο ποτέ δε μάθαμε αν ήταν αλήθεια η έπεσε συγκάλυψη από τη κυβέρνηση η οποία  βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο για τις ευρωεκλογές. Με αφορμή τις εκλογές και παρά τις φήμες για εισβολή της αστυνομίας στο κτήριο, μια επιτροπή της βουλής με επικεφαλής τους Μανόλη Γλέζο, Λεωνίδα Κύρκο και τον υπηρεσιακό υπουργό Σταθόπουλο προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τους καταληψίες ώστε να μάθει τι ζητάνε και πώς μπορεί να σταματήσει η κατάληψη.

Τα αιτήματα προς αυτούς ήταν: «να φύγουν οι μπάτσοι από την πλατεία, να απελευθερωθούν οι συλληφθέντες, να έλθει πορεία να μας παραλάβει και να αδειάσει η Αθήνα από αστυνομία», ενώ υπήρξε προειδοποίηση ότι σε περίπτωση εισβολής θα ανατιναζόταν το κτήριο μαζί με όσους μπάτσους τολμούσαν να μπουν. Από έναν απαλλοτριωμένο ασύρματο της αστυνομίας που ήταν και η μοναδική επαφή με τον «έξω» κόσμο μαθεύτηκε ότι τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά, και οι συλληφθέντες απελευθερώθηκαν με βούλευμα.

Την επόμενη (13/5) μια μεγαλειώδη πορεία από περίπου 4.000 κόσμου ερχόταν προς το Χημείο μέσω της Ακαδημίας. Η επιτροπή που αποτελούνταν κι από ανθρώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και είχε αναλάβει τη πρωτοβουλία απεγκλωβισμού ήρθε στα οδοφράγματα. Οι καταληψίες βγήκαν έξω, οι της επιτροπής ρώτησαν: “που είναι οι άλλοι;”. Μόλις κατάλαβαν ότι ήταν μόνο 35 άτομα γούρλωσαν τα μάτια, πίστευαν ότι στο κτήριο βρίσκονταν τουλάχιστον 100 άτομα.

Με ένα πανώ μπροστά που έγραφε: Ε=mxc2 και το σύνθημα «είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι», ενώθηκαν με μια πορεία 5000 ανθρώπων. Γέροι, νέοι, μανάδες, σύντροφοι κι αλληλέγγυοι που φώναζαν το σύνθημα: «Μέσα στο Χημείο μια χούφτα αναρχικοί, ξεφτίλισαν το κράτος και τη καταστολή».

Το Νοέμβρη του 1985, στην επέτειο του πολυτεχνείου δολοφονείται ο 16 ετών Μιχάλης Καλτεζάς από τον αστυνομικό Θανάση Μελίστα. Το ΕΜΠ καταλαμβάνεται από κοντά 2.000 κόσμο (ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και αναρχικούς) ενώ το βράδυ της δολοφονίας καταλαμβάνεται  το χημείο, κατάληψη η οποία κατεστάλη άγρια τα ξημερώματα της 18/11 από δυνάμεις των ΕΚΑΜ, των ΜΑΤ και ΜΕΑ οι οποίες μπαίνουν από τη ταράτσα μέσω κλίμακας της πυροσβεστικής. ρίχνουν δεκάδες δακρυγόνα μέσα στο κτήριο και με τα αυτόματα στα χέρια με το δάχτυλο στη σκανδάλη οδηγούν 40 περίπου συντρόφους στις κλούβες κάτω από καταιγιστικό ξύλο. Στις μεγάλες συγκρούσεις που ακολουθούν την επόμενη μέρα  και νύχτα στην Πατησίων, τα ΜΑΤ για πρώτη φορά από το 1976 καταπνίγουν την Αθήνα με δακρυγόνα, ενώ κάνουν την εμφάνιση τους σε συνεργασία μαζί τους φασίστες και πρασινοφρουροί του ΠΑΣΟΚ τους οποίους ο τύπος ονομάζει την επόμενη μέρα για πρώτη φορά «αγανακτισμένους πολίτες».

Το «κράτος των Εξαρχείων», ο στρατηγός Δροσογιάννης και η «αρετή» που έγινε μόνιμη… κάτοικος.

Από τα τέλη του 1985 ο τότε δεξιός τύπος κυρίως θα αναλάβει να συνδράμει τη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για το «κράτος των Εξαρχείων». Νέος υπουργός δημοσίας τάξης είναι  ο στρατηγός Αντώνης Δροσογιάννης  (πρώην αξιωματικός των ΛΟΚ στον εμφύλιο με τον εθνικό στρατό).

Υιοθετώντας  τον όρο περί «κράτους των Εξαρχείων» δηλώνει: «Δεν πρόκειται να ανεχθώ να υπάρχει κράτος αναρχικών ή οποιωνδήποτε άλλων στα Εξάρχεια. Η πλατεία θα γίνει όπως όλες οι άλλες, και όλοι θα μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα» (Το Βήμα 18/5/86) και δημαγωγώντας ασύστολα συνεχίζει: «…έβαλαν στην πλατεία Εξαρχείων ένα στρώμα και εξέδιδαν εκεί έναντι πενήντα δραχμών δύο κοριτσάκια δεκαπέντε ετών», ή ότι «οι μισοί θαμώνες της πλατείας είναι παιδιά 10-12 χρόνων που δεν συνοδεύονται». Παράλληλα «υπενθυμίζει» πως: «ο αναρχισμός έχει γίνει μανδύας για ποικίλες παράνομες δραστηριότητες, όπως το εμπόριο ναρκωτικών». Όταν όμως, στις 17/2/1986 ομάδες αναρχικών έδιωξαν διά ροπάλου τους εμπόρους της ηρωίνης από την πλατεία, τα ΜΑΤ επενέβησαν για να οδηγήσουν στο δικαστήριο τους… αναρχικούς! Η εμφάνιση της πρέζας στη περιοχή σε μαζικό επίπεδο ξαφνικά με ταυτόχρονη εμφάνιση πολλών χρηστών και εμπόρων ήταν μια παράλληλη καταστολή βάση σχεδίου με αυτή των ΜΑΤ. Άλλη μια διαρκής, σχεδόν καθημερινή  επίθεση της ΕΛ.ΑΣ. θα ξεκινήσει στα μέσα Μαΐου 1986 με αφορμή τις  κινητοποιήσεις και τις συγκρούσεις για την πυρηνική καταστροφή στο Τσέρνομπιλ τον Μάη του1986, η οποία «αναγγέλθηκε» πρώτα μέσω των ΜΜΕ: «Νέα επεισόδια δημιούργησαν χθες οι αναρχικοί “υπήκοοι του κράτους” των Εξαρχείων» («Ακρόπολη», 14/5/86). Με πολυήμερες μαζικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κι εκατοντάδες προσαγωγές ανθρώπων κάθε ηλικίας: μεσήλικες, κουστουμαρισμένοι, περίοικοι, οδηγούνται στις κλούβες μαζί με πιτσιρικάδες, δημοσιογράφους, ακόμη κι έναν Κινέζο τουρίστα! Οι διαδηλώσεις απαγορεύονται, ο υπουργός Δροσογιάννης  υπερασπίζεται με πάθος τις «προληπτικές συλλήψεις» (20/5/86), ενώ ο αστυνομικός διευθυντής Τασιάκος ανακοινώνει ότι τα Προπύλαια «είναι χώρος περιπάτου κι όχι πολιτικών εκδηλώσεων» («Τα Νέα», 13/5/86). Τριάντα φεμινίστριες που επιχειρούν να οργανώσουν δημόσια συζήτηση στο χώρο της πλατείας συλλαμβάνονται κι αυτές (22/5/86). Ο υπουργός θα τις χαρακτηρίσει «παρδαλές διανοούμενες», ενώ το «Εθνος» σχολιάζει το συμβάν με τον τρόπο του: «Τα ΜΑΤ τις πήραν αγκαλιά»!

Η ανάπλαση και το σχέδιο μετατροπής των Εξαρχείων σε τουριστική ατραξιόν.

Το σχέδιο καταστολής μέσω της «ανάπλασης» στη περιοχή είναι αρκετά παλιό ,οι πρώτες αναφορές γίνονται στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Στα πλαίσια του κεντρικού πολεοδομικού ανασχεδιασμού, τρεις ιδιαίτερες περιοχές της Αθήνας μπαίνουν στο στόχαστρο: Πλάκα, Φωκίωνος Νέγρη, Εξάρχεια. Τί σύμπτωση! Κατά τύχη συμβαίνει να είναι εκείνες ακριβώς οι περιοχές που συγκεντρώνεται η νεολαία της εποχής – η ίδια εκείνη νεολαία που οι εφημερίδες χαρακτήριζαν ως  τεντυμπόϊδες, πανκς, καμικάζι, μαλλιάδες.

Στα τέλη Μαΐου 1985, ο τότε υπουργός ΥΠΕΧΩΔΕ  Β. Κουλουμπής δίνει στη δημοσιότητα ένα σχέδιο «ανάπλασης» των Εξαρχείων και μετατροπής  της συνοικίας, στα βήματα του Θησείου και της Πλάκας: πεζοδρομήσεις, απομάκρυνση σουβλατζίδικων και μπαρ, ανάπτυξη ήπιας τουριστικής υποδομής, γκαλερί κ.λπ.

Το σκεπτικό, όπως αναλυόταν στο σχετικό φυλλάδιο του ΥΠΕΧΩΔΕ, ήταν εύγλωττο: η «αποθάρρυνση των διαφόρων περιθωριακών κοινωνικών ομάδων στη μονοπώληση και υποβάθμιση του χώρου», μέσω της μετατροπής της συνοικίας σε «πόλο έλξης επισκεπτών και τουριστών» και της «τόνωσης της κατοικίας» ευπορότερων κοινωνικών στρωμάτων φυσικά.

Ο επικεφαλής αυτής της ομάδας (σύμβουλος του Κουλουμπή τότε), Σπύρος Τσαγκαράτος, αναφέρει σχετικά: «Κατά την τελευταία συνάντηση πάνω στην πλατεία, συμφωνήσαμε με τους κατοίκους ότι θα απορρίψουμε το σχέδιο “Πλάκα”, να πεζοδρομήσουμε δηλαδή μία διαδρομή από την πλατεία μέχρι το Μουσείο, ώστε να ανεβάσουμε τουρίστες μέχρι τα Εξάρχεια, συμφωνήσαμε να καλέσουμε τον Τύπο την επόμενη και να αναγγείλουμε ένα σύνθετο “πακέτο” από πεζοδρομήσεις και κίνητρα για κατοικία με ανάπτυξη άλλων, ήπιων παρεμβάσεων. Ο Κουλουμπής ήταν έτοιμος να τα ανακοινώσει το ίδιο βράδυ, όταν έγινε ένα εντελώς αδικαιολόγητο “ντου” των MAT στην πλατεία. Κυριάρχησε στα μέσα ενημέρωσης, έγιναν καταστροφές, οπότε άντε μετά να βγεις και να μιλήσεις για επιστροφή κατοικίας και ήπιες παρεμβάσεις. Η επέμβαση στην πλατεία έγινε, διότι όπως μου εξήγησε αργότερα ο κ. Σταθάτος, υφιστάμενος του Νίκωνα Αρκουδέα (Ατικάρχη της ΕΛ.ΑΣ.), η αστυνομία χρειάζεται τα “πρεζάκια” και τα “βαποράκια” ως πηγές πληροφόρησης. Δεν ρισκάρουμε να τους χάσουμε με πεζοδρομήσεις και αναπλάσεις !»

Εξάρχεια Real estate

«Τα Εξάρχεια θα γίνουν σαν την Πλάκα» («Ελευθεροτυπία», 18/6/93). Αυτό εξήγγειλε αποτελούμενο από μεγαλεπήβολα (μεσιτικά) σχέδια ο τότε υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γιώργος Βουλγαράκης, του οποίου δεν είχαμε ακόμη γνωρίσει τις επιδόσεις του ως υπουργού Δημόσιας Τάξης, και κυρίως τις «νόμιμες και ηθικές» δουλείες του στις αγοραπωλησίες ακινήτων.

Το 1986 κάποιοι από τους «αγανακτισμένους» κατοίκους «χαιρέτισαν» την «πρωτοβουλία Κουλουμπή»  με ενθουσιασμό (και ίσως έβγαλαν απ’ την όλη διαδικασία σεβαστή υπεραξία) με αποτέλεσμα οι τιμές των ακινήτων να εκτιναχθούν  προς τα πάνω: «Ξύπνιοι επενδυτές κερδοσκόπησαν σε βάρος των κατοίκων στα Εξάρχεια» («Ελευθεροτυπία», 25/5/86). Στα μισά της δεκαετίας του ’90 που η μεταφορά των δικαστηρίων στην Ευελπίδων προκάλεσε «μεγάλη ζήτηση» στη περιοχή επαγγελματικής στέγης (σχετικά φθηνής) από εκατοντάδες νέους δικηγόρους «ανέβασε το ενδιαφέρον της αγοράς», ενώ διαβάσαμε αυτές τις μέρες ότι σημαντικός αριθμός επενδυτών ακινήτων ζητούσαν προς αγορά κτήρια και διαμερίσματα στη περιοχή για τη μετατροπή τους σε γραφεία επιχειρήσεων, μέσω ενός σχεδίου «ανάπλασης» που περιλαμβάνει τη φυσική συνέχεια του Κολωνακίου προς τα Εξάρχεια. Και δες πώς τα έφερε ο καιρός, να διαβάσουμε επίσης σε μια πρόσφατη ανακοίνωση της Κοινής Δράσης Αλληλεγγύης για τα Εξάρχεια ότι ο κ. Βουλγαράκης φέρεται ως ιδιοκτήτης παλαιάς πολυκατοικίας σε κεντρικό σημείο της συνοικίας – άρα και υποψήφιος να προσπορισθεί (ο ίδιος ή κάποια υπεράκτια;) τα κέρδη από την άνοδο των αξιών ακινήτων εάν η περιοχή «καθαρίσει» από «ενοχλητικά στοιχεία».

