Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ GNU ΚΑΙ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ

*Όσοι θεωρούν τους υπολογιστές κακοήθεις συσκευές με μοναδικό σκοπό ύπαρξής τους να γεμίζουν τον κενό χώρο στο γραφείο και να τους κάνουν τη ζωή δύσκολη, άντε το πολύ να παίζουν καμιά πασιέντζα, ας ξεκινήσουν καλύτερα από το τέλος του κειμένου, όπου υπάρχουν επεξηγήσεις βασικών εννοιών.

Το παρακάτω κείμενο αφορά όσους έχουν συνηθίσει να ψωνίζουν από το μεγαλέμπορα (Microsoft ή ελληνιστί Μικρομαλακή) και αγνοούν ο,τιδήποτε άλλο, πέρα από αυτά που ο Βασιλάκης Πόρτας τους έχει σερβίρει. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως τα προγράμματα της Μικρομαλακής είναι όλα για τα μπάζα, αλλά καλό θα ήταν να ξέρουν πως εκτός από τα Windows, το λειτουργικό που έδωσε νόημα στο κουμπί RESET των PC, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι να κάνει κανείς τη δουλειά του. Ο όρος «ελεύθερο λογισμικό» ή «λογισμικό ανοιχτού κώδικα» (Open Source software) δεν σημαίνει πως τα προγράμματα είναι τζάμπα (αν και στο 99% των περιπτώσεων είναι δωρεάν και ακόμα και αυτά που έχουν κάποιο κόστος μπορούν να χρησιμοποιηθούν από οποιονδήποτε, χωρίς αυτό να συνιστά ποινικό αδίκημα), αλλά κυρίως, πως ο καθένας μπορεί να δει πώς είναι φτιαγμένα, να τα αντιγράψει, να τα δώσει σε όποιον θέλει, να τα βελτιώσει, να τα ανασκευάσει και τέλος πάντων, να τα κοψοράψει στα μέτρα του.

Το κείμενο γράφεται και γι’ αυτούς που πιστεύουν μεν πως οι επαναστάσεις κερδίζονται στους δρόμους, αλλά δεν έχουν πάρει χαμπάρι τις λεωφόρους που άνοιξε η νέα τεχνολογία και τις οποίες το κεφάλαιο και η στρατοκρατία χρησιμοποιούν εδώ και καιρό. Σήμερα, όσο σημαντικό είναι να μπορούμε να κινούμαστε στο φυσικό χώρο, άλλο τόσο σημαντικό είναι να μπορούμε να βρούμε το δρόμο μας στον κυβερνοχώρο. Πριμιτιβιστές και όσοι γενικότερα πιστεύουν ότι η τεχνολογία είναι σατανική και πως πρέπει να επιστρέψουμε στις σπηλιές και να μαζεύουμε βρούβες, δεν χρειάζεται να συνεχίσουν την ανάγνωση.

Η ιστορία μας ξεκινά στο Εργαστήριο Τεχνητής Νοημοσύνης του Μ.Ι.Τ. το 1971. Ένας νεαρός επιστήμονας υπολογιστών (τότε δεν υπήρχαν σαφείς διαχωρισμοί μεταξύ προγραμματιστών και μηχανικών) ονόματι Richard Stallman, δούλευε εκεί εκείνο τον καιρό και μαζί με τους υπόλοιπους προγραμματιστές του εργαστηρίου είχαν φτιάξει ένα λειτουργικό σύστημα για τον υπολογιστή PDP-10 που χρησιμοποιούσαν. Εκείνη την εποχή, αυτό αποτελούσε δουλειά ρουτίνας καθώς τα λειτουργικά συστήματα ήταν εξατομικευμένα για κάθε μηχάνημα (μιλάω για τα ογκώδη ακαλαίσθητα μηχανήματα που όλοι έχουμε δει σε βιβλία ιστορίας και καμία σχέση δεν έχουν με τα τρισχαριτωμένα, σπιτικά μας PC) και δεν μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει το ίδιο λειτουργικό σε διαφορετικούς υπολογιστές.

