Debate

Το σκηνικό στήνεται. Οι δυο υποψήφιοι ηγέτες του κράτους ετοιμάζονται να συναγωνιστούν ώστε  το κοινό να κρίνει ποιος από τους δυο θα κερδίσει τις εντυπώσεις.

Αν προσέξει κάνεις όμως τις λέξεις και τη ροή την οποία βγαίνει από το στόμα αυτών των ανθρώπων, σου δημιουργείται η εντύπωση ότι μιλάνε μέσα από προεπιλεγμένες επιλογές. Κουτάκια βαλμένα έτσι ώστε να τηρούν όλους τους τυπικούς κανόνες περί “δημοσίου διάλογου”.

Σε ένα κόσμο όπου όλοι είναι ενήμεροι αλλά δεν ενδιαφέρεται κάνεις, αυτές οι συζητήσεις έχουν πλέον τη σημασία ποδοσφαιρικού αγώνα. Ήδη έχουν μετατραπεί σε φτηνά θεάματα τα οποία δεν έχουν τίποτα να πουν. Στην μεταβιομηχανική κοινωνία η μορφή υπερισχύει του περιεχομένου και ο λόγος έχει γίνει φανταχτερό περιτύλιγμα δίχως κάποιο σπουδαίο αγαθό μέσα του. Έχοντας σπάσει πλέον η διαλεκτική διασύνδεση μεταξύ μορφής και περιεχομένου, οι λέξεις χάνουν τη σημασία τους και μετατρέπονται σε άδεια κελύφη. Καθώς όλα τα μεγάλα νοήματα έχουν καταρριφτεί, και ο σκοπός είναι μια φιοριτούρα στα χείλια μικρών παιδιών, οι λέξεις χάνουν το μαγικό κλοιό τους. Ταυτόχρονα μια λέξη είναι πολύ οριοθετημένη ώστε να περιγράφει με τη μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που θέλει να πει αλλά το αντικείμενο της είναι ασαφής.

Αυτό δίνει την δυνατότητα οι λέξεις να είναι εργαλεία σε φτηνά παιχνίδια ρητορικής τα οποία δεν συγκινούν κανένα. Μεγαλύτερη σημασία αποκτά η σκηνική παρουσία ενός καρεκλοκενταύρου παρά τα περιεχόμενα των δηλώσεων όπου και οι τελευταίες είναι προκάτ.
Η αδιαφορία που επιδεικνύει το υποκείμενο για τα κοινά είναι η δήλωση της παραίτησης του από την ιδία τη ζωή του αλλά και από τη δυνατότητα για κριτικό αναστοχασμό. Καθώς μετατρέπεται σε παρατηρητής της πραγματικότητας και αναμένει σωτήρες να το σώσουν, χάνει την ιδιότητα του ως δρων υποκείμενο και μετατρέπεται σε ακίνδυνη μονάδα. Οι σύγχρονες κοινωνίες εκθειάζοντας το άτομο εκμηδένισαν την υπόστασή του. Το τελευταίο μένει μόνο σε ένα κόσμο μαζί με άλλες αποξενωμένες μονάδες όπου ό,τι κι αν πει και δηλώσει θα είναι μια γνώμη ανάμεσα στις άλλες.

Το άτομο απογυμνώνεται και μένει αδύναμο μπροστά στον μαζικό βομβαρδισμό μηνυμάτων από την πολιτιστική βιομηχανία και την ιδεολογία την οποία την περιστοιχίζει. Στυλιζαρισμένες συμπεριφορές, προκάτ διάλογοι και σκηνοθετημένες εικόνες αυθορμητισμού χαρακτηρίζουν την κοινωνία του θεάματος.

Επιστημονικοί μηχανισμοί έχουν προετοιμάσει προ πολλού το θεατή ώστε να είναι έτοιμος να βλέπει με φυσικότητα τις πλαστικές κινήσεις οποιοδήποτε δημόσιου πρόσωπου. Έτσι, το θέατρο που στήνεται σε κάθε είδους διάλογο μεταξύ των φερομένων πολιτικών προσώπων, ο θεατής απλά το έχει συνηθίσει αφού έτσι κι αλλιώς ουδέποτε θα μπει στη διαδικασία να στοχαστεί κριτικά τί λένε οι πρωταγωνιστές.

Πόσο μάλλον να ακυρώσει την ιδία την παράσταση. Με αυτό το τρόπο αυτοί που βεβηλώνουν τη δημόσια σφαίρα συνεχίζουν ακάθεκτοι με τη συγκατάθεση των υπηκόων τους.

Η εξουσία εγκωμιάζει με παραληρηματικό μονόλογο την υπόστασή της. Έτσι, το θέατρο συνεχίζει για πολλοστή φορά να ανανεώνει τις παραστάσεις τους με το ίδιο έργο.
 
Με το μόνο για το όποιο δεν εγείρονται αμφιβολίες είναι για την ματιά του κοινού που δεν έχει καταλάβει πως το να ψηφίζεις στις εκλογές είναι το ίδιο όπως το να ψηφίζεις σε κάποιο ρεάλιτυ σόου. Το αποτέλεσμα είναι προδικασμένο αλλά το κοινό έχει την ψευδαίσθηση ότι μετέχει…