Όπως σ’ όλα τα χρηματιστήρια, έτσι κι εδώ, προϋπόθεση μιας καλής επένδυσης αποτελεί φυσικά η «εσωτερική πληροφόρηση».

1990-1994. Τι ΠΑΣΟΚ τι Ν.Δ. ξύλο πέφτει από παντού…
 
Στην αυγή της δεκαετίας του 1990 ο πλανήτης βίωσε τεράστιες ιστορικές αλλαγές με προεξέχουσα τη κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και της ΕΣΣΔ. Σε αυτή τη μικρή γειτονιά του πλανήτη που τη λένε Ελλάδα όμως, όπως ίσως γνωρίζετε οι παραδόσεις τιμούνται και ποτέ δε καταρρέουν. Γιορτάζοντας και τηρώντας τις παραδόσεις του έθνους, η «παραδοσιακή» καταστολή του Ελληνικού κράτους συνεχίστηκε με κάθε «επισημότητα». Οι επεμβάσεις του κράτους και κατά αυτή τη δεκαετία ήταν εξίσου σκληρές και διάχυτες. Τα Εξάρχεια δεν αποτελούν πλέον το «αποκλειστικό» πεδίο συγκρούσεων. Το 1989 γίνεται ένα «διάλλειμα» στη διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και την ολιγόμηνη  οικουμενική κυβέρνηση του 1989, με τη ΝΔ να αναλαμβάνει την εξουσία υπό τη πρωθυπουργία του Κ. Μητσοτάκη. Η καταστολή διαχέεται όχι μόνο στον πολεοδομικό ιστό της Αθήνας αλλά και σε άλλες πόλεις. Τέλη 1990 γίνονται εκατοντάδες καταλήψεις σχολείων σε όλη την Ελλάδα. Η κυβέρνηση και εν συνεχεία το παρακράτος τρομοκρατεί τους καταληψίες, πότε με εισαγγελικές παραγγελίες για λήξη των καταλήψεων και επεμβάσεις της αστυνομίας που συλλαμβάνουν παιδιά 14 και 15 ετών για να «συνετίσει» τους αγωνιστές μαθητές, και όταν δεν φτάνει το «μακρύ χέρι του κράτους», φτάνει αυτό του παρακράτους με την επιστράτευση  παρακρατικών-φασιστικών συμμοριών που απειλούν, δέρνουν και τρομοκρατούν τις νύχτες τους καταληψίες μαθητές. Αποκορύφωμα η δολοφονία του καθηγητή Λυκείου Νίκου Τεμπονέρα στη Πάτρα από τους παρακρατικούς νεοδημοκράτες Μαραγκό, Καλαμπόκα, στις 9 Γενάρη του 1991. Στην εξέγερση που ακολούθησε με αφορμή τη δολοφονία τις δυο επόμενες μέρες στην Αθήνα μετά από πανελλαδικό συλλαλητήριο για τη δολοφονία το οποίο δέχτηκε επίθεση από εκατοντάδες ΜΑΤαδες, 5 άτομα εγκλωβίζονται και καίγονται ζωντανά στο κτήριο του «Κ. Μαρούση»  από φωτιά η οποία ξεκίνησε από δακρυγόνα που τα ΜΑΤ εκτόξευσαν μέσα στο κτήριο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κρατά 3 χρόνια και το βασικό της «έργο» είναι η άγρια καταστολή από τα ΜΑΤ όσων αγωνίζονται , «τιμώντας» την λιγοστή πια εργατική (και υποψήφια άνεργη) τάξη με άφθονο ξύλο. Από τους απεργούς της «Ολυμπιακής», μέχρι αυτούς της «ΕΑΣ», της «Πειραϊκής-Πατραϊκής», της «Πιρέλλι», κλπ.

1994-2004. «σοσιαλιστική ανάπτυξη». Καταστολή με… στυλ κοινωνικό.

Τέλη του ’93 το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται στην εξουσία παρουσιάζοντας το «δημοκρατικό-σοσιαλιστικό» του προσωπείο για μια ακόμη φορά: Εισβολή στην ΑΣΟΕΕ, σύλληψη 52 αναρχικών και την καταδίκη τους σε 8 μήνες φυλάκιση τον Αύγουστο του ’94. Πολυάριθμες συλλήψεις αναρχικών έξω από το Πολυτεχνείο στις 17/11/1994 αφού προηγούμενα έγινε εισβολή σε τέσσερις καταλήψεις στέγης με συνολικό αριθμό συλλήψεων 96 ατόμων.

Το Χειμώνα του 1995 το άσυλο καταλύεται για δεύτερη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Με αφορμή τη πολυήμερη εξέγερση στα κολαστήρια των ελληνικών φυλακών, γίνεται κατάληψη στο Πολυτεχνείο από αναρχικούς και αντιεξουσιαστές σε ένδειξη αλληλεγγύης στους εξεγερμένους φυλακισμένους. Το κράτος με εντολή των Πασοκικών διαχειριστών του, άρουν το άσυλο και οι σιδερόφρακτες ορδές των ΜΑΤ πανηγυρίζοντας  εισβάλουν στο χώρο του Πολυτεχνείου και συλλαμβάνουν 504 αναρχικούς.
Οι συλληφθέντες-αιχμάλωτοι στήνονται σε σειρές όπου κατά ομάδες οδηγούνται στις κλούβες έξω από τη κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου, θυμίζοντας εικόνες από το γκέτο της Βαρσοβίας και το φόρτωμα των Εβραίων στα τραίνα προς το Άουσβιτς. Σημειολογική λεπτομέρεια: Ο «ένοπλος αγωνιστής» κατά της χούντας και υφυπουργός Δημοσίας Τάξης τότε, Σήφης Βαλυράκης είναι ο εμπνευστής της εισβολής όπως ο ίδιος επιβεβαίωσε σε μετέπειτα τηλεοπτική του συνέντευξη.

Η «σοσιαλιστική» καταστολή έχει ακόμη πολύ ξύλο να δώσει. Ενδεικτικά: Οι συγκρούσεις για τον ΑΣΕΠ που έγιναν πανελλαδικά το καλοκαίρι του ’95. Οι συγκρούσεις στη «θερμή» υποδοχή Κλίντον το 1999. Το Μάη του 2002 με πρωτοφανή αγριότητα οι κατασταλτικοί μηχανισμοί επιτίθενται στο Λιμάνι του Πειραιά σε βάρος των απεργών ναυτεργατών. Τότε κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης Σημίτη χαρακτήριζαν τις κινητοποιήσεις ως «εκτροπή από τη νομιμότητα». Την ίδια χρονιά κτυπιούνται  αγρότες που προσπαθούν να φτάσουν στο μέγαρο Μαξίμου. Καταστολή από τα ΜΑΤ επίσης αγροτικών κινητοποιήσεων το 2002 με πλέον χαρακτηριστική την «επιχείρηση βουλκανιζατέρ» στη Θεσσαλία. Η βίαιη καταστολή της πορείας των συνταξιούχων έξω από το μέγαρο Μαξίμου,«το κοινωνικό πρόσωπο» του ΠΑΣΟΚ προς τη τρίτη ηλικία» σε όλη του τη «μεγαλοσύνη»! Παράλληλα, με την κατασταλτική τρομοκρατία, προχωρά και η λεηλασία των οικονομικών αποθεμάτων μέσω του «πάρτυ του χρηματιστηρίου» στο όνομα της ΠΑΣΟΚικής «ανάπτυξης», και η  εξαπάτηση του κόσμου. Η ουσιαστική ενίσχυση του νεοπλουτισμού μερίδας του κοινωνικού ιστού, ο καταναλωτισμός, η πλήρης εφαρμογή των κρατικών σχεδιασμών και η ενίσχυση των κεφαλαιούχων, τους οποίους υποτίθεται πως θα πολεμούσε όταν θα γινόταν κυβέρνηση, το 1981, δεν άφησαν και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ψευδαισθήσεων για το τι πρόκειται να ακολουθήσει κατά τη νέα περίοδο της πρωθυπουργίας Σημίτη και  της Πασοκικής διαχείρισης με αποκορύφωμα το μεγάλο φαγοπότι των Ολυμπιακών αγώνων του 2004. Το «δημοκρατικό έργο» του ΠΑΣΟΚ  σφραγίζεται με την ψήφιση του νόμου «για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας», γνωστού και ως «αντιτρομοκρατικού νόμου» που εισηγήθηκε ο τότε υπουργός Δημοσίας Τάξης (και σήμερα «προστασίας του πολίτη») Μ. Χρυσοχοϊδης.

2004-Σήμερα. Και τα Εξάρχεια; «το αυτόνομο κράτος» βρυχάται…

Το 2004, η ΝΔ με τον Κώστα Καραμανλή έρχεται στην εξουσία (για τη τυπική εναλλαγή διαχείρισης  του κράτους).

Τα Εξάρχεια ξαναβρίσκουν τη «χαμένη αίγλη» τους στα πρωτοσέλιδα των αστικών ΜΜΕ με αφορμή τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 2007 και τον «στρατηγό άνεμο» Βύρων Πολύδωρα στην ηγεσία του υπουργείου Δημοσίας Τάξης, ο οποίος θέλοντας να προσδώσει μια αρχαϊκή «αύρα» στα μαντρόσκυλα της ΕΛ.ΑΣ. τους ονομάζει χαϊδευτικά «πραίτορες». Ο Βύρων (γνωστός αρχαιολάτρης, διανοούμενος, και ποιητής) ομολογεί  σε μια στιγμή σπάνιας ειλικρινείας για πολιτικό, αυτό που όλος ο κόσμος ξέρει: «Μη χτυπάτε την αστυνομία. Οι αστυνομικοί οπλοφορούν, είναι και αυτοί άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να απολέσουν τη ψυχραιμία των». Την «απώλεια ψυχραιμίας» την διαπιστώσαμε το Δεκέμβρη του 2008 με τη δολοφονία του 15 ετών Αλέξη Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό της ΕΛ.ΑΣ. Επαμεινώνδα Κορκονέα.

«Ρητορεύοντας»  στη Βουλή ο Βύρων Πολύδωρας  χαρακτηρίζει επισήμως την περιοχή «άβατον» για την ΕΛ.ΑΣ. (27/4/07). Ένα μήνα μετά τα μεγάλα φοιτητικά συλλαλητήρια, η κυβέρνηση Καραμανλή, οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι επικοινωνιακοί συνοδοιπόροι τους (ΜΜΕ) ετοιμάζονται κατά τα φαινόμενα να πάρουν τη ρεβάνς για τον ξεσηκωμό των φοιτητών το ίδιο έτος. Εφημερίδες και κανάλια δεν άργησαν να εντοπίσουν την εστία του «κακού» των φοιτητικών συγκρούσεων για το άρθρο 16, στα οικοδομικά τετράγωνα μεταξύ Σόλωνος και Στρέφη:  Για «κράτος των Εξαρχείων» μιλά η «Espresso» (30/4/), «300 “αναρχοληστές” των Εξαρχείων» βλέπει η «Καθημερινή» (29/4/), «μετατροπή ολόκληρων περιοχών της πρωτεύουσας σε ανοχύρωτες γειτονιές» διαπιστώνει ο Πρετεντέρης στο «Βήμα» (29/4/), «”ανεξάρτητο κράτος” από τους κουκουλοφόρους των Εξαρχείων» ανακαλύπτει, τέλος, το «Πρώτο Θέμα» (29/4/), εξηγώντας πως: «αστυνομικοί μιλάνε πλέον ανοιχτά για αναβίωση της προ του 1990 ανεξέλεγκτης κατάστασης». Το «αυτόνομο κράτος των Εξαρχείων» για μια ακόμη φορά, «απειλεί» να «καταλάβει την επικράτεια και να καταλύσει το κράτος». Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται οι περιγραφές των σχεδίων της ΕΛ.ΑΣ. Παρά τις διαφωνίες τους όσον αφορά την επιχειρησιακή ονομασία της επερχόμενης εκκαθάρισης («Τρίαινα», «Εξάρχεια» ή κάτι άλλο), τα ρεπορτάζ διακρίνονται κι εδώ από ενιαία ορολογία: «εισβολή» των ΜΑΤ στους «θυλάκους» της αναρχίας» («Ελ. Τύπος», 27/4), «εισβολή μακράς διαρκείας» στα Εξάρχεια» («Espresso», 29/4), «κατάλυση του “αβάτου” της πλατείας» («Βήμα», 29/4). Όπως ακριβώς αρμόζει, δηλαδή, σε πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον μιας εδαφικά καθορισμένης, κυρίαρχης επικράτειας. Το σχέδιο της «εισβολής», όπως αναλύεται στον φιλοκυβερνητικό «Ελεύθερο Τύπο» (27/4), αποτελεί άλλωστε αντιγραφή των κλασικών «μπλόκων» της Κατοχής: «Οι έφοδοι θα εκδηλωθούν μέσω των τριών βασικών οδών που καταλήγουν στην ομώνυμη πλατεία, προκειμένου να συμπιεστούν οι θαμώνες προς το κέντρο και να ακολουθήσουν μαζικές προσαγωγές και συλλήψεις».