Σ’ αυτό το σημείο της ιστορίας, κανείς δεν θεωρούσε το λογισμικό ως προϊόν πνευματικής ιδιοκτησίας. Όταν κάποιος ρωτούσε για το πώς κάποιο συγκεκριμένο έργο είχε επιτευχθεί, οι προγραμματιστές του έλεγαν ή ακόμα μοιράζονταν μαζί του το λογισμικό, το οποίο είχαν γράψει για να κάνει τη δουλειά. Για τους προγραμματιστές εκείνης της εποχής, ο κώδικας δεν ήταν παρά ένα σύνολο οδηγιών και κανείς δεν είχε σκεφτεί πως οι οδηγίες θα έπρεπε να θεωρούνται ιδιοκτησία. Στο ακαδημαϊκό περιβάλλον όπου οι περισσότεροι προγραμματιστές εργάζονταν, ο κώδικας μοιραζόταν μεταξύ συναδέλφων με τον ίδιο τρόπο που μοιραζόταν κάθε προϊόν έρευνας. Αυτό άρχισε να αλλάζει στη δεκαετία του 80. Καθώς μια νέα γενιά ισχυρότερων υπολογιστών κατέστησε τον PDP-10 και τους όμοιούς του απαρχαιωμένους, οι κατασκευαστές άρχισαν να απαιτούν συμφωνητικά εχεμύθειας πριν να παράσχουν άδειες χρήσεως για τα λειτουργικά τους συστήματα στους τελικούς χρήστες.

Κάποια στιγμή, ο Stallman χρειάστηκε να αναδιαμορφώσει τον υπολογιστή,  με τον οποίο εργαζόταν και γι’ αυτό ζήτησε πληροφορίες από έναν φίλο του, που όμως αρνήθηκε, ισχυριζόμενος ότι δεσμευόταν από την άδεια χρήσεως της εταιρείας απ’ όπου είχε προμηθευτεί το μηχάνημά του. Για τον Stallman, η ιδέα των συμφωνητικών εχεμύθειας ήταν φρικαλέα. Σήμαινε πως το πρώτο βήμα στη χρησιμοποίηση της  τεχνολογίας, ήταν το να συμφωνήσεις στο να μην βοηθάς άλλους. Καθώς το ιδιοκτησιακό λογισμικό γινόταν ο κανόνας, ο Stallman βρέθηκε σ΄ ένα σταυροδρόμι. Από τη μία, θα μπορούσε να υψώσει λευκή σημαία και να πάει με το πλήθος. Αυτό θα σήμαινε μια ακριβοπληρωμένη δουλειά στη βιομηχανία λογισμικού. Από την άλλη, θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις ικανότητές του για να γράφει και να διανέμει λογισμικό, το οποίο θα αναδιανεμόταν ελεύθερα. Για εκείνον αυτό δεν ήταν παρά μια «ξεκάθαρη, ηθική επιλογή»· πίστευε πως είχε ηθικό καθήκον να βοηθήσει ενάντια στην παλίρροια της εμπορευματοποίησης του λογισμικού.

Ο Stallman αποφάσισε να ξεκινήσει γράφοντας ένα λειτουργικό σύστημα, γιατί χωρίς αυτό, κάθε άλλο πρόγραμμα θα ήταν άχρηστο. Ακόμη, αποφάσισε να διαμορφώσει το λειτουργικό του στα πρότυπα του Unix, το οποίο κέρδιζε σε δημοτικότητα. Επιδεικνύοντας την καυστική του αίσθηση του χιούμορ, το ονόμασε GNU (GNU’s Not Unix). (Τέτοια ακρωνύμια, τα λεγόμενα επαναληπτικά ακρωνύμια, είναι ιδιαίτερα συνήθη στον κόσμο των προγραμματιστών.)

Το να γράψεις ένα ολόκληρο λειτουργικό σύστημα, είναι τεράστια δουλειά. Ο Stallman θεώρησε πως έπρεπε πρώτ’ απ’ όλα να γράψει έναν επεξεργαστή κειμένου, γιατί αυτό θα καταστούσε την διαδικασία κωδικοποίησης πιο εύκολη. Ο επεξεργαστής που έφτιαξε, λέγεται GNU Emacs και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται και σήμερα, με συνεχείς βελτιώσεις. Πριν όμως τον διανείμει, έπρεπε να βρει κάποιο τρόπο να βεβαιωθεί πως θα παρέμενε ελεύθερος (και όχι αντικείμενο ιδιοκτησίας).

Έτσι, επινόησε μια άδεια η οποία θα θεσμοθετούσε αυτή την ελεύθερη κατάσταση και την ονόμασε GNU General Public License (GPL). O Emacs και όλα τα μεταγενέστερα προϊόντα του εγχειρήματος GNU εκδίδονται υπό την GPL, όπως επίσης και τα περισσότερα ελεύθερα προγράμματα (Open Source software) χρησιμοποιούν κάποια παραλλαγή της, αν όχι την ίδια την GPL.

