Η ευγονική: ένας όρος που θα προτιμούσαν να εξοριστεί, να ξεχαστεί. Επειδή έχει δυσφημιστεί εξαιτίας της εφαρμογής της από το ναζιστικό καθεστώς.
Βεβαίως, δεν αποτελούσε εφεύρεση των ναζί.
Το 1870 ο Francis Galton, ξάδελφος του Δαρβίνου, θεμελιώνει την επιστήμη της γενετικής κληρονομιάς, την ευγονική (από τις ελληνικές λέξεις ευ: καλώς, ορθώς, και γένος), αντλώντας τα πρότυπά του από την εκτροφή των ζώων και την καλλιέργεια των φυτών.
Το πρώτο κύμα της ευγονικής, από την εμφάνισή της μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, απλώνεται σε όλες τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες και βρίσκει υποστηρικτές από ένα ευρύ φάσμα ιδεολογικών αντιλήψεων (από συντηρητικούς και φιλελεύθερους έως ορισμένες φεμινίστριες και σοσιαλιστές). Ευγονικές επιστημονικές εταιρείες αναπτύσσονται στη Βρεττανία, τις σκανδιναβικές χώρες, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Κοινές παραδοχές των ευγονιστών είναι ότι:
1. Υπάρχουν συγκεκριμένες διαφορές μεταξύ των ανθρώπων, και οι διαφορές αυτές έχουν τις ρίζες τους στην κληρονομικότητα.
2. Πρόκειται για διαφορές στην «ποιότητα», σε χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να ιεραρχηθούν σε καλά και κακά. Έτσι, κάποιοι άνθρωποι κρίνονται ως φυσιολογικοί, κάποιοι είναι καλύτεροι (πιο δυνατοί, πιο υγιείς, πιο έξυπνοι, πιο υπεύθυνοι κοινωνικά) – και κάποιοι είναι κατώτεροι.
3. Η αξία και η φυσιολογικότητα ενός ανθρώπου ορίζονται, εντέλει, με οικονομικά κριτήρια. Οι πλούσιοι και οι δημιουργικοί θεωρούνται «υψηλότερης αξίας», ενώ οι φτωχοί, οι εγκληματίες, όσοι υποφέρουν από κληρονομικά “ελαττώματα” θεωρούνται «κατώτερης αξίας».
Ο Αμερικανός ευγονιστής Harry Laughlin θα δηλώσει το 1913: «Η ευγονική είναι απλώς η εφαρμογή των επιχειρηματικών μεθόδων στην ανθρώπινη αναπαραγωγή».
Το παράδειγμα ΗΠΑ
Από τις αρχές του 20ού αιώνα και μέχρι τη δεκαετία του ’20, αποτελεί κεντρικό πολιτικό ζήτημα στις ΗΠΑ η μετανάστευση και τα συναφή με αυτήν προβλήματα του βιοτικού επιπέδου στις πόλεις και της έντασης των εργατικών αγώνων, που συχνά καταλήγουν σε βίαιες συγκρούσεις. Οι φωνές που ακούγονται για περιορισμό της μετανάστευσης έχουν συχνά “επιστημονικό” επίχρισμα και μιλούν για την “κατωτερότητα” των Πολωνών, Ιταλών, Ιρλανδών… Υπό την πίεση των οπαδών της ευγονικής, δεκαπέντε πολιτείες των ΗΠΑ, την περίοδο μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, θεσπίζουν νόμους για την υποχρεωτική στείρωση. Θα ακολουθήσουν άλλες δεκαπέντε πολιτείες μέχρι το 1931. Δεκάδες χιλιάδες πολίτες που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα, διανοητικά καθυστερημένοι, παιδιά τρόφιμοι των κρατικών ιδρυμάτων θα στειρωθούν χειρουργικά. Ένα νομοσχέδιο της πολιτείας Μισούρι θεσπίζει τη στείρωση εκείνων που «είχαν καταδικαστεί για φόνο, βιασμό, ληστεία του δρόμου, κλοπή ορνίθων, βομβιστική ενέργεια ή κλοπή αυτοκινήτων». Η ευγονική ιδεολογία θα δεχτεί ισχυρό πλήγμα από το οικονομικό κραχ του ’29, οπότε εκατομμύρια άνθρωποι ανεξαρτήτως φυλετικής καταγωγής θα βρεθούν σε κατάσταση έσχατης φτώχιας. Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία και η επιβολή εκτεταμένων ευγονικών πρακτικών θα συντελέσουν επίσης στην παρακμή του ευγονικού κινήματος στις ΗΠΑ.