Πρόλογος αντί επίλογου

Το παραπάνω κείμενο προσπαθεί να πληροφορήσει τον αναγνώστη μέσα από μια ιστορική αναδρομή. Εστιάζει λίγο παραπάνω στη δεκαετία του 1980-90 την οποία θεωρούμε σημαντική για τις μετέπειτα εξελίξεις, στις μεθόδους καταστολής του κράτους, που με οδηγό τα Εξάρχεια ασκήθηκαν όχι μόνο στον αστικό χώρο της Αθήνας, αλλά και των άλλων τριών μεγάλων αστικών κέντρων (Θεσ/νίκη-Πάτρα-Ηράκλειο), οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Τα Εξάρχεια και οι κάτοικοι του έχουν αποδείξει ότι όχι μόνο δεν υποτάσσονται στην επί 35 σχεδόν χρόνια μόνιμη καταστολή, αλλά συνεχίζουν δυναμικά να δημιουργούν μικρές «νησίδες ελευθερίας» όπως παράδειγμα το αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο στη Ναυαρίνου, τα κοινωνικά-πολιτικά και αλληλέγγυα στέκια, τα εναλλακτικά καταστήματα-συλλογικότητες που βρίσκονται στη περιοχή κ.λπ. επιμένοντας ενάντια στη βαρβαρότητα του κράτους όχι μόνο να υπάρχουν αλλά να αντιστέκονται. Γιατί είναι ένα «ζωντανό» κομμάτι (ίσως το πιο ζωντανό) του πολεοδομικού ιστού της Αθήνας. Και όπου υπάρχει ζωή: «ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία».

*Για τη συγγραφή του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από:

Άρθρο της δημοσιογραφικής ομάδας Ιός:

ΕΞΑΡΧΕΙΑ 1984-2007. Η ιστορία ενός ψευδοκράτους
http://archive.enet.gr/online/online_print?id=42797740

Εξάρχεια reloaded… Η καταστολή ως έργο τέχνης (αντιεξουσιαστική περιοδική έκδοση Black Out. Θεσσαλονίκη 2007, τεύχος#9)

Το ΠΑΣΟΚ είναι πάλι εδώ!

(Ε. από συλλογικότητα anarchypress και Συσπείρωση Αναρχικών. 23/10/09)
http://www.anarchypress.gr/

από την εφημερίδα δρόμου ΑΠΑΤΡΙΣ

Ο αντιεξουσιαστικός κυβερνητισμός του ΠΑΣΟΚ και οι αναρχικοί – Μέρος Δεύτερο

Επίλογος

Ο νεοφιλελευθερισμός, υποστηρίζεται, ότι έκτος από ιδεολογία η οικονομική πολιτική είναι πρώτα απ’ όλα και κυρίως ένας τύπος κυβερνητικής ορθολογικότητας. Ο Φουκό ορίζει την κυβερνητική ορθολογικότητα ως μια κανονιστική λογική που διέπει τη δραστηριότητα της διακυβέρνησης, με τη έννοια όχι μόνο της άμεσης αλλά και της έμμεσης καθοδήγησης των ανθρώπων, έτσι ώστε αυτοί να οδηγούνται και να συμπεριφέρονται με έναν ορισμένο τρόπο.

Η «ορθολογικότητα» αυτή δεν εφαρμόζεται με την άσκηση ενός άμεσου αλλά περισσότερο ενός έμμεσου (συγκαλυμμένου), καταναγκασμού, μιας καταπίεσης. Από αυτή την άποψη, η κριτική ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό δεν θα ‘πρεπε να περιορίζεται μόνο στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής (ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων), ούτε σε ένα ορισμένα σύνολο θεωρητικών ιδεών (Φρίντμαν, Χάγεκ), ούτε στους πολιτικούς που στράφηκαν σε αυτόν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 (Ρέιγκαν, Θάτσερ κλπ).

Η νεοφιλελεύθερη «ορθολογικότητα» έχει μιαν ευρύτερη εμβέλεια και μπορεί να προωθείται ακόμα και από κυβερνήσεις που αναφέρονται στην αριστερά. Αυτό που ορίζει τη νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα είναι το ότι οδηγεί τα υποκείμενα να δρουν με βάση το υπόδειγμα του ανταγωνισμού. Ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί τα άτομα να προσπαθούν να μεγιστοποιηθούν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, παραμερίζοντας κάθε ηθική αναστολή.

Οι πρώτοι φιλελεύθεροι στοχαστές, ιδίως ο Ανταμ Σμιθ και ο Φέργκιουσον, στα τέλη του 18ου αιώνα, σκέφτονταν την αγορά με βάση μια λογική ισοδυναμίας και ελαχιστοποίηση των ανισοτήτων. Ο νεοφιλελευθερισμός σκέφτεται την αγορά με βάση τη λογική του ανταγωνισμού, δηλαδή την μεγιστοποίηση της ανισότητας. Αυτή η στροφή χρονολογείται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Άγγλος φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ προτείνει μιαν ερμηνεία του Δαρβίνου που επεκτείνει την έννοια της «φυσικής επιλογής» και σε άλλα πεδία και ιδιαίτερα στο κοινωνικό – οικονομικό πεδίο. Οι νεοφιλελεύθεροι δεν θέλουν να γίνεται αναφορά στον Σπένσερ εξαιτίας του βιολογισμού του (κοινωνικός δαρβινισμός). Σε αυτόν, όμως, βρήκαν την ιδέα ότι η αγορά πρέπει να είναι ένας απέραντος ωκεανός ανταγωνισμού.

Όταν ο «κλασικός» φιλελευθερισμός μπαίνει σε κρίση, τα τέλη του 19ου αιώνα, εμφανίζονται δύο ρεύματα: ένας φιλελευθερισμός που δικαιολογεί την παρέμβαση του κράτους σε μιαν οπτική σταθεροποίησης και αναδιανομής, κορυφαίος εκπρόσωπος του οποίου είναι ο Κέινς και ο «νεοφιλελευθερισμός», ο οποίος από τη δεκαετία του 1930 θα προτείνει να αναγορευτεί η αγορά σε υπέρτατη αρχή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Ο κεϊνσιανισμός επικράτησε θριαμβευτικά μετά τον πόλεμο. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός δεν αφοπλίστηκε. Οι Γερμανοί «φιλελεύθεροι» της σχολής ordolide realismus (ορθολογικός ρεαλισμός), άσκησαν καθοριστική επιρροή στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (ευρωπαϊκή ένωση σήμερα), ξεκινώντας από τη Συνθήκη της Ρώμης η οποία ορίζετε εξ αρχής και απαραβίαστα από την αρχή του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Ο νεοφιλελευθερισμός επωφελήθηκε από την κρίση του κεϊνσιανισμού, όπως και ο κεϊνσιανισμός είχε επωφεληθεί από την κρίση του καπιταλισμού στις δεκαετίες του 1920 και 1930.

Η αρχή του ανταγωνισμού αναγορεύτηκε σε παγκόσμιο κανόνα, η κωδικοποίηση του χρονολογείται άλλωστε από τη του δεκαετία του 1980, με αυτό που αποκαλείται η «συναίνεση της Ουάσιγκτον» και που προσδιορίζει τους δημοσιονομικούς και νομισματικούς κανόνες οι οποίοι επιβάλλονται στις χώρες που ζητούν οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο όρος που έχει κομβική σημασία είναι η «πειθαρχία». Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας ταυ 1970 οι «ειδικοί» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, «Η κατάσταση – λένε – δεν μπορεί να κυβερνηθεί, επειδή δεν υπάρχει κοινωνική πειθαρχία».

Ο φιλελευθερισμός είναι εξαιρετικά αναγκαίος στον καπιταλισμό των τραστ των καρτέλ, των πολυεθνικών αλλά και στο κράτος-πρόνοιας. Τα αμερικάνικα λεγόμενα και φιλελεύθερα, προοδευτικά, ανθρωπι¬στικά ιδρύματα (π.χ. Φορντ, Ροκφέλερ, Κάρνεγκυ κλπ) ιδρύθηκαν, ελέγ¬χονται και χρηματοδοτούνται από τις ομάδες συμφερόντων των μεγαλύτερων πολυεθνικών εταιρειών. Σε μια εποχή κοινωνικού αναβρα¬σμού, η κυρίαρχη τάξη χρειάζεται ένα φιλελεύθερο κίνημα το οποίο να μπορεί να λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα στην μαζική δυσαρέσκεια και, μ’ αυτόν τον τρόπο, να αποτρέπει τους ανθρώπους να στραφούν προς μια αποτελεσματική κοινωνική επανάσταση (εδώ αυτό το ρόλο τον παίζουν καλύτερα οι σοσιαλφιλελευθεροι, σοσιαλδημοκράτες). Όσο περισσότερο εδραιώνονται τα καρτέλ και οι πολυεθνικές, τόσο περισσότερη φιλελεύθερη-μεταρρυθμιστική ρητορική υιοθετούν τα κόμ¬ματα εξουσίας. Έτσι, το σύγχρονο κράτος διατηρεί υπό τον έλεγχό του την εσωτερική αμφισβήτηση, αναπτύσσοντας και θεσμοποιώντας το εμπόρευμα των πολιτικών μανδαρίνων τον νέο αυταρχι¬σμό, δηλαδή την μεθοδευμένη γενίκευση της κοινωνίας του ελέγχου.

Την ίδια περίοδο όμως διαπλάθεται και το «νεοφιλελεύθερο υποκείμενο», με την παρόξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων(πόλεμος όλων εναντίων όλων), με τις τεχνικές αξιολόγησης, με την ενθάρρυνση του ιδιωτικού δανεισμού, με την παρακίνηση να μετατραπούν τα υποκείμενα σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», μέσω της καταναλωτικής ζήτησης. Το άτομο πλέον πρέπει να φροντίζει να συσσωρεύει, να επιδιώκει την επιτυχία, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνο (και επομένως ένοχο), για την ενδεχόμενη αποτυχία του. Το νεοφιλελεύθερο υποκείμενο συγχέει την ελευθερία και την αυτονομία με τον ανταγωνισμό.
Επιχειρώντας να μεγιστοποιήσει με κάθε τίμημα την απόδοση του ατόμου σε όλα τα πεδία, ο νεοφιλελευθερισμός καταλήγει να αναγορεύει σε κανόνα την έλλειψη κάθε περιορισμού. Αυτή η έλλειψη περιορισμού συγκαλύπτει όμως το γεγονός ότι, στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα όριο στην επιθυμία και αυτό το όριο το καθορίζουν το κεφάλαιο και η επιχείρηση. Οι συντηρητικοί και οι θιασώτες του «εκσυγχρονισμού» βλέπουν στο νεοφιλελεύθερο υποκείμενο ένα ον απελευθερωμένο από όλες τις αλυσίδες του. Αλλά η έλλειψη κάθε περιορισμού, που υπόσχεται ο νεοφιλελευθερισμός, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματική ελευθερία. Ο μηχανισμός της «απόδοσης – απόλαυσης», που καθιερώνει ο νεοφιλελευθερισμός, είναι ένα σύστημα που λειτουργεί σαν ψευδαίσθηση της ελευθερίας του ατόμου, γιατί παραμένει στην ουσία ένας τρόπος κοινωνικής χειραγώγησης και πειθάρχησης.

Οι ελευθεριακή πρέπει να ξεκινήσουν την συζήτηση ότι το κοινό αγαθό είναι κοινή υπόθεση και να αντιτάξουν τη συνεργασία στον ανταγωνισμό. Κάτι που ανάδειξε με σημαντικό τρόπο ο Κροπότκιν (και όσοι εμπνεύστηκαν από αυτών), στα έργα του χτυπώντας κριτικάροντας τον κοινωνικό δαρβινισμό.

Σημαντική Διευκρίνιση

Πρώτος ο Γάλλος αναρχικός Ζοζέφ Ντεζάκ χρησιμοποιεί την λέξη ελευθεριακός και μάλιστα εκδίδει και μια εφημερίδα “ο ελευθεριακός” από το 1858 έως το 1861. Σε αυτή την αγνοημένη φυσιογνωμία οφείλουμε μια πρώιμη έννοια του κομμουνιστικού αναρχισμού και πολλά άλλα μέσα από το ουτοπικό του έργο “Η Ανθρωπόσφαιρα” (να σημειώσουμε δε, ότι ο Ντεζάκ ήταν ταπετσέρης και ελαιοχρωματιστής και όχι κάποιος μικροαστός ή μεσοαστός γραφιάς. Το έργο του υποτιμήθηκε και αγνοήθηκε, αν και υποκλάπηκε σε πολλά σημεία του. Στην “Ανθρωπόσφαιρα”, περιγράφει τους πλανήτες και τη γη σαν ζώντες οργανισμούς που ζουν, αναπνέουν και αισθάνονται. Πρώιμος “οικολόγος”;).