Το Free Software Foundation

Καθώς το εγχείρημα του GNU άρχισε να μεγαλώνει και οι άνθρωποι άρχισαν να χρησιμοποιούν τα προϊόντα του, αυτό προσέλκυσε και άλλους προγραμματιστές. Καθώς ο πηγαίος κώδικας για το καθετί ήταν ελεύθερα προσβάσιμος, ήταν εύκολο για τους προγραμματιστές να τον μελετήσουν και να προτείνουν βελτιώσεις, επεκτάσεις ή ακόμα και πλήρεις αναδιαμορφώσεις των διαφόρων προγραμμάτων. Αυτό ακριβώς είχε ο Stallman στο μυαλό του όταν συνέτασσε την GPL: μια κοινότητα προγραμματιστών, που όλοι μαζί θα έφτιαχναν καλύτερα προγράμματα και θα τα μοιράζονταν με όλο τον κόσμο.

Το 1985, τα θέματα της εύρεσης πόρων και της διαχείρισης του όλου εγχειρήματος είχαν γίνει τόσο περίπλοκα, που ήταν σαφές πως κάποια μορφή επίσημης οργάνωσης ήταν απαραίτητη για τη διαχείριση του εγχειρήματος GNU. Έτσι, ο Stallman και οι συνεργάτες του ίδρυσαν έναν οργανισμό μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (tax-exempt charity σύμφωνα με τον ορισμό της αμερικανικής εφορίας), το Free Software Foundation (Ίδρυμα ελεύθερου λογισμικού). Το ίδρυμα μπορεί πλέον να μαζεύει χρήματα μέσω δωρεών ή από την πώληση πακεταρισμένων διανομών ελεύθερου λογισμικού (καμία σχέση με τα ποσά που κοστολογεί η Μικρομαλακή τις αντίστοιχες πατάτες της) και να απασχολεί πλήρως ανθρώπους για να δημιουργούν περισσότερο ελεύθερο λογισμικό. Περισσότερες πληροφορίες για το F.S.F. το GNU, καθώς και την ίδια την GPL, μπορείτε να βρείτε στη διεύθυνση http://www.gnu.org

Η έκρηξη του ελεύθερου λογισμικού

Οι άνθρωποι στο F.S.F. φυσικά, δεν ήταν οι μόνοι που έκαναν αυτού του είδους τη δουλειά. ΟΙ άνθρωποι του BSD (ομάδα ατόμων στο Berkley, που και αυτοί έφτιαχναν ελεύθερο λογισμικό, ξεκινώντας από το BSD, μια παραλλαγή του Unix), καθώς και άλλοι ανεξάρτητοι προγραμματιστές, μόλις η GPL έγινε ευρύτερα γνωστή, άρχισαν και αυτοί να την χρησιμοποιούν. Τέτοιου είδους εγχειρήματα άρχισαν να γιγαντώνονται καθώς το Internet άρχισε και αυτό να χρησιμοποιείται ευρύτερα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Το Internet κατέστησε δυνατό σε ανθρώπους που μπορεί να χωρίζονταν από χιλιάδες χιλιόμετρα, ωκεανούς ή εθνικά σύνορα, να συνεργάζονται πάνω σε αυτά τα εγχειρήματα, κάτι που μερικά χρόνια πριν, θα ήταν ακατόρθωτο.

Έτσι, δεν είναι περίεργο που τα πιο επιτυχημένα ελεύθερα προγράμματα είναι εργαλεία για το Internet. Το sendmail, ένας e-mail server και ο Apache, ένας server για το World Wide Web (www), είναι δύο από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα προγράμματα του είδους τους και τα δύο έχουν εκδοθεί υπό την GPL.

Το ελεύθερο λογισμικό, όμως πραγματικά απογειώθηκε όταν ο Linus Torvalds, κυκλοφόρησε τις πρώτες εκδόσεις του λειτουργικού συστήματος Linux, με σήμα έναν χαριτωμένο πιγκουΐνο, τον Tux, υπό την GPL. Μόλις το Linux αναπτύχθηκε στο σημείο να αποτελεί ένα πλήρως εργονομικό σύστημα, ήταν πλέον σαφές πως κάποιος μπορούσε να στήσει ένα σύστημα χρησιμοποιώντας μόνο ελεύθερο λογισμικό. Η προσθήκη του Linux kernel (=ο πυρήνας ενός λειτουργικού συστήματος) στο σύνολο των υπαρχόντων εργαλείων του GNU, ολοκλήρωσε το σύστημα. Στην πραγματικότητα, αυτό που αναφέρουμε σαν Linux, πιο σωστά λέγεται GNU/Linux, αφού η διαφοροποίηση έγκειται στον πυρήνα του λειτουργικού.

