Η αλήθεια ποτέ δεν είναι ξεκάθαρη. Το κάθε υποκείμενο έχει διαφορετικούς τρόπους ερμηνείας και αφήγησης της πραγματικότητας που βιώνει. Πάραυτα οι αφηγήσεις έχουν ένα κοινό τόπο και αυτόν καλούμε λογική. Αν πατροπαράδοτα τα κέντρα εξουσίας προσπαθούν να χειραγωγήσουν τον τρόπο αφήγησης του υποκειμένου, τότε όταν το καταφέρνουν δε διαμορφώνουν μόνο κώδικες κοινής συμπεριφοράς αλλά και ένα κοινό κώδικα γλωσσικών σηματοδοτήσεων.
Η προσδοκία της εκάστοτε αρχής, όταν η ιδία προσπαθεί να διαμορφώσει την κοινωνική νοηματοδότηση, είναι οι προσταγές της να προφέρονται από τα κοινωνικά υποκείμενα πριν η ιδία να αρθρώσει λέξη.
Το ψεύδος, αυτός ο φιλελεύθερος τρόπος κοινωνικής χειραγώγησης, παρουσιαζόταν μέσα από τους μηχανισμούς της πολιτιστικής βιομηχανίας ως η μοναδική αλήθεια. Αργότερα η αλήθεια κατακερματίστηκε μέσα από το θέαμα όποτε δεν είχε πλέον σημασία τι λες αλλά πως το λες. Αυτή η κατακρήμνιση του περιεχομένου από τη μορφή είναι η πεμπτουσία του θεάματος.
Τελευταία όμως ακόμα και αυτοί οι μηχανισμοί έχουν αποκτήσει ύφη αυτοματισμού. Πλέον όλοι είναι ενήμεροι και κάνεις δε εμπιστεύεται κανένα. Με τη μονή διάφορα όμως, ότι δεν τον νοιάζει.
Η υπόθεση Παυλίδη παρουσιάζει κάτι εξωφρενικό. Δεν είχε σημασία να αποδείξουν την αθωότητα του. Αφού έτσι και αλλιώς ελάχιστοι πιστεύουν ότι οι καρεκλοκένταυροι δε χρηματίζονται. Το όλο παιχνίδι με τη βουλή θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν επικοινωνιακό. Αυτό όμως δεν ισχύει διότι δεν μπορούσε να πείσει κανένα.
Αν το κρίναμε με κριτήρια ορθολογικότητας θα λέγαμε ότι λειτούργησε εντελώς αντίθετα. Καθώς ο τηλεθεατής έχει βομβαρδιστεί με εικόνες σκάνδαλα όταν ακούει ότι κάποιος έκλεψε εκατομμύρια μένει απαθής.
Προφανώς το σύστημα είναι τόσο σίγουρο από τον εαυτό του που δε χρειάζεται πλέον το ψέμα. Απλά λέει την αλήθεια σε όλο το υπερβολικό της βαθμό.
Ωστόσο οι θεατρινισμοί που είδαμε στα κανάλια είναι επιβεβλημένοι. Οι ρόλοι παραμένουν ρόλοι. Ο Ρουσσόπουλος μπορεί να βγαίνει και να κάνει μαθήματα ηθικής όπως και το ΠΑΣΟΚ μαθήματα διαφάνειας. Οι ίδιοι το Δεκέμβρη ωρυόντουσαν και για τα πλιάτσικα. Αστείο σχεδόν, άμα κλέβεις εκατομμύρια είσαι δημόσιο πρόσωπο, άμα κλέβεις ένα laptop ένας ταπεινός κλέφτης.
Η ίδια η ζωή έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο θέατρο όπου θεατές και θεατρίνοι απλώς περιμένουν τη στιγμή να χειροκροτήσουν στο ίδιο έργο που είδαν χτες.
Οι ρόλοι είναι ίδιοι, η υπόθεση είναι ίδια, η σκηνοθεσία είναι η ίδια. Το μόνο που αλλάζει είναι η τιμή του εισιτηρίου. Κάθε μέρα ολοένα και μεγαλώνει.
Κάπου εκεί ηχούν τα λόγια ενός θεατρίνου προς τους θεατές:
«είμαι ένας ρόλος κοινός τετριμμένος και μπουφόνικος… πληρώνω ως αντίτιμο την εικόνα μου στους άλλους αλλά γι’ αυτούς πάντα θα είμαι ένας ξένος…»
Σημασία δεν έχει να μην επικροτήσουμε το έργο αλλά να αρνηθούμε το ίδιο το θέατρο που μετατράπηκε η ζωή μας…