Προτού ο Ντεζάκ σκιαγραφήσει την εικόνα που έχει για την αναρχιστική, όπως λέει κοινωνία, σκιαγραφεί το εγώ με έναν επαναστατικό τρόπο έξω από εγωπάθειες και ναρκισσισμούς:

“… Εγώ έχω όλα τα πάθη, αν και δεν μπορώ βέβαια να τα ικανοποιήσω: το πάθος της αγάπης και του μίσους, όπως επίσης και αυτό της εκλεπτυσμένης πολυτέλειας και της εκλεπτυσμένης απλότητας. Εγώ γνωρίζω κάθε όρεξη: αυτή της καρδιάς και του στομαχιού, της σάρκας και του πνεύματος. Μου αρέσει το άσπρο ψωμί καθώς και το μαύρο, μ’ αρέσουν οι θυελλώδεις συζητήσεις και οι γλυκές κουβέντες. Κάθε φυσική και ηθική δίψα είναι γνωστή σε μένα, κάθε μέθη μου είναι οικεία, κάθε τι στον κόσμο που είναι ερεθιστικό πέρα από κάθε μέτρο, όπως και κάθε τι καταπραϋντικό με δελεάζει: ο καφές και η ποίηση, η σαμπάνια και η τέχνη, το κρασί και ο καπνός, το μέλι και το γάλα, το θέατρο, η οχλαγωγία, το φως, η σκιά, η μοναξιά και το κρύο νερό. Εγώ, αγαπώ την εργασία και το σκληρό μόχθο, όπως αγαπώ επίσης την σχόλη και την Καλόβουλη τεμπελιά. … Δεν γνωρίζω κανέναν άνθρωπο που να έχει τόσες λίγες προκαταλήψεις και τόσα πολλά πάθη όπως εγώ….»

Για την δικιά του ένωση σοσιαλισμού και ατομικισμού λέει τα εξής: “ Κάθε χειρωνακτικό και διανοητικό έργο, κάθε τι που είναι αντικείμενο της παραγωγής και της κατανάλωσης, τα κοινά κεφάλαια, η συλλογική ιδιοκτησία, ανήκουν σε όλους και στον καθένα. Κά¬θε έργο της καρδιάς, κάθε τι που έχει ιδιαίτερη ουσία, που είναι ίδιον της ψυχής και των συναισθημάτων του ατόμου, το ιδιωτι¬κό κεφάλαιο, η ιδιοκτησία του σώματος, κάθε τι τελικά που είναι ο άνθρωπος με την πραγματική του σημασία και αυτό που αυτός επιθυμεί να είναι η ζωή του ή η γενιά του, ανήκει στον εαυτό του…» Συνεπής κατά τα άλλα στην πίστη του στην αδερφικότητα και τη σύνεση που πηγάζουν από τον εγωισμό, διατυπώνει την πρόταση, η οποία είναι ο ορισμός του κομμουνιστικού αναρχισμού με το δικαίωμα της ελεύθερης χρήσης του:

“… Ο καθένας να καταναλώνει και να παράγει σύμφω¬να με τις ικανότητες του, σύμφωνα με τις ανάγκες του, διότι και η εργασία είναι μια ανάγκη η οποία είναι ακρι¬βώς τόσο επιτακτική όσο και η ανάγκη να τρώμε. Η τεμπελιά δεν είναι η κόρη της ελευθερίας και της μεγαλοφυΐας της αν¬θρωπότητας, αλλά της σκλαβιάς και του πολιτισμού…» Ενώ στη θέση του καταναγκασμού και των νόμων εμφανίζει τα έθη και την ηθική συνείδηση.
Στην περιγραφή αυτής της μελλοντικής χώρας της ουτοπίας του ο Ντεζάκ είναι πρώιμος αντιντετερμινιστής. «… Οι αναζητητές της ιδανικής ευτυχίας, ακριβώς έτσι όπως οι αναζητητές της φιλοσοφικής λίθου, ίσως δεν πραγματοποιήσουν ποτέ απόλυτα την ουτοπία τους, όμως η ουτοπία τους θα είναι το αίτιο για τις προόδους της ανθρωπότητας …».

O Κροπότκιν έδωσε μια πιο κινηματική χροιά και χρησιμοποίησε τον όρο ελευθεριακός γύρω στο 1890, για να δημιουργήσει μια ομπρέλα για τις μυριάδες ομάδες που δεν αγωνίζονταν μόνο για ελευθερία, αλλά και για ισότητα και για την εναρμόνιση των δύο αυτών φαινομενικά αντίθετων εννοιών. Υποστήριζε ότι η ελευθερία είναι ποιοτική και ως τέτοια αποτελεί φυσική συνέπεια της ισότητας που βασίζεται στην κοινοτική ζωή και στα δημοκρατικά ιδανικά.

Νοέμβριος 2009

* Στοιχεία της μονογραφίας του Ντεζάκ, πήραμε από μελέτη του Λαντάουερ “Το μήνυμα του Τιτανικού”, εκδ. Τροπή Πάντως είναι χρήσιμο να αναζητηθεί και να μεταφραστεί στα ελληνικά η “Ανθρωπόσφαιρα”.

Για τη σύνταξη

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ “ΚΟΣΜΟΣ”

http://www.anarkismo.net/article/14916

Ο αντιεξουσιαστικός κυβερνητισμός του ΠΑΣΟΚ και οι αναρχικοί – Μέρος πρώτο

Εισαγωγικό σχόλιο

Δημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο “Σαλπάροντας για τη φιλελεύθερη Ουτοπία” μόνο για ένα λόγο. Για να γίνει κατανοητό όταν μιλάμε για κλοπή και διαστρέβλωση ιδεών τί εννοούμε. Είναι ένα κείμενο γραμμένο από φιλελεύθερο ο οποίος στη σημερινή συγκυρία (οικονομική κρίση) ντρέπεται να πει ότι είναι νεοφιλελεύθερος και αναζητά “νέα” ερμηνευτικά εργαλεία.

Το ψευδό ζήτημα αναρχισμός και καπιταλισμός δεν είναι νέο έχει τεθεί από πιο παλιά και δεν μας ανησυχεί τόσο γιατί έχει απαντηθεί. Αυτό που μας ανησυχεί λίγο περισσότερο είναι η διαπίστωση ότι από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90, υπάρχει ένα δεξιό ρεύμα στον αναρχικό χώρο όχι συγκροτημένο ή μεθοδευμένο από κάποιους, αλλά περισσότερο σαν αίσθηση, σαν γνώμη, σαν εκσυγχρονιστική τάση, η οποία προσομοιάζει λίγο πολύ με την πιο κάτω εκδοχή και παίρνει ανά εποχές “πλειοψηφικές” διαστάσεις. Προέρχεται σίγουρα από την φοιτητικοποίηση του χώρου που κουβαλά εκτός από την στείρα άρνηση και την ιδεολογική σούπα του επιστημονισμού. Προέρχεται, επίσης, και από την μικρο-αστικοποίηση της κοινωνίας -όχι τόσο σαν τάξη, όσο σαν αντίληψη- αλλά και από την κρίση του μαρξιστικού σοσιαλισμού (επαναστατικού ή ρεφορμιστικού), γιατί εν πολλοίς ο σοσιαλισμός ταυτίστηκε δυστυχώς μόνο με τους μαρξιστές. Τελικά, εν αρχή είναι ο λόγος ή οι ανάγκες; Υπάρχει σημερινός λόγος που αγωνιζόμαστε; Είναι αναγκαία μια δίκαιη κοινωνία – με το δίκαιο όπως το εννοούμε εμείς ως αναρχικοί;

Η ιστορία του κοινωνικού αγώνα καταδεικνύει ότι όταν αποσπάται ο αναρχικός λόγος από τις ταξικές αλλά και σοσιαλιστικές του αναφορές γίνεται σκέτος φιλελευθερισμός. Όταν υπερτονίζεται η ελευθερία σε αναντιστοιχία με την ισότητα και την κοινωνική αλληλεγγύη, όταν υπερτονίζεται η εναντίωση στο κράτος σε αναντιστοιχία με τις κοινωνικές, παραγωγικές – εργασιακές σχέσεις που δημιουργεί και επιβάλλει ο καπιταλισμός, όταν συγχέεται η επαναστατικότητα της εργατικής τάξης με το ότι δεν υπάρχουν τάξεις, τότε εμείς δεν βρίσκουμε το λόγο να αγωνιζόμαστε με αυτόν τον τρόπο γιατί αυτού του είδους ο αγώνας οδηγεί στο να κονομάνε, να ζουν και να επιβάλλονται μερικοί έναντι των πολλών. Φυσικά είναι εύκολο να ηγεμονεύσεις σε επίπεδο ιδεών όταν ο οι νέο αναρχικοί αδιαφορούν η δεν θέλουν όχι μόνο να υπερασπιστούν έννοιες και αξίες αλλά απαξιούν να περιγράψουν την αναρχία ως κοινωνικό ιδανικό.

Θα χρειαζόταν τόμο για να συγκεντρωθούν τα άρθρα και τα σχόλια όπου με έναν υποκλέπτονταν και διαστρεβλωτικό τρόπο παρουσιάζονται αναρχικές έννοιες από τους δημοσιογράφους παπαγαλάκια του νέου κυβερνητισμού. “Αντιεξουσιαστικού” όπως ονομάστηκε από την σοσιαλφιλελεύθερη ελίτ του ΠΑΣΟΚ, παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα από το φερέφωνο του συγκροτήματος (πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων), Λαμπράκη τα Νέα: “… Ο Πρωθυπουργός είναι ο πομπός των οδηγητικών ιδεών και του προγραμματικού λόγου. Έχει επίσης απόλυτη εξουσία επί των στελεχών του. Ευνοϊκός παράγοντας για τη λειτουργία του συστήματος είναι ότι σε αντίθεση με τον κ. Καραμανλή, ο Γιώργος Παπανδρέου έχει δικές του «έμμονες ιδέες» που διαμορφώνουν κατεύθυνση: διεθνιστική ματιά, αυθεντική οικολογική και ελευθεριακή κουλτούρα, πηγαία ανθρωπιστική προσέγγιση, επιμονή στις διαβουλευτικές διαδικασίες χωρίς όμως να απεμπολεί στο ελάχιστο το δικό του «ηγετικό δικαίωμα»…” Για την αντιστροφή των εννοιών δείτε Τζόρτζ Όργουελ 1984, ας δούμε λιπών παρακάτω την αφήγηση των νεοφιλελεύθερων περί αναρχικού καπιταλισμού και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματα του.

“… Σαλπάροντας για τη φιλελεύθερη Ουτοπία
Ο καπιταλισμός είναι η πληρέστερη έκφραση του αναρχισμού και ο αναρχισμός η πληρέστερη έκφραση του καπιταλισμού. Murray Rothbard

Ο σπουδαίος ιρλανδός ελευθεριακός συγγραφέας Oscar Wilde έλεγε πως, ένας χάρτης του κόσμου που δεν περιλαμβάνει την Ουτοπία δεν αξίζει ούτε να τον κοιτάξεις, γιατί αφήνει έξω μια χώρα προς την οποία η ανθρωπότητα πάντοτε κατευθύνεται. Και όταν η ανθρωπότητα φτάνει εκεί, κοιτάζει μακριά και, βλέποντας μία καλύτερη χώρα, σαλπάρει. Η πρόοδος είναι η πραγματοποίηση των Ουτοπιών.

Καθώς όμως η επανάσταση και η διάψευση αποτελούν τον αέναο κύκλο της ουτοπικής κοινωνικής μηχανικής και ένας καταστροφικός, τυραννικός και ανθρωποκτόνος βολονταρισμός έρχεται να συντρίψει τα όνειρα και τις προσδοκίες των λαών και να ανταμείψουν μόνο τους πρόθυμους νέους εξουσιαστές, οι φιλελεύθεροι στάθηκαν σφόδρα επικριτικοί απέναντι στον τελεολογικό αισθητισμό των διαφόρων ουτοπικών σχεδίων (Edmund Burke, Karl Popper, κ.ά).

Ωστόσο, ο φιλελευθερισμός ως απότοκος του πνεύματος του Διαφωτισμού, της «υπόσχεσης του μέλλοντος» (Conan), είναι συνυφασμένος με την έννοια της προόδου. Και δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να συγχέεται με τη στατική, συντηρητική και τελικά καθεστωτική λογική του «καλύτερου δυνατού κόσμου» (Leibniz). Έτσι, ακόμη και μέσα στη δίνη του β’ παγκόσμιου πολέμου και τη κυριαρχία των ολοκληρωτικών ιδεολογιών, διανοητές όπως ο Friedrich Hayek δεν έπαψαν να οραματίζονται έναν κόσμο ατομικής και συλλογικής ανάπτυξης, αξιοπρέπειας και ευημερίας.

Πέρα από τον Hayek, η «μετα-ουτοπία» του αμερικανού πολιτικού φιλόσοφου Robert Nozick, το «ελάχιστο κράτος» της ρωσο-αμερικανίδας συγγραφέως Ayn Rand (minarchism) και φυσικά η καπιταλιστική αναρχική κοινωνία του David Friedman, κεντρίζουν τη σκέψη του ανοιχτόμυαλου και απαιτητικού αναγνώστη στη κατεύθυνση μίας εναλλακτικής κοινωνικής συγκρότησης με βάση το πρωτείο του ατόμου. Κοινός τόπος όλων, η από-πολιτικοποίηση του κράτους, κάτι που εν πολλοίς αντανακλά τον κλασσικό φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα και το «ουδέτερο κράτος» του Benjamin Constant.