Ο Stallman συνεχίζει να δουλεύει πάνω σ’ έναν δικό του καινούριο πυρήνα, που τον ονομάζει Hurd, αλλά μάλλον θα περάσουν κάποια χρόνια μέχρι να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί ευρέως. Σε αντίθεση με τον Torvalds, ο οποίος διαμόρφωσε τον πυρήνα του σύμφωνα με τους υπάρχοντες πυρήνες Unix, το σχέδιο του Stallman βασίζεται σε μια μάλλον προηγμένη θεωρία. Συνεπακόλουθα, η πρόοδος στο Linux υπήρξε πολύ ταχύτερη απ’ ότι στο Hurd.

Η άνοδος του Open Source

Σε αυτήν την ιστορία, χρονολογικά, φτάνουμε στο 1997. Σε αυτό το σημείο το Linux είχε εξελιχθεί σ’ ένα αρκετά προηγμένο σύστημα και στην λογική εναλλακτική λύση έναντι των εμπορικών Unix. Ήταν αρκετά ανώτερο ακόμα και από τα Windows NT που κυριαρχούσαν στον τομέα των εταιριών. Ο Apache και το sendmail, είχαν εγκατασταθεί για τα καλά στις «φωλιές» τους και ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός χρηστών είχε αρχίσει να εκφράζει την περιέργειά του για το Linux, είτε από δυσαρέσκεια για το λογισμικό της Microsoft, είτε εξ αιτίας του χαμηλού κόστους του. Εταιρίες και οργανισμοί (Red Hat, Debian, SuSe κ.ά.) παρήγαγαν με έντονους ρυθμούς διάφορες διανομές, που περιείχαν τον πυρήνα Linux και μια ποικιλία χρήσιμων προγραμμάτων. Επίσης, αυτές οι διανομές ήταν εύκολο να εγκατασταθούν.

Παρ’ όλ’ αυτά, το ελεύθερο λογισμικό έχαιρε ελάχιστης εκτίμησης στην αγορά. Παρά την δυναμικότητα και τη σταθερότητά του, το Linux θεωρείτο κάτι σαν ένα παιχνίδι για χάκερς, φτιαγμένο από αυθεντίες της πληροφορικής, ενώ οι συνήγοροι του ελεύθερου λογισμικού δεν μπορούσαν να βρουν το δίκιο τους. Το χάσμα μεταξύ της κοινότητας των προγραμματιστών φαινόταν αγεφύρωτο και υπήρχε η ανησυχία ότι ποτέ δεν θα γεφυρωνόταν. (Το λογισμικό που χρησιμοποιούν οι εταιρίες θεωρείται πλουτοπαραγωγικό εργαλείο, δεν πα’ να ‘ναι και πασιέντζα και γι’ αυτό το πληρώνουν, βάσει νόμου, στην διπλή, τριπλή ή ακόμα μεγαλύτερη τιμή απ’ ότι οι ιδιώτες. Γι’ αυτό σκοτίζονταν οι άνθρωποι του ελεύθερου λογισμικού, γιατί έχοντας επιχειρήσεις στο πελατολόγιό τους θα μπορούσαν χωρίς οικονομικούς περιορισμούς να κάνουν τη δουλειά τους και όχι για το ότι τους έφτυναν γενικότερα οι εταιρίες.)

Ένας από τους υπερασπιστές του ελεύθερου λογισμικού, ο Eric Raymond, έγραψε μια μονογραφία με τίτλο “The Cathedral and the Bazaar” (ο καθεδρικός και το παζάρι) σε μια προσπάθεια να εξηγήσει καλύτερα τη λογική του ελεύθερου λογισμικού. Στο δοκίμιό του αντιπαρέβαλλε τη διαδικασία ανάπτυξης του ελεύθερου λογισμικού με αυτή του εμπορικού ομολόγου του. Έγραψε ότι το εμπορικό λογισμικό αναπτυσσόταν σαν μέσα σε καθεδρικό ναό, μονωμένο από την μεγάλη πλειοψηφία των χρηστών και των ανεξάρτητων προγραμματιστών, ενώ το ελεύθερο λογισμικό αναπτυσσόταν όπως ένα παζάρι, παρέχοντας ένα χώρο συνάντησης όλων όσων ήθελαν να βρίσκονται εκεί. Ο Raymond υποστήριζε πως το μοντέλο του παζαριού είναι ανώτερο, γιατί ένας μεγάλος αριθμός χρηστών και προγραμματιστών θα συντείνει στο να παράγεται καλύτερος κώδικας, ταχύτερα. Όποιος θέλει να συνεισφέρει στο εγχείρημα γράφοντας κώδικα, είναι ελεύθερος να το κάνει, έτσι, συνολικά τα προγράμματα γράφονται ταχύτερα και ο καλύτερος κώδικας ενσωματώνεται τελικά στο πρόγραμμα.