Το παράδειγμα Γερμανία
Η ευγονική πολιτική του ναζιστικού καθεστώτος έχει συζητηθεί εκτενώς – και συχνά κρίνεται ως ένα μοναδικό, αποτρόπαιο γεγονός. Η ευγονική συνείδηση, ωστόσο, αναπτύσσεται στη Γερμανία ήδη πριν την κυριαρχία των ναζί, με την εδραίωση της σημασίας της κληρονομικότητας, τον στιγματισμό των “κατώτερων”, την επικράτηση των οικονομικών κριτηρίων στην αξιολόγηση της ανθρώπινης ύπαρξης, και βρίσκει, περιορισμένη έστω, εφαρμογή στην ψήφιση από ορισμένα ομόσπονδα κρατίδια νόμων για τη στείρωση όσων πάσχουν από κληρονομικά ή ψυχικά νοσήματα. Το έδαφος για την εφαρμογή της «φυλετικής υγιεινής» είναι εύφορο όταν έρχεται στην εξουσία το Τρίτο Ράιχ, και ένας από τους πρώτους νόμους του το 1933 «για την Υγεία και την Κληρονομικότητα» έχει ως αποτέλεσμα την υποχρεωτική στείρωση 400.000 ανθρώπων. Θα ακολουθήσουν οι νόμοι για τις ευγονικές εκτρώσεις (το 1935) και για την ευθανασία (το 1939, με αποτέλεσμα τη θανάτωση 70.000 ανθρώπων). Και, βεβαίως, τα μαζικά ευγονικά πειράματα στα στρατόπεδα εξόντωσης – κυρίως στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου. «[Α]ντίθετα με μια διαδεδομένη προκατάληψη, ο ναζισμός δεν περιορίστηκε απλώς να χρησιμοποιήσει και να διαστρεβλώσει προς όφελος των δικών του πολιτικών βλέψεων τις επιστημονικές έννοιες που είχε ανάγκη· η σχέση μεταξύ εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας και ανάπτυξης των κοινωνικών και βιολογικών επιστημών του καιρού εκείνου, ιδιαιτέρως της γενετικής, είναι περισσότερο μύχια και πολύπλοκη και, συνάμα, περισσότερο ανησυχητική. […] [Τ]ο εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ σηματοδοτεί τη στιγμή στην οποία η ενοποίηση ιατρικής και πολιτικής, που αποτελεί ένα από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της νεωτερικής βιοπολιτικής, αρχίζει να προσλαμβάνει την ολοκληρωμένη μορφή της. Το στοιχείο αυτό συνεπάγεται ότι η κυρίαρχη απόφαση περί γυμνής ζωής μετατοπίζεται από στενά πολιτικές επιταγές και σφαίρες σε ένα περισσότερο ασαφές πεδίο, όπου ο ιατρός και ο κυρίαρχος φαίνεται να ανταλλάσσουν ρόλους.»
Δεύτερο κύμα
Η ήττα των ναζί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο αποτροπιασμός για την πολιτική της «φυλετικής καθαρότητας» είχαν ως αποτέλεσμα την αμαύρωση του ονόματος της ευγονικής. Κανείς, πλέον, επιστήμονας ή πολιτικός δεν φαινόταν διατεθειμένος να την υπερασπιστεί – και οι φιλελεύθεροι έπρεπε επίσης να κρύψουν και να “ξεχάσουν” τη διάδοση της ευγονικής, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο, στις δημοκρατίες τους. Ωστόσο, οι βάσεις της επιστημονικής “λογικής” της δεν ξεχάστηκαν – και δεν είναι απαραίτητες οι συνωμοσιολογικού τύπου επισημάνσεις ότι τα πειράματα του Μένγκελε στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου, χρηματοδοτημένα από τα μεγάλα φαρμακευτικά εργαστήρια της IG Farben, συνεχίστηκαν, και Γερμανοί επιστήμονες, όπως και σε άλλους τομείς, πέρασαν στην υπηρεσία των συμμάχων. Προφανώς και έγιναν αυτά. Είναι όμως η ίδια η λογική του ανταγωνισμού, της κυριάρχησης επί της φύσης, της “ορθολογικής” διαχείρισης και του ελέγχου, η λογική της καπιταλιστικής αξίας που καθιστά στρατηγική επιλογή την ανάπτυξη μιας ευγονικής – έστω και χωρίς διακηρυγμένους ευγονιστές. Τη δεκαετία του 1950, τα ιδρύματα Κάρνεγκι και Ρόκφελλερ, που πριν τον πόλεμο ήταν από τους βασικούς χρηματοδότες των ευγονικών ερευνών στις ΗΠΑ, εισάγουν εφαρμογές των μαθηματικών και της φυσικής στη βιολογία και υποστηρίζουν την ανάπτυξη μιας νέας επιστήμης: της μοριακής βιολογίας. Κι αυτή με τη σειρά της θα οδηγήσει τη δεκαετία του 1970 στη γενετική μηχανική.
Θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι η ευγονική ετάφη οριστικά ύστερα από τη φρίκη του ολοκαυτώματος, ειδικά αν μόνο κριτήριο ήταν η συχνότητα με την οποία χρησιμοποιείται έκτοτε ο όρος. Αλλά αυτό το σενάριο αποδεικνύεται κάτι παραπάνω από ουτοπικό. Κατά τα λόγια του Jaques Testard “…το να μιλάς σήμερα για ευγονισμό ή για κοινωνική υγιεινή ή για ανθρώπινη επιλογή παραπέμπει κατευθείαν στο πρόσφατο ναζιστικό παρελθόν… Αρκεί όμως να βρεις καινούριες λέξεις για να υποδηλώσεις τον ευγονισμό και να κλείσεις το κτήνος σε ένα μαντρί δικαιωμάτων, ώστε να χάσει τα νύχια του και να ξαναγίνει εξημερώσιμο από τη δημοκρατία, για να ξαναβρεί τη θέση του και να γίνει και πάλι το αναπόφευκτο υποζύγιο της προόδου”. Ενώ λοιπόν ο όρος ευγονική εξαφανίστηκε από το λεξιλόγιο κάθε επιστήμονα που σεβόταν τον εαυτό του και φοβόταν την κοινωνική κατακραυγή, οι πρακτικές της συνέχισαν να υφίστανται κάτω από διαφορετικά ονόματα και μακριά από τα μάτια του “πολιτισμένου” κόσμου (ακριβέστερα, κάτω από την μύτη του εθελοτυφλούντος δυτικού κόσμου και πολλές φορές μέσα στα άδυτα των μεγαλουπόλεών του). Και, ω τι έκπληξη, τα πιο αδύναμα (από άποψη τάξης, φύλου και φυλής) στρώματα του πληθυσμού συνέχισαν να είναι ο στόχος.
Σύμφωνα με μια εργασία του Γραφείου του Πανεπιστήμιου του Princeton για τον έλεγχο του πληθυσμού, ως το 1970 είχε καταγραφεί η στείρωση του 20% των παντρεμένων νέγρων γυναικών και ένα ανάλογο ποσοστό των τσικάνος στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του σεμιναρίου μιας έρευνας του Sedavo, ως το 1976 είχε στειρωθεί το 24% των ινδιάνων γυναικών της Β. Αμερικής σε γόνιμη ηλικία. Στην Ιαπωνία ο νόμος περί ευγονικής προστασίας ψηφίστηκε το 1948 και μέχρι το 1956 στειρώθηκαν περίπου 300.000 άτομα (σε αυτά τα στοιχεία αναφέρεται και το 97%).
Αλλά το (συντριπτικά) μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας ανήκε στον λεγόμενο “Τρίτο Κόσμο”. H μαγική λέξη εδώ ήταν ο “υπερπληθυσμός”, η ”δημογραφική βόμβα”, δηλαδή αυτό το πλεόνασμα “άχρηστων” πληθυσμιακών κομματιών που η δυτική κυριαρχία δεν μπορούσε να απορροφήσει σαν (φτηνό και αναλώσιμο) εργατικό δυναμικό και η άμεση αντιμετώπισή του απαιτούσε τις πρακτικές της “αποτρόπαιας” ευγονικής. Η ορολογία δεν ήταν πια η ίδια, αλλά όροι όπως “δημογραφική πολιτική” ή αλλιώς “πληθυσμιακή πολιτική” έθεταν ακριβώς τους ίδιους στόχους: να ελέγξουν και να μειώσουν αυτά τα πληθυσμιακά κομμάτια που αποτελούσαν δυνάμει απειλή για τον “ανώτερο δυτικοκεντρικό πολιτισμό”.