Ο μελετητής της ιστορίας των πολιτικών ιδεών δεν μπορεί επίσης παρά να παρατηρήσει πως, η λογοτεχνία συνδιαλέγεται συχνότατα παραγωγικά με την «ουτοπική» πολιτική θεωρία. Από τους ουτοπικούς σοσιαλιστές και την Ουτοπία του Thomas More, μέχρι το Κεφάλαιο του Καρλ Μαρξ και το Άγνωστο Αριστούργημα του Honoré de Balzac, τα παραδείγματα πάμπολλα. Ειδικά το παρεξηγημένο είδος της επιστημονικής φαντασίας, αποτελεί διαρκή επίδραση για την ελευθεριακή (libertarian) σκέψη (Philip K Dick, Ursula Le Guin, Ray_Bradbury, κ.ά).

Για τον αμερικανό αναρχο-καπιταλιστή διανοητή David Friedman, αρχική πηγή έμπνευσης στάθηκε το έργο του αμερικανού συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Robert Heinlein και η πολυβραβευμένη νουβέλα του The Moon is a Harsh Mistress. Στην ιστορία, που διαδραματίζεται το έτος 2075 στη Σελήνη, η αυταρχική ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γης έχει δημιουργήσει αποικίες όπου κατοικούν ποινικοί και αντικαθεστωτικοί κρατούμενοι καθώς και οι απόγονοι τους. Οι αποικίες εξεγείρονται υπό τη καθοδήγηση του καθηγητού Bernardo de La Paz με σκοπό την απεξάρτηση από τη γήινη εξουσία και την εγκαθίδρυση ενός κοινωνικού συστήματος που αποκαλείται «ορθολογική αναρχία» (rational anarchism), όπου όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται από τους πολίτες που φέρουν την ευθύνη των πράξεων τους, χωρίς την ιεραρχική δια-μεσολάβηση κάποιας κεντρικής εξουσίας, «ένα τέλειο σύστημα βασισμένο στις ατέλειες των ανθρώπων». Ωστόσο, παρά την επιτυχή κατάληξη της επανάστασης, η συνέχεια διαψεύδει τους εμπνευστές της καθώς τα αντι-φιλελεύθερα και λεγκαλιστικά (legalist) ένστικτα των πολιτών καθορίζουν την τελική μορφή της πολιτικής συμβίωσης.

Στο σημαντικό έργο του The Machinery of Freedom- Guide to a Radical Capitalism, ο David Friedman επιχειρεί να μεγιστοποιήσει την κοινωνική ευημερία μεταφέροντας παραδοσιακές κρατικές/ κυβερνητικές λειτουργίες στις αγορές. Διόλου τυχαία, το βιβλίο αφιερώνεται στον Robert Heinlein (μαζί με τον πατέρα του Milton Friedman και τον Friedrich Hayek), ενώ έχει συγγράψει κείμενο με τον χαρακτηριστικό τίτλο Rational Anarchism. Στην πραγματικότητα, ο Friedman επιχειρεί να επεξεργαστεί εκείνες τις προϋποθέσεις που θα οδηγούσαν το κοινωνικό πείραμα στις αποικίες της Σελήνης στην επιτυχία.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο που αναφέρεται στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης και επιβολής των νόμων. Στο Police, Courts and Laws- on the Market διερευνά τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής λειτουργίας ενός συστήματος ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων, απομακρυσμένο από το κυρίαρχο νομικό και ηθικό πατερναλισμό (legal and moral paternalism) και βασισμένο μηχανισμό των αγορών και τις αυθόρμητες τάξεις (spontaneous orders) που αυτές παράγουν. Σκέψεις που αξίζει να μελετηθούν και υπό το επίκαιρο πρίσμα της εφαρμογής της ελληνικής έννομης τάξης λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κράτησης και υπερ-πληθυσμού των φυλακών καθώς και τις επαναλαμβανόμενες και ανεπίτρεπτες αυθαιρεσίες στην επιβολή της τάξης.

Είναι ακόμη εντυπωσιακό πως αρκετά από τα σημεία που αναπτύσσει ο Friedman, όπως η ιδιωτικοποίηση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, φαντάζουν σήμερα, τρεις δεκαετίες μετά, εντελώς ξεπερασμένα κυρίως λόγω της τεχνολογικής προόδου. Ο Friedman αναγνωρίζει τον αποφασιστικό ρόλο της τεχνολογίας και προς τούτο, στο πρόσφατο βιβλίο του Future Imperfect- Technology and Freedom in an Uncertain World διερευνά τους πιθανούς τρόπους με τους οποίους οι τεχνολογικές εξελίξεις θα επηρεάσουν την κοινωνική συμβίωση στο μέλλον.

O David Friedman εντάσσεται στη σχολή του αναρχο-καπιταλισμού, όπου κυριαρχεί η μορφή του αμερικανού διανοητή Murray Rothbard (στον οποίο πιστώνεται κι ο όρος). Στα κυριότερα έργα του, το The Ethics of Liberty όπου διερευνώνται οι αξιακές προϋποθέσεις της αναρχο-φιλελεύθερης κοινωνικής συγκρότησης και το For a New Liberty, όπου παρουσιάζονται ορισμένες πρακτικές εφαρμογές της (εκπαίδευση, ασφάλεια, νόμισμα, δημόσια τάξη, κ.λπ), ο Rothbard αναπτύσσει ένα πολιτικό-οικονομικό σύστημα, με άξονες τo laissez-faire στην οικονομία και την «ιδιοκτησία του εαυτού» (self-ownership) στην ηθική (ethics).

Ωστόσο, ο Friedman παραμένει φιλοσοφικά ωφελιμιστής (utilitarian) και συνεπειοκράτης (consequentialist), ενώ ο Rothbard όπως άλλωστε και το μεγαλύτερο κομμάτι αυτού του σημαντικού διανοητικού ρεύματος (σχολή των Αυστριακών Οικονομικών, κ.ά.) ακολουθεί αξιακή-δεοντολογική (normative) αναπτύσσοντας ένα φιλελευθερισμό φυσικών δικαιωμάτων (natural rights libertarianism).

Σε κάθε περίπτωση, το ρεύμα του αναρχο-φιλελευθερισμού στο σύνολό του υιοθετεί μια αντιπολιτική στάση που δεν έχει κοινά με την πολιτική απάθεια ή την λαϊκιστική ισοπέδωση των ημερών μας, αλλά αντίθετα πρόκειται για μια συνεπή κριτική των ιεραρχικών (ακόμη και δημοκρατικών) εξουσιαστικών σχέσεων και για μια διαρκή αναζήτηση της κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης των ατόμων.

Σύμφωνα με τον ούγγρο αναρχο-φιλελεύθερο διανοητή Antony de Jasay, «παρά τη λογική της θέσης πως το κράτος δεν είναι πραγματικά αναγκαίο, και την έλξη της εύτακτης αναρχίας, δεν αξίζει η προσπάθεια να υπερασπίζεται κάποιος την εξαφάνιση του κράτους. Αξίζει όμως τον κόπο η συνεχής αμφισβήτηση της νομιμοποίησης του… Το καλύτερο που μπορεί να κάνει ο συνεπής φιλελευθερισμός είναι να αντιμάχεται την εισβολή του κράτους βήμα-βήμα, εκεί όπου κάποιος ιδιωτικός χώρος μπορεί ακόμη να προστατευθεί και ο δημόσιος χώρος να ανακτηθεί». Και σε αυτή τη κατεύθυνση το έργο του David Friedman στέκεται φωτεινός φάρος ώστε να βρει το φιλελεύθερο σκαρί τη ρότα για την Ουτοπία…”

Δημήτρης Σκάλκος 2009

Σημειώσεις:
Για μια εξαιρετική βιβλιογραφική σύνοψη του αναρχο-καπιταλισμού, δες: Hans-Hermann Hoppe, Anarcho-Capitalism: An Annotated Bibliography και για μια αντιπροσωπευτική συλλογή κειμένων δες: Edward P. Stringham, Anarchy and the Law- the Political Economy of Choice. Για τη σύνδεση επιστημονικής φαντασίας και ελευθεριακού κινήματος, δες:Oyvind Myhre, Science Fiction- A Vision of Liberty

http://www.anarkismo.net/article/14915

Μ–πασοκική λογική και παρενέργειες

Τον τελευταίο καιρό οι επιθέσεις φασιστικών ομάδων έχουν αρχίσει να πληθαίνουν επικίνδυνα. Ο καινούργιος μπατσο-υπουργός, θέλοντας να επιδείξει περίσσια τόλμη και αποφασιστικότητα, σαν πρώτη πράξη του επέλεξε να στοχοποιήσει την περιοχή των Εξαρχείων. Διακήρυσσε προς πάσα κατεύθυνση ότι θα επιβάλλει την τάξη παντού, ότι δεν μπορούν να υπάρχουν περιοχές αυτόνομες, ότι αυτός πλέον έρχεται να επιβάλλει μια καινούργια σειρά στα πράγματα.

Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να βλέπουμε πάνοπλους μπάτσους να περιφέρονται στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων ζητώντας προσωπικά στοιχεία, κάνοντας προσαγωγές σε όποιον δεν τους άρεσε το πρόσωπο ή η εμφάνισή του, παρενοχλώντας λεκτικά με σεξιστικού περιεχομένου σχόλια όποια κοπέλα περνούσε από μπροστά τους κτλ. Φυσικά πάντα φρόντιζαν να επιδεικνύουν τα όπλα τους ακόμα και στο σημείο που, σχεδόν ένα χρόνο πριν, ο συνάδελφός τους Επαμεινώνδας Κορκονέας δολοφόνησε τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο.

Ταυτόχρονα, τα καθεστωτικά μέσα και το σύνολο των ρουφιανοδημοσιαγράφων δεν έχασαν την ευκαιρία. Για άλλη μια φορά όταν συνέβαιναν όλα τα παραπάνω σιωπούσαν εκκωφαντικά. Από την άλλη μεριά δεν έχασαν την ευκαιρία να συνδέσουν με κάθε τρόπο την καλούμενη «εγχώρια τρομοκρατία» με τον ποινικό χώρο και κατόπιν με τον αντιεξουσιαστικό. Εμφανίζουν σαν αδίστακτους τρομοκράτες – δολοφόνους άτομα ανεξαρτήτου ηλικίας. Λογική στους συνειρμούς δεν υπάρχει και ούτε πρόκειται να υπάρξει αφού πίσω από όλα τα δημοσιεύματα είναι “καλά πληροφορημένες πηγές” (βλέπε ασφάλεια) οι οποίες διαρρέουν πληροφορίες που εξυπηρετούν πολλούς και διαφορετικούς σκοπούς αλλά κυρίως στη διαμόρφωση κλίματος κοινωνικής νομιμοποίησης των πολιτικών διώξεων.

Με αιχμή το επιχείρημα ότι οι μπάτσοι είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που απλά δουλεύουν, οι εγκέφαλοι της ασφάλειας και τα όργανά τους οι δημοσιογράφοι φροντίζουν να διαμορφώσουν με τέτοιο τρόπο τη συνείδηση της κοινωνίας ώστε να μπορούν να αποκρούσουν επικοινωνιακά όλα τα αίσχη που σχεδιάζουν να κάνουν σε ενδεχόμενες εκδηλώσεις το Δεκέμβρη ή ακόμα και για ότι συμβεί στη δίκη του δολοφόνου Επαμ. Κορκονέα.

Παράλληλα, τα φασιστοειδή και η political correct πτέρυγά τους το ΛΑΟΣ, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, συνεχίσουν την προπαγάνδα τους εναντίων των πολιτικών προσφύγων και των οικονομικών μεταναστών. Δεν μένουν όμως μόνο εκεί. Με αφορμή την παραπάνω πολιτική πρακτική του Κράτους απροκάλυπτα χρησιμοποιούν φυσική βία ατόμων που ανήκουν στον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο και εναντίων προσφύγων – μεταναστών.

Η συνεχής στοχοποίηση και προσπάθεια αποπολιτικοποίησης από την πλευρά του Κράτους της δράσης των Εξαρχείων έχει προετοιμάσει το έδαφος σε όλους τους αυτόκλητους υπερασπιστές του κράτους να δράσουν ανενόχλητοι. Κινήσεις μελών φασιστικών ομάδων εναντίων συντρόφων ταυτίζονται με την δράση των μπάτσων που λειτουργούν νόμιμα όταν χρησιμοποιούν βία. Οι δράση τους φαίνεται ότι είναι συμπληρωματική (δεν αποκλίνει και πολύ από την αλήθεια αυτή η άποψη) άρα και νόμιμη.

Το Κράτος και όλοι οι αυτόκλητοι υπερασπιστές του αστικού δικαίου έχουν προσπαθήσει πάρα πολύ να πείσουν ότι δουλεύουν προς την κατεύθυνση της προάσπισης δικαιωμάτων της κοινωνίας. Τα δικαιώματα που έρχονται να υπερασπιστούν είναι αυτά που οι ίδιοι κρίνουν ότι ορίζουν τα όρια της προσωπικής ελευθερίας.