Για να στηρίξει τις απόψεις του, ο Raymond έκανε και μια πρακτική μελέτη. Έγραψε ένα πρόγραμμα, το fetchmail, το οποίο κατεβάζει e-mails από ένα server και τα παραδίδει σε υπολογιστές με Linux. Αφηγήθηκε τη διαδικασία ανάπτυξης του προγράμματος και πως οι συνεισφορές άλλων βοήθησαν στην γρήγορη ολοκλήρωση του προγράμματος, σύμφωνα με το μοντέλο του παζαριού.

Το “The Cathedral and the Bazaar” αποδείχθηκε κείμενο ιδιαίτερης επιρροής. Έκανε τους επικεφαλής της Netscape να δημοσιεύσουν τον κώδικα για το δημοφιλές τους πρόγραμμα περιήγησης στο Internet, τον Netscape Navigator, με την ελπίδα ότι ανεξάρτητοι προγραμματιστές θα βοηθούσαν να βελτιωθεί. Σήμερα το Open Source project, που ασχολείται με αυτό ονομάζεται Mozilla. Μεταξύ των προϊόντων της δουλειάς των προγραμματιστών του Mozilla project είναι και ο FireFox, ένας browser, που κερδίζει ολοένα και περισσότερους χρήστες και είναι ο δεύτερος δημοφιλέστερος αυτή τη στιγμή. Η Netscape, ενσωματώνει πλέον τον κώδικα του Mozilla στο δικό της προϊόν και η μοναδική διαφορά (πλην του ονόματος και του λογοτύπου) μεταξύ των δύο, είναι ότι ο Netscape Navigator εγκαθίσταται μαζί με διαφημίσεις της America On Line. Η Netscape προχώρησε ακόμα περισσότερο προσεγγίζοντας τον Raymond για να τους συμβουλέψει στο πώς να εντάξουν τον Navigator στο mainstream του ελεύθερου λογισμικού.

Στις αρχές του 1998, παίρνοντας θάρρος από τις ανακοινώσεις της Netscape, ο Raymond συναντήθηκε με μερικούς άλλους υποστηρικτές του ελεύθερου λογισμικού για να συζητήσουν τι θα μπορούσαν να κάνουν για να ενθαρρύνουν τέτοιου είδους πρωτοβουλίες από πλευράς εταιριών λογισμικού. Κατέληξαν στο ότι μέρος αυτού που δρούσε ανασχετικά για το ελεύθερο λογισμικό, ήταν ο υπονοούμενος συγκρουσιακός (σε σχέση με τις εταιρίες) χαρακτήρας που περιείχετο στον όρο ελεύθερο λογισμικό (free=δωρεάν). Άσχετα με το αν το υπονοούμενο ήταν εσκεμμένο ή όχι, θεώρησαν πως ο όρος αυτός είχε μια αντι-επιχειρηματική χροιά και αποφάσισαν να τον αντικαταστήσουν με τον όρο Open Source (ανοιχτού κώδικα). Αυτές τις λέξεις χρησιμοποίησε η Netscape στην ανακοίνωση τύπου πριν δημοσιεύσει τον κώδικα. Τον ίδιο όρο χρησιμοποίησε στα διαφημιστικά του υλικά ένας εκδοτικός οίκος βιβλίων για υπολογιστές, ο O’Reilly and Associates. Με αυτά τα μεγάλα ονόματα στο πλευρό του, ο όρος Open Source πήρε μεγάλη ώθηση.