Το 1962 ο ΟΗΕ διακήρυξε ότι το Νο 1 παγκόσμιο πρόβλημα είναι ο υπερπληθυσμός των υπανάπτυκτων χωρών… Ένας από τους όρους για τη δανειοδότηση των φτωχών κρατών ήταν πλέον η συμμόρφωση και η υιοθέτηση από μέρους τους μέτρων δημογραφικής πολιτικής, και η διάδοση-επιβολή της δημογραφικής πολιτικής που ασκούν οι διεθνείς οργανισμοί. Ειπωμένο ξεκάθαρα: οι φτωχές χώρες όφειλαν να μειώσουν δραστικά τον δείκτη γεννητικότητάς τους… Πέντε χρόνια μετά, η ανθρωπιστική βοήθεια είχε ήδη περιοριστεί μόνο σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών και λιμών και δινόταν πάντα μόνο υπό τον όρο ότι στον κόσμο που υποφέρει από πείνα θα δοθεί τροφή αν δεχτεί να στειρωθεί… Στο Μπαγκλαντές μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του Μαΐου του 1984, χορηγήθηκε ανθρωπιστική βοήθεια με την υποχρέωση να στειρωθούν όλες οι γυναίκες της περιοχής. Αποτέλεσμα ήταν να στειρωθεί το 80% των γυναικών. Εκτός βέβαια από την “ανθρωπιστική” στείρωση, οι γυναίκες του “Τρίτου Κόσμου” αποτέλεσαν τα επί έτη πειραματόζωα των αντισυλληπτικών φαρμάκων που στον “ανεπτυγμένο” κόσμο είχαν κριθεί ως επικίνδυνα και είτε απαγορεύονταν είτε προωθούνταν στα νοσοκομεία των φτωχογειτονιών, φάρμακα που αργότερα αποκαλύφτηκε ότι ήταν υπεύθυνα για μία σειρά τραγικών επιπτώσεων όπως δραματική απώλεια βάρους, βαριές αιμορραγίες, ανωμαλίες στον κύκλο, σοβαρές διαταραχές στο νευρικό σύστημα.
Είναι πλέον σαφές ότι οι πρακτικές της ευγονικής ποτέ δεν σταμάτησαν – αυτό που σταμάτησε ήταν η ανοιχτή και δημόσια χρήση του όρου και η υπεράσπισή της ως επιστήμη. Η ευγονική είχε υποστεί την δημόσια απονομιμοποίηση και άρα έπρεπε να δρα διά μέσου άλλων οδών. Τώρα οι ιθύνοντες θεωρούν ότι η ευγονική πρέπει σιγά σιγά να βγει από το παρασκήνιο, αλλά με διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Πρέπει να επανεισαχθεί σε αυτό το μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που μέχρι τώρα άφηνε εκτός. Και ο τρόπος για να το κάνει είναι να επανέλθει ως θετική ευγονική και φυσικά ως εμπόρευμα.
Από τον Herman J. Muller, (κομμουνιστή και βραβευμένο με Νόμπελ το ’46) που, ως προφήτης της “νέας ευγονικής”, ευαγγελιζόταν το 1936 μια “ευγονική της μελλοντικής κοινωνίας, απελευθερωμένη από τις παραδόσεις της κάστας, της δουλείας, της αποικιοκρατίας… [που θα είναι] αυθεντική και ριζοσπαστική”, όπου “…η επιλογή του γενετικού υλικού θα είναι εθελοντική” έτσι ώστε να προκύψουν τα “εκλεκτά παιδιά”, έως το 1985, οπότε “ο Kelves υποστηρίζει πειστικότατα ότι το κίνημα της ευγονικής, αφού κατέστη ανυπόληπτο ως κίνημα για κοινωνική βελτίωση, κυρίως λόγω του ακραίου ρατσισμού των Ναζί, μετατράπηκε σε κλινική γενετική του ανθρώπου, της οποίας ο στόχος δεν είναι να καλυτερεύσει την κοινωνία ως σύνολο, αλλά να παράσχει σε άτομα και οικογένειες διάγνωση, συμβουλευτική και θεραπείες ώστε να απαλύνει τα βάσανα κάθε ατόμου χωριστά”, η “εναλλακτική” “θετική” ευγονική μορφοποιούνταν σταδιακά σε μια ολοκληρωμένη θεωρία. Η τελευταία συνυπήρχε και επικαλυπτόταν από την επικρατούσα θεωρία της “αρνητικής” ευγονικής, και η κυριαρχία την έβγαλε από την αφάνεια, όταν της χρειάστηκε.