Η προσωπική ελευθερία και ο αυτοπροσδιορισμός όμως δεν ορίζονται από κανένα νόμο και από καμία αστική ηθική. Οι κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί βίας θα μας βρουν μπροστά τους. Είμαστε και θα είμαστε στο δρόμο και ποτέ σε κάποιο τηλεοπτικό “παράθυρο”. Τα πραγματικά δελτία ειδήσεων είναι αυτά που συμβαίνουν καθημερινά στο δρόμο και όχι αυτά που κατασκευάζονται σε studio ή σε κάποιο όροφο της Λ. Αλεξάνδρας.

Η απλή πρακτική και συνέπεια ανάμεσα στο λόγο και τη δράση είναι ικανή να νικήσει όλα τα κατασκευασμένα επιχειρήματα και εντυπώσεις.

Ο πραγματικός εχθρός φοράει στολή και γραβάτα. Ο πραγματικός εχθρός προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από σύμβολα (σημαίες, σταυρούς, μισοφέγγαρο). Ο πραγματικός εχθρός προσπαθεί με κάθε τρόπο να δείξει την καλοσύνη του κάνοντάς σε “νόμιμο”. Ο πραγματικός εχθρός τρομοκρατεί με την εικόνα και την αποκλειστική είδηση. Ο πραγματικός εχθρός φροντίζει να σου δείξει τα πάντα από την τηλεόραση έτσι ώστε να μην χρειαστεί ποτέ να προσπαθήσεις να ζήσεις. Ο πραγματικός εχθρός προσπαθεί να σε κάνει φοβισμένο.

Δεν πρόκειται ποτέ να γίνουμε υποχείρια της σκέψης και της λογικής τους. Δεν πρόκειται ποτέ να φοβηθούμε τον άνθρωπο.

Στόχος είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από όλα τα κοινωνικά κατασκευάσματα που τον φυλακίζουν και τον κάνουν να φοβάται.

Are We Addicted to Rioting?

Editor’s note: The comments section at the original posting of this article really flesh out this conversation. This shouldn’t be read as a critique of the G20 protests specifically, but as prompt to anarchists to ask the right questions as to how we contextualize our actions.

By: Ryan Harvey – September 24, 2009

The G20 is upon us, and though BBC world news featured some of “the troubles” in Pittsburgh, on the ground reports hardly match up with the media-inflation, police-inflation, and activist-inflation of the actual thing. As one who was not present in Pittsburgh, I cannot give a first-hand account. Phone calls with friends on the ground and various independent and corporate-media accounts are my window to the events. But as one who has participated in countless similar events, who didn’t attend the G20 due to feelings of disconnection/confusion with my own people, I felt strongly enough to write this.

As is often the case, big media makes things look a whole lot crazier than they actually are, if it’s in the interests of higher ratings. And though most Americans if surveyed would be against rioting, they love to watch it on TV. So the media is hyping the G20 protests up enough to get some extra points, but not enough to anger their parent companies.

The police of course have to inflate the threats posed by relatively small numbers of protestors to justify the gigantic amount of city, state and federal tax-payer money used to buy new weapons, vehicles, chemical munitions, and armor. They get to keep all these goodies to use against whomever crosses their path in the future. So little pebbles getting tossed at robo-cops become boulders and little marches becoming security threats.

To match these two forces, the protest groups, especially my own comrades in the anarchist groups, inflate their stories, numbers, and actions to try to gain support and build momentum, and to make them feel better. So a dumpster getting rolled down a street into an intersection will be heroized in well-designed pamphlets to come and talked about for years the way my generation still talks about the fence-chasing incident at A16, (World Bank/IMF protests on April 16, 2000 in DC).

What is so crazy about all of this, this inflation is that it doesn’t seem to help. As an organizer with a decade of experience in all types of work, from anarchist organizations to peace groups to labor organizing, I don’t think over-hyping our actions does anything for us. In fact, I think it works to our disadvantage. It adds to a culture of dishonesty, of not addressing our shortcomings, of not reflecting and refining our work.

Now Pittsburgh had a crowd of 4,000-10,000 people according to different reports. While this is a big number in general, it’s not so big compared to public opinions on such issues at the bailout, corporate executive bonuses, or the global economic order in general. Most folks in the U.S. are pretty angry, from the far left to the independent right/libertarians. Instead of congratulating ourselves on a “large turnout”, we should be asking why it wasn’t nearly size of most anti-war demonstrations that have happened. Not to put ourselves down in anyway, but to consider the factors so that we can go about building a stronger movement for economic justice. When we don’t look into these factors, we are walking blind.

Another major issue in these protests is that when militant groups over-hype themselves before-hand, to make themselves seem bigger, more powerful, and often more willing to use violence or property destruction, they invite and allow public justification for large, well-funded and well-equipped police action… And they are not prepared to take it. They are usually fronting, thinking that talking big will make the actual thing big. This is not how organizing works. You actually have to do the work, not just front like you have. You end up in dangerous situations when you do this.

A flimsy PVC-reinforced banner is not going to last long against a few riot-police, it never has. I’ve seen it many times and it’s never done anything more than look cool in a photo to those who’ve never seen the damn things break on impact. I once saw a cop beat an anarchist with a piece of his own broken PVC “shield” banner.

I came from this scene, learned all the tactical terms, and met many good people who I ran in the streets with, and we got into some crazy situations. I have been around the bloc a few times. I have inhaled tear gas and pepper spray, heard the close-up clicks on the infamous taser, and heard the sobering sounds of riot batons breaking human bones. I once saw a guy almost burn a hole in his hand throwing a tear gas canister back at the police in Quebec City in 2001. At the beginning of the Iraq war, I helped drag a 16 year-old girl away from a group of police who were beating her in DC. Both her ankles and one of her arms were broken. In Miami in 2003, I heard the explosion of “less-lethal” weapons and heard a loud pop next to me. As I turned, a middle-aged woman was starting to run away with blood literally pouring out of her mouth. She had been hit in the face with a rubber bullet.

After that incident I began a long reflective process, one that started in the bloodstained streets of Miami and hasn’t stopped yet, hopefully it never will. Something clicked when the blood poured out of this woman’s mouth; this is for real. I am really here and we are really getting the shit kicked out of us. What before seemed sort of fun, sort of therapeutic, sort of educational, now seemed totally dangerous, serious, and life-threatening.

It also became clear that our actions in the streets were not usually connected to any real strategy to achieve change, no goals that we could attain, no real meaning for being there at that time, besides to ruin the party for the bigwigs. Not that that’s a bad thing to do, it’s just not worth my eye, hand, or life. It went on like this for years for me before I sobered up, took a step back, and realized I was in the middle of a big mess, a mess with very few details. It was like a messy room that only has large furniture in it, no scraps of paper, no old dishes, no crumbs. Everything upon observation was really clear, it was obvious what was wrong.

I began to think about my purpose for protest, my desire for economic and social justice, peace, and equality. As I reflected, I became disillusioned with protest, burned out, depressed, and lost. It took a while to crawl out of it, but I came out on top. I learned a lot during my down time and came to some understandings.

One of the clearest understandings I reached, one that was really solidified recently after reading a book called War Is A Force That Gives Us Meaning by Chris Hedges, is that me and many friends were pretty much addicted to these intense street situations. We were engaging in “combat scenarios” and really, to a scary degree, creating mini-war scenes where we could play out some strange fantasies.

War is A Force That Gives Us Meaning talks about the strange attraction that people have to war, even those highly opposed to it. Even those scarred by it, terrified by it, and deeply effected by it. Some go into war and get real messed up, vowing to never return, only to soon find themselves desiring that adrenaline, the fear, the intensity. Hedges was a journalist in Bosnia, El Salvador, Lebanon, and Iraq. He realized after many years that he was experiencing a type of addiction, seeking a high that can only be attained in a combat situation.

I fear that we too, anarchists and street militants, have similar symptoms. We intentionally go into situations that we know are dangerous, that we often know don’t really have any solid plan. Maybe it’s part machismo, maybe it’s part desperation, maybe it’s part legit too, but I think it’s a lot of high-seeking. We desire the intensity, the rush. We get to enact roles that we don’t get to enact in our everyday lives, heroism, bravery, sacrifice, quick thinking, fear-testing, and some forms of solidarity. We also get to experience prison, pain, and life-changing trauma.

All of this is well worth it if we have our eyes on the prize and are fully aware of the risks, reasons, and responsibilities of these types of actions. The risks are obvious, the reasons usually are few and far between (meaning we usually don’t have a very sound strategic approach to protest that results in the real changes we desire). The responsibilities are usually totally missing, aside from street medics and basic legal support. But larger ones, like trauma support for years afterwards, support for those abused in prison, networks of real care and compassion like those veterans have created with groups like Vets 4 Vets and Homefront Battle Buddies to heal from the painful experiences of violence, don’t exist yet.

I have seen all of this go pretty much unnoticed by those of us who organized actions that resulted in the trauma, like those of us who helped organize in Miami. A lot of us who were there learned that lesson real quick afterwards, but a bit too late. I know a woman who has full audio/visual flashbacks from Miami, another parallel with war, and a common symptom of PTSD. Many of my friends have PTSD from their experiences in Iraq and Afghanistan. It would not be surprising if many of us have been coping with similar effects from Philadelphia, Miami, DC, and St. Paul and didn’t know it because we are not in a movement that is prepared to handle or reflective enough to admit such things.

While the experiences of violence can easily change you, I don’t want to dwell on this too much. I don’t want my point to get blurred. I’m not scared of violence all the time. I’m not against violence all the time. I’m not against riots all the time, and I’m not against folks putting themselves in harms way just to prove a point all the time. But I am no longer lending my support to these acts if they are not solidly rooted in an organizational and movement-wide foundation, supported by large numbers of people who understand their purpose and the steps to take afterwards. If we are “stepping it up” or “escalating” without the massive numbers of people that we were previously standing with, we are losing people, and are thus destined to fail. I don’t want to be in a people-less movement, I want to build strong movements that can take bold and seemingly dangerous steps together, growing as they move forward. This can justify the risk.

On the question of “Violence VS Non-Violence” I opt out. I respond with a better question: “What is your goal?”. Then I consider the goals, how they link up to a larger strategy, and how it effects its movement as a whole. “Will it make you stronger?”. “Will it hurt your organizing efforts?”. These are the relevant questions. Then I ask, “What do you need to do to achieve your goal?”. Then I consider the question of violence or non-violence. It’s more of a tactical concern, and tactical concerns stem from a goal, which usually stems from an even bigger goal, which stems from a strategy.

If you roll a dumpster at the police, why are you doing it? To prove a point? To block a street? To open a street? To cause a diversion to pull off another action? To impress the media? To impress your friends? To get it out of the way? To get it in the way? These are relevant questions, far more relevant than whether or not it’s morally acceptable to roll a dumpster around. But then you must ask yourself why you are trying to achieve that tactical goal. Are you blockading a meeting? Are you causing chaos to make the summit look bad? Are you trying to get media attention? Do you want revenge on the police? Then you must ask yourself why you are blockading the meeting or causing chaos or trying to get on TV. Who are you trying to effect? Who’s your base? If you want media attention, who are you trying to reach out to? What is your message for them? If you are trying to cause chaos, what is the purpose? Who is it serving? How is it advancing your goals? What effect will it have on your movement next week, next month, next year? What is the follow-up to all of this?

That’s how winning movements think. Those are the critical questions to ask, among others. Unfortunately, I never experienced a single anarchist group that considered any of this. We just went out and did the craziest stuff, had a few parties/events in the next few months, and started the next round of last-minute militant protest organizing, building for our next street-fantasy, the omnipresent and mythological “next Seattle”. We were chasing a high that we didn’t even understand.

In pursuit of this high, we got lost in our own imagery and rhetoric. We convinced ourselves that we, the anarchists, were the movement. We were the ones who were important, the ones who made the difference between a dinky permitted march and a history-making mobilization. We used Seattle as the ultra-reference, where a group of a few dozen black bloc anarchists caused over 4 million dollars in property damage. Nevermind the other 49,000 + people in Seattle’s actions, sacrifices, and hard work. Nevermind the union workers rushing into downtown to defend those doing civil disobedience. Nevermind those who locked down peacefully or used human chains to blockade delegate hotels. We were too obsessed with ourselves to let other folks steal out glory. We called them all “liberals”, and this was the ultimate diss.

A recent Crimethinc report on the Pittsburgh G20 says that the black bloc-portion of the protests “signifies the survival of militant street resistance in the Obama era.”. But I ask to what end? Militant street resistance against what? For what? What kind of vague movement are we part of if we discuss our tactics as if they are the very point of using them? Is “militant street protest” an end in itself? Why? What about the “survival of a sustained movement for economic justice”? Why don’t we discuss the things we are working for? Are we working for “militant street protests” or are we working towards a broad social goal? Do anarchists no longer think in terms of issues, goals, or things they care about? Just vague notions of “freedom” (like the freedom to light a dumpster on fire) or “resistance” (a habit of attending and organizing semi-annual pre-staged battles with the police)?

This insurrectionary rhetoric that is so popular today among us young anarchists is belittling and destroying anarchism. It’s turning it into a mythic fantasy world, where things magically change because someone breaks a window or quits their job. And it’s pulling a lot of young people into situations where they are often hurting long-term movements for change, rather than reinforcing them. Today’s “Anarchism” is too disconnected from larger movements, too fragmented in it’s own, and too carried away with it’s own romanticism.