Αν και η έκταση της συμβολής της πρωτοβουλίας του Open Source είναι αμφισβητούμενη, το 1999 ήταν χρονιά-ορόσημο για το ελεύθερο λογισμικό. Οι χρήστες του Linux αυξήθηκαν κατά 212% και μεγάλες εταιρίες λογισμικού όπως η Corel και η Oracle ανακοίνωσαν την υποστήριξή τους σε αυτό (δηλαδή ότι θα έφτιαχναν προγράμματα που να τρέχουν σε Linux και να περιλαμβάνονται στις διάφορες διανομές του). Οι Torvalds, Raymond και Stallman είχαν μεγάλη ζήτηση για να δίνουν συνεντεύξεις και να γράφουν άρθρα σε περιοδικά. Αυτή η τάση συνεχίστηκε και εντάθηκε μέσα στο 1999 καθώς κι άλλες εταιρίες άρχισαν να μετέχουν στο Linux-ιακό γίγνεσθαι.

Σήμερα, το Linux γνωρίζει ακόμα μεγαλύτερη άνθηση. Η ίδια η Μικρομαλακή, δια στόματος του πρώην προέδρου της και φτωχότερου ανθρώπου στον πλανήτη, Βασιλάκη Πόρτα, αναγνώρισε το Linux ως τη μεγαλύτερη απειλή για τα Παράθυρά της και την οικονομική της παντοδυναμία και αυτό ήταν εν μέρει που την οδήγησε στο να ξεκινήσει έρευνα σε νέους τομείς εκμετάλλευσης. Αυτή τη στιγμή, το linux λόγω σταθερότητας κυριαρχεί στην αγορά των servers, χρησιμοποιείται σε κινητά τηλέφωνα τρίτης γενιάς, σε PDAs, στο PlayStation2 και πρόσφατα, ομάδα hackers κατάφερε να το ενσωματώσει στην παιχνιδομηχανή της Microsoft, το ΧΒΟΧ. Από την άλλη μεριά, εσωτερικά υπομνήματα της Microsoft, που διέρρευσαν προς τον τύπο, δείχνουν τον βρώμικο πόλεμο που κάνει ο Βασιλάκης στον πιγκουΐνο του linux: Καθ’ ότι εξακολουθεί να κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι της πίττας στην αγορά του software, απειλεί άλλες εταιρείες που συνεργάζονται στο εγχείρημα του GNU/linux ότι θα μποϋκοτάρει τα προϊόντα τους. Ακόμα, έχει ξεκινήσει εκστρατεία κατασυκοφάντησης του ελεύθερου λογισμικού, μόνο που στοιχεία της έρευνας που περιλαμβάνεται στο ίδιο υπόμνημα, δείχνουν ξεκάθαρα πως όσοι ήδη χρησιμοποιούν linux δεν τρώνε τα παραμύθια που θέλουν να τους σερβίρουν και πως χάρη σ’ αυτή την διαρκή επίθεση λάσπης, όλο και περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν για το ελεύθερο λογισμικό και στρέφονται προς τα ‘κει. Το ανησυχητικό της υπόθεσης, είναι ότι όλο και περισσότερες κρατικές υπηρεσίες και αστυνομίες πετάνε στα σκουπίδια τα windows γιατί ξέρουν πλέον ότι δεν είναι καθόλου ασφαλή και στρέφονται στο linux, πράγμα που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την επίθεση σε τέτοιου είδους στόχους.

