ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ

Ζήσαμε τις τελευταίες εβδομάδες, μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ένα φαινόμενο γεμάτο ένταση και σαγηνευτικές υποσχέσεις. Χιλιάδες κόσμου επέδραμαν στου δρόμους, συγκρουόμενοι με τις δυνάμεις καταστολής, εισβάλοντας, λεηλατώντας -τράπεζες, καταστήματα, αστυνομικά τμήματα, «κρατικά» κτίρια- και γενικά καταβαραθρώνοντας το τοτέμ της κοινωνικής ειρήνης.

Υπό αυτές τις συνθήκες όμως ήταν εύκολο να προβλέψει κανείς ότι οι νοικοκυραίοι κατελήφθησαν από πανικό. Οι εφημερίδες, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση είπαν: Καταλαβαίνουμε απολύτως την  αγανάκτηση του κόσμου για τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου, μπορούμε επίσης να καταλάβουμε και τις όποιες άλλες «ανησυχίες» τους. Αλλά με το να λεηλατούν καταστήματα και την δημοσία περιουσία, μας οδηγούν στην ομόφωνη καταδίκη των συμπεριφορών αυτών και ζητάμε επιτακτικά να μην μείνουν ατιμώρητες.  

Αλλά δεν είναι ο κίνδυνος των καταστροφών που πανικοβάλει τους νοικοκυραίους. Αυτό που τους τρομάζει δεν είναι οι υλικές καταστροφές και τα πλιάτσικα, αλλά να μην καταστραφούν τα βασικά γρανάζια της παραγωγής. Για τους φιλήσυχους πολίτες και τους λακέδες των ΜΜΕ ο φόβος μπροστά στην ελευθερία τους κάνει να παραλύουν. Όλοι αυτοί έχουν οικειοποιηθεί ως «ζωή» κάτι τελείως ξένο προς αυτούς. Αντιλαμβάνονται και οικειοποιούνται μονό ότι διέπεται από της αρχές της εμπορευματικής παραγωγής. Οι φιλήσυχες ζωές των απειλούνται. Και η απειλή όλο και μεγαλώνει όσο οι ταραξίες δεν συζητούν τα αιτήματα τους με το κράτος και το κεφάλαιο, σαν να επρόκειτο για ελεημοσύνη. Είναι γνωστή άλλωστε η θέση: Μα καλά αυτοί δεν έχουν ούτε καν αιτήματα, τι θέλουν τελικά?      

Η αναταραχή έγκειται στην προσπάθεια κατεδάφισης του κράτους, της ατομικής ιδιοκτησίας και την απελευθέρωση του χώρου και του χρόνου από την εμπορευματική παραγωγή. Όμως πάνω από όλα σ ’αυτή την κατεδάφιση περιλαμβάνεται η κατεδάφιση του πολιτικού αγώνα, ο οποίος εκλαμβάνεται ως «μια πολωμένη αντιπαράθεση μεταξύ μερών αναγνωρισμένων και εξουσιοδοτημένων από την κρατική μηχανή». Φυσικά, εδώ πρέπει να τονιστεί ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος οι καταστροφές να θεωρηθούν ως αυτοσκοπός και όχι ως η απαρχή της δημιουργίας, δηλ. τη διαμόρφωση κοινωνικών δομών διάφορων από τις ήδη οριζόμενες από την θεαματική κοινωνία.

Είναι εμφανής λοιπόν ο διαχωρισμός δυο στρατοπέδων. Οι πολλοί, αυτοί που τρώνε καθημερινά σαν μετά-Ξανθόπουλοι τα χαστούκια της ζωής, ενώ παράλληλα προσπαθούν να γίνουν ευτυχισμένοι και να απολαύσουν τα καλά αυτού του κόσμου. Όλοι αυτοί τρέμουν κάθε είδους ρήξη και συνδράμουν με κάθε μέσο τα τελευταία γεγονότα να αποτελέσουν μια μακρινή ανάμνηση, ώστε να κάνουν πράξη τα φανταχτερά όνειρα τους. Αυτοί ζητούν την υπεραστυνόμευση, τον έλεγχο, συνεργάζονται με «τας Αρχάς» και το παρακράτος, ενώ αν χρειαστεί είναι διατεθειμένοι να δράσουν, οι πιο γενναίοι από αυτούς, ως πολιτοφύλακες.

Υπάρχουν όμως και  οι λίγοι που ξέρουν πολύ καλά ότι «τα συστήματα δεν είναι ρυθμισμένα για να υποστηρίζουν τις ανθρώπινες ανάγκες. Αντίθετα η ανθρώπινη ύπαρξη [περιορίζεται ώστε να] ικανοποιεί τις ανάγκες του συστήματος». Οι λίγοι στον αριθμό που αποσκοπούν στην κατεδάφιση της εμπορευματικής κοινωνίας και την εγκαθίδρυση του βασιλείου της «τεμπελιάς». Αυτοί που μένουν ξάγρυπνοι στις κρύες νύκτες της μητρόπολης.

Το φαινόμενο είναι σε εξέλιξη και πρέπει να γνωρίζουν οι πολλοί  ότισυμφωνά με τους «νομούς του χάους», ακόμα και μια απειροελάχιστη διαταραχή των αρχικών συνθηκών του συστήματος, δύναται να οδηγήσει στην εμφάνιση του καινούργιου.