These are serious critiques and questions from a comrade, someone who throws their heart into positive work every day for serious, radical social change. I write not to piss my friends off or put people down, but to challenge -urge- my friends to think very critically, very… Critically enough to make a meeting suck. Enough to make you really frustrated. Enough to spark heated but respectful discussion. Enough to make the work hard and controversial. It’s not supposed to be this fun. The fun comes from the struggle. The fun is in light of the struggle. We don’t struggle enough. We play around issues, organizing these events where we experience “street liberation”, the high, and then spend the next few months coming down from it until we re-up. Crimethinc mentions the great high later in the same article, without admitting the contradictions of this strange addiction: “No words can do justice to this experience, but it is real”.

Is that why you take the streets, fellow anarchists? Are you searching for that feeling that cannot be explained? That adrenaline rush, that fear? Ask yourself this, and ask it in a serious way. Because if you, are you should reconsider your role in social movements, how you participate, how your actions reverberate, what effects they have on others. And perhaps you should take a deep breath and consider your priorities and those of the people around you. There’s too much at stake to waste our time and energy preparing for and executing these theater-like confrontations.

The anarchist groups are full of good people, committed, and hopefully those who will help contribute to positive social changes in our lifetimes. It is for you, the committed anarchists, that I write this. I want you to take my words seriously, because we have a lot of work to do, and most of it is not going to get done in the streets. It’s going to get done on the doorsteps, the libraries, the churches, the labor halls, the schools, the military bases, the parks, the prisons, the abortion clinics, the neighborhood associations, the PTAs. And whatever it is, it’s not going to be called Anarchism and it’s not going to look like what you think it’s going to look like. It’s going to be new, fresh, original, organic, unique, and real. And it’s going to be a combination of all of our society’s best politics, ideas, experiences, and sincerity. And we are going to help make it happen.

Let’s take anarchism out of the streets for a while and put it back in the communities where it was born.

http://news.infoshop.org/article.php?story=2009092714272755

Δήλωση ολικής άρνησης στράτευσης

Στις 23/10/2009 για δεύτερη φορά από τον αύγουστο οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις επισκέφθηκαν το πατρικό μου ψάχνοντας να με βρουν. Από τον φλεβάρη του 2008 έπρεπε να έχω καταταγεί στο στρατό, πράγμα που ηθελημένα δεν το έκανα περιμένοντας την ώρα που θα συντάξω αυτή τη δήλωση. Στην αρχή υπήρξαν κάποια τηλεφωνήματα προς τους συγγενείς μου από το στρατολογικό γραφείο της πάτρας και την αστυνομία, στη συνέχεια έγινε μια επίσκεψη από την αστυνομία στο σπίτι που διαμένουν οι γονείς μου και στις 23/10/2009 έγινε η τελευταία επίσκεψη από τους χακί εξουσιαστές (στρατονόμους) οι οποίοι πιστοί στις ιδέες που έχουν από τα χρόνια της Ε.Σ.Α., απείλησαν χωρίς κανένα νομικό δικαίωμα, πως θα στείλουν στη φυλακή τη μητέρα μου με την κατηγορία ότι ξέρει που είμαι και δεν το λέει. Αυτή η τελευταία τους κίνηση με εξόργισε λόγω του γεγονότος ότι, παρ’όλο το χρονικό διάστημα που έχει μεσολαβήσει από το 1967 μέχρι σήμερα, στρατιωτικοί συνεχίζουν και απειλούν απλούς πολίτες παραμένοντας πιστοί στις συνήθειες και επιταγές της εξουσιαστικής τους θέσης η οποία έχει εδραιωθεί από τις περιόδους που ήταν στην εξουσία (’36, ’67) και του ρόλου τους ως σημαντικού παράγοντα για το ελληνικό κράτος διαχρονικά. Δηλώνω ότι δεν επιθυμώ να καταταγώ στον στρατό ούτε να έχω καμία επαφή με αυτήν την δομή του εξουσιαστικού συστήματος, δεν επιθυμώ καμία εναλλακτική θητεία ούτε καν να εμφανιστώ ενώπιον σας για κάποιου είδους απαλλαγή. 

Η απόφαση αυτή πάρθηκε ύστερα από πολλές σκέψεις σχετικά με την ώρα που θα ερχόμουν αντιμέτωπος με αυτό το ζήτημα. Πιστεύω ότι οι δρόμοι είναι δύο: ή πας ή δεν πας. Φυσικά το δεν πας έχει διάφορες προεκτάσεις και τρόπους ώστε να γίνει. Σέβομαι την επιλογή της απαλλαγής Ι5, αλλά δεν υποστηρίζω την εναλλακτική θητεία που επιλέγουν οι αντιρρησίες συνείδησης για το λόγο ότι δε σε αποδεσμεύει ως άτομο από την κράτηση χρόνου και έργου. Επιλέγω το δρόμο της ολικής άρνησης ως αναρχικός που δεν θέλει ούτε να περάσει απ’έξω από κάποιο στρατόπεδο ούτε να‘ρθει σε επαφή με χακί-ζώα για κανένα λόγο παρά μόνο απέναντί τους και πάντα με εχθρική στάση. Είναι μια καθαρά πολιτική επιλογή η οποία δε θα εκφραζόταν αν αποφάσιζα να χρησιμοποιήσω κάποιον άλλον τρόπο ώστε να μην υπηρετήσω. Και όπως κάθε πολιτική επιλογή εμπεριέχει ένα σύνολο σκέψεων και απόψεων, έτσι και αυτή έχει αρκετές προεκτάσεις. Από την κοινωνικοποίηση σε καθεστώς εγκλεισμού στον σεξισμό, από τον εθνικισμό στην υποχρέωση, από τον ιμπεριαλισμό στην οικονομία. Προεκτάσεις και λόγοι που βιώνουμε καθημερινά σε όλες τις εκφάνσεις και δομές του καπιταλιστικού συστήματος.

Ο στρατός σε κάνει άντρα: φυσικά και αρνούμαι το πρότυπο και την ισχυρή θέση που έχει επιβάλει το αρσενικό φύλο στην κοινωνία και που βρίσκει την καλύτερη εκφρασή του στον καπιταλισμό όπου ο σωστός άντρας διαμορφώνεται από κάποιες συγκεκριμένες δομές. Δυνατό παιδί από μικρό να είναι το αγόρι μας, στην εφηβεία να έχει μια γκομενίτσα (διαφορετική κάθε μήνα, κατά προτίμηση του άντρα πατέρα), να πάει στο σχολείο του και όταν φύγει από τα χέρια των γονιών του να πάει στρατό όπου θα ολοκληρώσει την εκπαιδευσή του ως αρσενικό. Που βοηθάει ο στρατός? Μαθαίνεις να ζεις μόνο με άντρες για αρκετό διάστημα με αποτέλεσμα να ισχυροποιούνται τα στερεότυπα που υπάρχουν μέσα σου.Προσπαθείς να γίνεις μυικά πιο δυνατός για να ανταπεξέρθεις ,και καλά, στις δυσκολίες και όχι απλά για να ενισχύσεις την εικόνα σου ως αρσενικό. Έχω σιχαθεί να βλέπω φωτογραφίες φαντάρων με τα σώβρακα να κρατάνε όπλα στους θαλάμους με τσιγάρο στο στόμα και μπουκάλια αλκοόλ τριγύρω. Και στην άδεια πας και σε κανά μπουρδέλο γιατί τώρα που δεν έχεις χρόνο και είσαι μέσα μπορείς να πας να τα ακουμπήσεις για ένα γαμήσι αφού είσαι και πιο άντρας από πριν. Πολλοί έρχονται σε επαφή με τον αγοραίο έρωτα την περίοδο που είναι φαντάροι. Πιστεύω στην ανεξαρτησία του κάθε ατόμου χωρίς διακρίσεις φύλου. Η ανωτερότητα του άντρα είναι αυτή που προωθείται μέσα από το στρατό με σκοπό να συντηρήσει την πατριαρχική δομή της κοινωνίας και να εξυψώσει τις σχέσεις εξουσίας μέσα στο σύνολο.

Γνωρίζεις κόσμο και μένουν δυνατές φιλίες μετά τη θητεία σου: σε συνθήκες εγκλεισμού η μόνη επιλογή που έχεις για να μην σαλτάρεις είναι να προσπαθήσεις να βρεις κάποιους ανθρώπους να συναναστρέφεσαι. Από προηγούμενες εμπειρίες μου δουλεύοντας στα πλοία διαπίστωσα ότι οποιαδήποτε συναναστροφή σε συνθήκες πίεσης σε απομακρύνει από τον εαυτό σου και λειτουργεί ως παραίσθηση κοινωνικότητας. Φυσικά στο στρατό το να συναναστρέφεσαι με ένα πλήθος ατόμων που σε άλλες συνθήκες δεν θα γνώριζες καν, κάτω από ένα πρίσμα το οποίο απαγορεύει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών διαβιώνοντας κάτω απο συνθήκες άθλιες χωρίς πολλές επιλογές, μόνο κοινωνικοποίηση δεν είναι αλλά αναγκαστική σπατάλη της διάθεσης για συνεύρεση.

Είναι υποχρεωσή σου να υπηρετήσεις την πατρίδα: δεν είμαι έλληνας απλά έτυχε να γεννηθώ σε αυτό τον χώρο, δεν έχω καμία εθνική υπερηφάνεια και δεν νιώθω καμία συγκίνηση κάτω από το γαλανόλευκο πανί το οποίο κάθε φορά που καίγεται λέω . Ο στρατός της ελλάδας που δημιουργήθηκε στις απαρχές του ελληνικού κράτους είναι αναγκαστική συνθήκη για να υπάρξει ένα κράτος (σύνορα-στρατός). Είναι το μέσο που εξασφαλίζει την επέκταση του κράτους μέσα από μαζικές δολοφονίες, επεκτατικούς πολέμους και σύμπραξη συμμαχιών για την οικονομική επέκταση. Δηλαδή όπου η ελλάδα έχει οικονομικά συμφέροντα έχει και στρατό π.χ. σερβία – αφγανιστάν. Στο στρατό εγκολπώνεται η μερίδα αυτή της κοινωνίας που επιθυμεί να συνεισφέρει έμπρακτα σε αυτή τη συνθήκη (φασίστες,χουντοβασιλικοί,μεγαλοιδεάτες). Στο στρατό θα σε διδάξουν πώς στην πράξη θα καταφέρεις να πραγματώσεις όλα αυτά που σου μαθαίνουν στο σχολείο, υποστηρίζοντας την ανωτερότητα της φυλής σου. Από το 1821 μέχρι σήμερα έχουμε πήξει στους λεβέντες κολοκοτρωναίους, καραισκάκηδες, παλικαράδες του αέρα που με το ένα παπούτσι διέσχισαν την αλβανία. Καθάρματα τούρκους, γερμανούς, ιταλούς που έσφαζαν έλληνες για το κέφι τους μόνο και μόνο για μια σημαία στην ακρόπολη. Οι λεβέντες του ‘21 που έσφαζαν επαναστατημένους έλληνες, αλβανούς, τούρκους υπηρετώντας την εξουσία, τα τάγματα που είχαν φύγει για να πολεμήσουν με τους τσάρους στην επαναστατημένη ουκρανία (μαύρος καβαλάρης), τη θέση των στρατιωτικοπολιτικών που εκφράστηκε στο αποκορύφωμά της με τη χούντα του 1967 δεν την αναφέρουν πουθενά στο στρατό. Λοιπόν επειδή ούτε στην παγίδα του σχολείου έπεσα, άλλο τόσο δεν θα μπώ και στο βούρκο του στρατού αποσκοπώντας στην ενδυνάμωση της πατριωτικής μου συνείδησης. Είμαι εχθρός κάθε κράτους κάθε έθνους και εν δυνάμει καταστροφέας τους.

12 μήνες είναι θα περάσουν: Ζώντας σε μια κοινωνία που ο χρόνος του ατόμου έχει μετατραπεί σε πρόγραμμα, 12 μήνες από τη ζωή φαίνονται λίγοι.!!!!Ε δεν είναι!!!!.Μιλάμε για δώδεκα μήνες κενού, δώδεκα μήνες εκπαίδευσης στο όνομα μιας σάπιας ιδέας, δώδεκα μήνες ομοιογένειας στην εμφάνιση κοινής με αυτή των χακί – δολοφόνων, δώδεκα μήνες μακριά από φίλους και συντρόφους, δώδεκα μήνες αποχής από τον έρωτα, δώδεκα μήνες χωρίς άποψη για την κοινωνική πραγματικότητα λόγω αποχής, δώδεκα μήνες μέσα σε συρματοπλέγματα, δώδεκα μήνες που κρατάς όπλο χωρίς να έχεις τη δυνατότητα να το στρέψεις στον εχθρό σου (ο εχθρός είναι η εξουσία που σε κουμαντάρει), δώδεκα μήνες κενού. Τους χαρίζω μόνο τις ώρες που γράφω αυτήν την επιστολή. Επιλέγω να διαχειρίζομαι το χρόνο μου δημιουργικά σε ότι θέλω με το λιγότερο κόστος και δεν πετάω στα σκουπίδια ένα χρόνο στον οποίο μπορώ να ζήσω τόσα άλλα πράγματα.