Δύο άλλες προσπάθειες άξιες μνείας, η οποίες θα ενδιαφέρουν τους λάτρεις της μουσικής και των ταινιών, είναι η ακόλουθες: Όσοι μέχρι σήμερα κατέβαζαν μουσική από το Internet, την έβρισκαν συνήθως στη μορφή του MP3. Το MP3, είναι ένας απωλεστικός αλγόριθμος συμπίεσης, όπως λέγεται, γιατί αφαιρεί μετά από πολύπλοκους υπολογισμούς τις πληροφορίες από ένα κομμάτι μουσικής, οι οποίες δεν γίνονται αντιληπτές από το ανθρώπινο αυτί. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, το τραγούδι που θα πάρουμε μετά από συμπίεση κατά MP3, να καταλαμβάνει πολύ λιγότερο χώρο απ’ ότι το αρχικό. Το format MP3, όμως, είναι ιδιοκτησιακό λογισμικό και η εταιρεία που το δημιούργησε έχει γνωστοποιήσει την πρόθεσή της να απαιτήσει την καταβολή δικαιωμάτων από όποιον το χρησιμοποιεί. Πρακτικά δηλαδή, τα MP3 players, προγράμματα συμπίεσης, προγράμματα που αναπαράγουν μουσική στο PC, παιχνίδια και γενικότερα ότι έχει σχέση με αυτή την τεχνολογία, θα ακριβύνει σημαντικά. Θα σας πρότεινα να κάνετε μια βόλτα στο xiph.org όπου θα ανακαλύψετε το Ogg Vorbis. Ε, όχι, δεν είναι νορβηγικό τουριστικό θέρετρο, αλλά ένας αλγόριθμος σαν το MP3, μόνο που: α) είναι ελεύθερο λογισμικό (=> δωρεάν για πάντα, κ.λπ.), β) πετυχαίνει μεγαλύτερη συμπίεση από το MP3 και γ) έχει απείρως καλύτερο ήχο. Όσοι πετάξατε λεφτά για MP3 players μπορείτε να κοπανήσετε τώρα το κεφάλι σας στον τοίχο, αφ’ ενός γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο σε λίγο καιρό να μην βρίσκετε εύκολα τραγούδια σε MP3, οπότε θα μείνετε με ό,τι έχετε ως τώρα και αφ’ ετέρου γιατί όπου να ‘ναι θα βγουν στην αγορά οι πρώτοι Ogg players, που θα παίζουν μεταξύ άλλων και τα παλιά σας δισκάκια με MP3. Ένα ανάλογο εγχείρημα με το Ogg Vorbis έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό στο χώρο συμπίεσης των ταινιών, αλλά μάλλον θα αργήσει λίγο, καθώς οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να ξαναανακαλύψουν τον τροχό, αφού όλα όσα σχετίζονται με τις ταινίες και την αναπαραγωγή τους βρίσκονται υπό ιδιοκτησιακό καθεστώς και ως εκ τούτου κρατούνται μυστικά.

Εξ ίσου σημαντική κρίνεται και η αναφορά στο OpenOffice.org, μία σουίτα γραφείου (δηλαδή περιέχει έναν εξελιγμένο επεξεργαστή κειμένου, λογιστικά φύλλα, πρόγραμμα δημιουργίας παρουσιάσεων και πρόγραμμα σχεδίασης), η οποία έκανε την πρώτη εμφάνισή της πριν από δύο χρόνια περίπου και με τρόπο ανάλογο με αυτό του Mozilla. Η Sun είχε μια δική της σουίτα γραφείου, το Star Office. Κατά τρόπο ανάλογο με αυτό της Netscape, δημοσιοποίησε τον κώδικά της και έτσι προέκυψε το OpenOffice.org, ένα εξαιρετικό εργαλείο το οποίο θα εξαφανίσει το Office της M$ από πολλούς υπολογιστές, καθώς κάθε έκδοσή του είναι ακόμα καλύτερη από την προηγούμενη και ήδη υπερέχει στα περισσότερα σημεία έναντι του ανταγωνιστή του, ενώ τα παραγόμενα  αρχεία είναι σε μεγάλο ποσοστό συμβατά με αυτά των Word, Excel και PowerPoint.

Γυρίζουμε πίσω στον Stallman, ο οποίος δεν χάρηκε με την μετάλλαξη του Free Software σε Open Source (όπως και πολλοί άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο γράφων), γιατί θεωρεί πως το Open Source και το Free Software είναι δύο ξεχωριστά κινήματα και αυτό, γιατί η διττή σημασία του free καλύπτει απ’ όλες τις απόψεις την ιδέα του για τα προϊόντα λογισμικού, ενώ το Open Source αντιμετωπίζει το ίδιο θέμα με διαφορετική προσέγγιση. Ας μην ξεχνάμε πως ο όρος Open Source επινοήθηκε για να μην «τρομάζουν» οι εταιρίες. Παρ’ όλ’ αυτά, αρκετά συχνά, μέλη και των δύο κινημάτων συνεργάζονται σε κοινά σχέδια. Πάντως, οι επιπτώσεις του εγχειρήματος του GNU είναι αισθητές και στις μέρες μας.  Όσοι χρησιμοποιούν το Linux ή κάποια άλλη μορφή Unix, σίγουρα θα χρησιμοποιούν και εργαλεία κατασκευασμένα με το μοντέλο του ελεύθερου λογισμικού, τα οποία έχουν εκδοθεί υπό την GPL ή κάποια από τις παραλλαγές της.

Αν κι εσύ αγαπητέ (αγαπητή) αναγνώστη (αναγνώστρια) ενδιαφέρεσαι για το κίνημα του ελεύθερου λογισμικού και θα ήθελες να στηρίξεις την προσπάθεια, δεν χρειάζεται να είσαι προγραμματιστής για να το κάνεις. Χρειάζεται να γίνουν μεταφράσεις εγχειριδίων (ακόμα και τμηματικές), δοκιμές προγραμμάτων, αλλά ωφέλιμες είναι και ιδέες για το τι θα θέλατε να κάνει ο υπολογιστής για εσάς, που δεν το κάνει ήδη. Μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες, στις ακόλουθες διευθύνσεις καθώς και στα links, που υπάρχουν σε αυτές: www.linux.org, www.freebsd.org, www.opensource.org, www.x.org, www.kde.org, www.samba.org, www.linuxdevices.com, www.openoffice.org, www.mozilla.org, www.sendmail.org, www.ellak.gr, www.hellug.gr. Η σελίδα την οποία πρέπει πάση θυσία να επισκεφτείτε είναι η http://www.gnu.org/philosophy/why-free.html, όπου ο ίδιος ο Stallman εκθέτει τις απόψεις του περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Λεξιλόγιο:

Ξεκινώ με την υπόθεση πως έχετε δει έστω και έναν υπολογιστή στη ζωή σας, πως ξέρετε τι σημαίνει PC και πως έχετε στείλει –έστω και με τη βοήθεια τρίτων- ένα e-mail. Το λεξιλόγιο περιλαμβάνει μόνο λέξεις που μπορεί να σας προβληματίσουν στο παρόν κείμενο.

κώδικας ή πηγαίος κώδικας: οι εντολές που γράφει ένας προγραμματιστής σε κάποια γλώσσα προγραμματισμού, κατανοητή στον άνθρωπο, πριν αυτές μεταφραστούν στη γλώσσα της μηχανής.

πρόγραμμα ή εφαρμογή: μεταφρασμένος κώδικας έτοιμος για χρήση από τους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, π.χ. η πασιέντζα των Windows, το Word κ.τ.λ. Αν και δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ προγράμματος και εφαρμογής, με τον όρο εφαρμογή αναφερόμαστε συνήθως σε προγράμματα μικρά σε μέγεθος (και απόλαυση…)

λογισμικό (software): σε αντίθεση με το hardware (οι συσκευές που συναποτελούν τον υπολογιστή), software (λογισμικό) είναι τα προγράμματα που έχει ένας υπολογιστής

λειτουργικό σύστημα: αν ο νους του υπολογιστή είναι ο επεξεργαστής του, τότε η ψυχή του είναι το λειτουργικό σύστημα. Είναι το βασικό και αναγκαίο πρόγραμμα που καθορίζει και ελέγχει από την ένδειξη της οθόνης, μέχρι το πώς επικοινωνεί ο επεξεργαστής με τα υπόλοιπα στοιχεία του υπολογιστή. Χωρίς λειτουργικό σύστημα, ένας υπολογιστής σας είναι τόσο χρήσιμος, όσο οι πρώτες ύλες, από τις οποίες φτιάχτηκε. Το Linux, το DOS, τα Windows και οι διάφορες παραλλαγές Unix αποτελούν παραδείγματα λειτουργικών συστημάτων.

επεξεργαστής κειμένου: δεν νομίζω να χρειάζεται επεξήγηση, αλλά ποτέ δεν ξέρεις… Επεξεργαστής κειμένου λοιπόν, είναι ένα πρόγραμμα, με το οποίο γράφετε και  επεξεργάζεστε ένα κείμενο.

server: καθώς οι ανθρώπινες σχέσεις είναι σχέσεις δούναι και λαβείν, ε, ανθρώπινο δημιούργημα και ο υπολογιστής, θα ήταν διαφορετικός από εμάς; Server λοιπόν, αυτολεξεί θα το αποδίδαμε ως υπηρέτης. Κάτι τέτοιο είναι. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε ένα πρόγραμμα, ή σε ένα μηχάνημα. Το αντίθετό του είναι ο client. Ο client ζητάει κάτι και ο server του το παρέχει. Ο Internet Explorer για παράδειγμα είναι ένας client που ζητάει για χάρη μας σελίδες αποθηκευμένες σ’ ένα μηχάνημα, τον server, o οποίος μπορεί να βρίσκεται σε άλλη ήπειρο, σε άλλη χώρα, σε άλλη πόλη, στο ίδιο τετράγωνο ή μπορεί ακόμα να είναι και ο ίδιος μας ο υπολογιστής.