Στρατός – φονιάς: Ο στρατός πέρα απο την εσωτερική του ύπαρξη ως θεσμού δρα και εκτός συνόρων, άλλοτε κρυφά άλλοτε φανερά. Έχει πάντα και ας μην τη χρησιμοποιεί τη δυνατότητα να προκαλέσει μαζικές καταστροφές και δολοφονίες. Έχει συγκεκριμένο επιστημονικό περιεχόμενο που σχετίζεται με την ανακάλυψη τεχνικών και όπλων για ακόμα μεγαλύτερους ολέθρους από αυτούς που ήδη μπορεί να προκαλέσει. Φυσικά για να καλύψει όλες αυτές τις ενεργειές του απομυζά χρήματα από το μόχθο των ιδίων που αυτός σκοτώνει. Εκτός από θανάτους σε καιρό πολέμου ευθύνεται για το θάνατο αρκετών νέων που τους οδηγεί στην αυτοκτονία. Επίσης ευθύνεται για αρκετές ψυχολογικές διαταραχές που προκαλούνται σε άτομα κατά τη θητεία τους. Είναι ρυθμιστής της κίνησης των συνόρων, άλλοτε σκοτώνοντας μαζικά σε ναρκοπέδια μετανάστες άλλοτε σκοτώνοντας φαντάρους που τυχαίνει να δουν κάποια σύμπραξη στρατιωτικών με εμπόρους ναρκωτικών-λευκής σάρκας –όπλων. Εκπαιδεύει μαζικά δολοφόνους στις ειδικές δυνάμεις, πολλοί από τους οποίους μετά βρίσκονται στα σώματα ασφαλείας ή απαρτίζουν φασιστικές και παρακρατικές ομάδες. Εν ολίγης είναι μια δεξαμενή θανάτου υπηρετώντας τα σχέδια κρατιστών, καπιταλιστών, και μη.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΣΤΡΑΤΟΣ – ΚΑΜΙΑ ΣΗΜΑΙΑ – ΚΑΝΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥΣ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΗΡΕΤΗΣΟΥΝ

Γεράσιμος Κορωναίος Οκτώβρης 2009

http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1097469

Εξουσιαστές και “αντιεξουσιαστές”

Τις τελευταίες μέρες – και τις πρώτες της νέας διαχείρησης της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ – μια νέα πολιτική φιλολογία κάνει την εμφάνισή της στους διαδρόμους της εξουσίας.

Μετά από μια κουρασμένη οκταετία του ηγετικού προφίλ του Κ. Καραμανλή, η κυριαρχία, σαν τον Μανωλιό, άλλαξε τα ρούχα της και τα έβαλε αλλιώς. Από τα ακριβά κοστούμια και μανικετόκουμπα της συντηρητικής Δεξιάς πέρασε στα τζιν και τα αθλητικά παπούτσια της προοδευτικής σοσιαλδημοκρατίας. Εκτός αυτού, ο ίδιος ο νεοκλεγείς πρωθυπουργός, στην πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, έδινε το στίγμα της νέας διαχείρησης: «Δεν είμαστε απολογητές της διοικητικής εξουσίας προς τον πολίτη. Θα μας ήθελε ο πολίτης ως αντιεξουσιαστές στην εξουσία», ενώ ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη διαβεβαίωνε ότι έχει φίλους αντιεξουσιαστές και αναρχικούς και σε πολλά συμφωνούνε.

Με δεδομένο ότι η διαχείριση της εξουσίας από το μπλοκ της ΝΔ είχε κουράσει τα τελευταία χρόνια και οι σχεδιασμοί των εξουσιαστών δημιουργούσαν δυσλειτουργικές καταστάσεις (όπως η αναπάντεχη εξέγερση του Δεκέμβρη), πραγματοποιήθηκε η εναλλαγή της εξουσίας, που αν μη τι άλλο, προσέφερε έναν αέρα “αλλαγής” και κάποιο χρόνο ανοχής από τους ανθρώπους. Η προσπάθεια όμως καλλωπισμού του κράτους, μέσα από εναλλακτικές προτάσεις κρατικής επιβολής δεν είναι καινούργια. Ήδη ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδιζε την εξουσία το ’81 με το σύνθημα «ο λαός στην εξουσία» και παλαιότερα ακόμη οι Μπολσεβίκοι με συνθήματα όπως «Ψωμί και Ελευθερία» και «Όλη η δύναμη στα Σοβιέτ», για να γνωρίσει ύστερα ο κόσμος μια καταπιεστική και στυγνή κρατική μηχανή. Αυτό που είναι καινούργιο είναι η πρόταση της κρατικής επιβολής μέσα από την επίφαση της αντιεξουσίας.

Δύο στοιχεία αξίζει να σημειωθούν εδώ.

* Το πρώτο στοιχείο είναι ότι ο όρος της αντιεξουσίας χρησιμοποιείται στη συγκεκριμένη περίπτωση για να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου. Άλλωστε, ο όρος αυτός είναι τόσο πλατύς και απροσδιόριστος, που μέσα σε αυτόν μπορούν να χωρέσουν διάφορες λογικές, η πλειοψηφία των οποίων σε καμιά περίπτωση δεν θέτει το ζήτημα της κοινωνικής απελευθέρωσης από αναρχική σκοπιά. Η ενασχόληση και οι οπτικές του μπορούν να ξεκινούν από την άρνηση της συγκεκριμένης εξουσίας (με την προσδοκία μιας άλλης;) μέχρι τη διαμόρφωση εναλλακτικών μορφών διασκέδασης, διαμαρτυρίας κτλ. Δεν είναι καθόλου περίεργο πως πάνω σε τέτοιους όρους στήνονται παγκόσμια ολόκληροι μηχανισμοί εγκλωβισμού: κινήματα αντι-παγκοσμιοποίησης και κόμματα, ευρωπαϊκά κοινωνικά φόρουμ και… «άλλοι κόσμοι που είναι εφικτοί»! Και μέσα σε όλα αυτά παρών, όχι μόνο ο όρος της αντιεξουσίας αλλά και αυτός της ανυπακοής και ενίοτε της (ελεγχόμενης) σύγκρουσης.

* Το δεύτερο στοιχείο είναι το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, μετά και από την κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού και τη διάψευση των ελπίδων για την πραγματοποίηση της κομμουνιστικής κοινωνικής οργάνωσης και προοπτικής, τα αναρχικά προτάγματα έχουν, σε μεγάλο βαθμό, πάρει τη θέση που είχε ο μαρξισμός στα κοινωνικά κινήματα της δεκαετίας του ’60. Επαναστάτες στο Μεξικό, την Αργεντινή, την Ινδία και αλλού, σε αυξανόμενο ποσοστό, έχουν πάψει ακόμα και να συζητούν περί κατάληψης της εξουσίας, ενώ, ευρωπαϊκά κόμματα όλου του πολιτικού φάσματος, νιώθουν την ανάγκη να καθοριστούν σε σχέση με αυτά, ακόμα και να αντλήσουν από τις ιδέες της αναρχίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η αποκέντρωση, η οριζοντιοποίηση αρμοδιοτήτων και οι συμμετοχικές διαδικασίες, δεν είναι μόνο στοιχεία που θέλει να προβάλλει η ανανεωτική Αριστερά (βλ. Συνασπισμός) αλλά και μερικά από τα στοιχεία που υπόσχεται ότι θα εισάγει στη λειτουργία του κράτους το μοντέλο επιβολής του ΠΑΣΟΚ.1 Άλλωστε αυτά ήταν και τα συνθήματα της προεκλογικής καμπάνιας του Μπαράκ Ομπάμα στην Αμερική.2 

Κενές λέξεις για κενούς ανθρώπους που δεν επιδιώκουν απολύτως τίποτα εκτός από το να προσπαθούν να μαζέψουν γύρω τους δραστήριους και οργισμένους ανθρώπους και, εξουσιάζοντάς τους από τις πολυθρονάρες των γραφείων τους, να τους εγκλωβίζουν σε εναλλακτικές λογικές, στη συνδιαλλαγή και εν τέλει στη δουλική υποταγή. Αντίθετα, η αμφισβήτηση, η άρνηση και κατ’ επέκταση ο πόλεμος ενάντια στο ζυγό του Κράτους και κάθε μορφής εξουσίας αποτελεί αδιαπραγμάτευτο στοιχείο της αναρχικής προοπτικής. «Ο καθείς και τα όπλα του», όπως θα έλεγε και ο ποιητής.

1. Βλ. http://www.makthes.gr/index.php?name=News&file=article&sid=45378.
2. Βλ. http://www.phantis.com/cosmos/spip.php?article248.

http://aixmi.wordpress.com/2009/10/18/%ce%b5%ce%be%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ad%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%c2%ab%ce%b1%ce%bd%cf%84%ce%b9%ce%b5%ce%be%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ad%cf%82%c2%bb/

Yπουργείο της Προστασίας του Πολίτη και μηδενική ανοχή

Προφανώς η μετονομασία του Yπουργείου Δημόσιας Τάξης σε «Προστασίας του Πολίτη» δεν είναι τυχαία.

Προφανώς ο όρος δημόσια τάξη παραπέμπει στον κατασταλτικό χαρακτήρα του κράτους και φανερώνει εντονότερα το βίαιο χαρακτήρα του. Η δημοκρατία θέλει να φανερώνει τον εαυτό της ως η ενότητα όλων των στοιχείων των όποιων βρίσκονται όντος της. Η δημοκρατία όμως, δεν αντιπροσωπεύει μια κοινωνική οργάνωση δίχως αντιφάσεις και ανισότητες. Πληρεστέρα είναι η ενότητα αλληλοσυγκρουόμενων στοιχείων με διαφορετικά συμφέροντα και προοπτικές.

Κάπου εδώ η διαλεκτική αναιρείται. Αυτή η ενότητα δεν είναι μεταξύ ίσων ορών  που φτάνουν σε ένα συμφιλιωτικό ενδιάμεσο αλλά τουναντίον μια βάρβαρη συνθήκη στην οποία ο ισχυρότερος επιβάλλει την θέληση του και τα συμφέροντα του στον αδύναμο.

Επειδή όμως μια κοινωνική οργάνωση που βασίζεται στην ανισότητα δε μπορεί να βασίζεται μονό στην καθαρή μορφή της βίας οργανώνει στο εσωτερικό της και ένα καλά διαρθρωμένο πλέγμα τύφλωσης.

Η προστασία του πολίτη είναι μια ύπουλη ονομασία. Από τον χαρακτηρισμό που  θα σε παράπεμπε στην βία τώρα σε παραπέμπει στην έννοια της φροντίδας. Με αυτό το τρόπο το κράτος θέλει να περάσει ότι τα σώματα καταστολής δεν υπάρχουν για να διατηρούν την «κοινωνική ειρήνη» αλλά για να προστατεύουν τα συμφέρον του ατόμου. Με αυτό τον τρόπο οι απόκληροι αυτής της κοινωνίας και όσοι προβαίνουν σε κάποια μορφή διαμαρτυρίας δεν βαίνουν εναντίον του κράτους και της ανισότητας αλλά εναντίον του πολίτη και συνεπώς ολόκληρης της κοινωνίας. Με αυτή τη λογική τα σώματα τα καταστολής πρέπει να δείχνουν μηδενική ανοχή στους αντιφρονούντες για να φροντίσουν αυτό το φάντασμα του πολίτη.

Οι ονομασίες που επιλέγονται για τέτοια πόστα κρύβουν μέσα τους και την αντίστοιχη ιδεολογία.

Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός  ότι το ενδιαφέρον για το πολίτη έχει όντος του πολιτικές βίας, λιτότητας και έλεγχου.

Ο πολίτης τον όποιο προστατεύουν είναι μια έννοια κενού περιεχομένου. Παραμένει αρκετά αφηρημένη ώστε μέσα από αυτή να διοχετεύουν σκοπούς και προθέσεις ολότελα διαφορετικούς από αυτούς τους οποίους ενστερνίζονται ότι θέλουν.

Η έννοια του πολίτη και η σύνθεση  αυτής της εννοίας δίνεται από μια συγκεκριμένη ελίτ η οποία προασπίζει τα συμφέροντα της και όχι από το υποκείμενο το όποιο υποτίθεται ότι το αφόρα.

Έτσι με αυτό τρόπο αυτή η απόσταση μεταξύ εννοίας και της εμπράγματης κατάστασης της, ανοιγει την δυνατοτητα για ψεκασμο εργατων επειδή είναι εναντίον στον «πολίτη», τον ξυλοδαρμό και τη φυλάκιση διαδηλωτών οι οποίοι διαρματύρονται για το θ’ανατο μετανάστη από τα σώματα προστασίας του πολίτη και  την ασφυκτική “πράσινη ανάπτυξη”  των πίτμπουλ της δημοκρατίας στην περιοχή των Εξαρχείων.

Αν όλα αυτά θυμίζουν ολοκληρωτικό καθεστώς δεν είναι παράξενο. Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα είχαν για σημαία τους τέτοιες έννοιες. Η χιτλερική γερμάνια είχε για σημαία της το λαό, η σοβιετική αυτοκρατορία το προλεταριάτο και η σύγχρονη αστική ολιγαρχία επικαλείται τον πολίτη όταν θέλει να περάσει ολοκληρωτικές πολιτικές.

Η αρνητική ουτοπία πάντα θα ισχυρίζεται ότι έχει καλές προθέσεις… και όπως λέει το σκουλήκι από τη Χωματερή: «…να φοβάστε τους τρελούς επιστήμονες, τους μεγάλους ηγέτες, τις πατρίδες που έχουν σύνορα, τα αφεντικά που έχουν καλές προθέσεις… και να αφήνετε πάντα λίγο χώρο για τους ηττημένους».