Από την ευγονική στον επιστημονισμό
Η πρόοδος και η κοινωνική ευταξία μπορούν να επιτευχθούν χάρη στην επιστήμη και την τεχνολογία. Όπως μπορούμε επιστημονικά να κυριαρχήσουμε επί της φύσης, έτσι μπορούμε να οργανώσουμε και να διαχειριστούμε και την κοινωνία. Αυτή την πίστη της νεωτερικότητας ότι η πρόοδος είναι αναπόφευκτη και επιθυμητή, προβάλλει ο δαρβινισμός στη φύση. Και η ευγονική, που προϋποθέτει τον δαρβινισμό, πάει ένα βήμα παραπέρα: Προτείνει τον άμεσο έλεγχο της ανθρώπινης αναπαραγωγής με επιστημονικούς, ορθολογικούς τρόπους. «Για τον σύγχρονο εκφυλισμό δεν φταίει το κοινωνικό περιβάλλον, αλλά η κακή κληρονομιά», λέει ο Γκάλτον, «κι αυτή πρέπει να ξεριζωθεί με τεχνικά μέσα».
Σ’ αυτόν τον “ορθολογικό” έλεγχο της ανθρώπινης αναπαραγωγής, προϋποτίθεται η καρτεσιανή θεώρηση του σώματος ως μηχανικού συστήματος.
Η καρτεσιανή σύλληψη του σώματος ως μηχανικού συστήματος στοιχειώνει τη δυτική επιστήμη. Το μοντέλο της μηχανής έχει πολλαπλή χρησιμότητα διότι είναι απλό και ευρέως κατανοητό· εξυπηρετεί τις πωλήσεις βιοπροϊόντων και βολεύει τον θεαματικό μηχανισμό προπαγάνδας: μπορεί να εντοπίζει ένα πρόβλημα, να ανακαλύπτει μία αιτία και να προβάλλει μία θεραπεία. Ευτυχώς, οι άνθρωποι είναι πολύ διαφορετικοί από τις μηχανές ή τα μηχανικά συστήματα, και οι κοινωνίες τους πολύ πιο πολύπλοκες και χαοτικές.
Η γενετική λαμβάνει συνεχώς ευγονικές αποφάσεις: αποφασίζει για το «ευ» – για το τι είναι καλό και τι είναι κακό, για το ποια γονίδια είναι καλά και ποια βλαβερά. Οι αποφάσεις αυτές είναι πολιτικές – και πρωτίστως πολιτική είναι η επιλογή να προωθηθεί η συγκεκριμένη τεχνολογία που επιτρέπει τη λήψη αυτών των αποφάσεων. Στην ανάδυση της νέας ευγονικής συναντώνται τα παλιά προβλήματα περί του «ευ» –περί του ποιος και πώς καθορίζει τι είναι καλό και τι κακό– με τα νέα προβλήματα του «γένους» – όπως αυτά αναδεικνύονται από τη δυνατότητα ξεπεράσματος της ενικότητας του ανθρώπινου είδους, τη δυνατότητα ανάπτυξης πληθυντικών ανθρωπίνων ειδών και τον απόλυτο ιεραρχικό διαχωρισμό τους.
Αν το πρώτο κύμα της ευγονικής στηριζόταν κυρίως στην επιβολή ευγονικών πολιτικών από το κράτος, το δεύτερό της κύμα στηρίζεται κατά βάση στην ελεύθερη αγορά: η νέα ευγονική αποτελεί μία καταναλωτική επιλογή. Διαφοροποιείται, επίσης, στο ζήτημα της «κληρονομιάς»: Ενώ το πρώτο κύμα της ευγονικής επεδίωκε τη διατήρηση και ενίσχυση ανθρώπινων φυλετικών χαρακτηριστικών, η νέα ευγονική προσβλέπει στον “εμπλουτισμό” με γενετικό υλικό από όλα τα έμβια όντα – ό,τι τα χρήματα κάποιου μπορούν να αγοράσουν. Αν μπορεί κανείς να έχει “ενισχυθεί” από γονίδια Ινδιάνων, Μαύρων ή και σκορπιών, ο φυλετικός ρατσισμός δεν έχει κανένα νόημα. Τη θέση του μπορεί να καταλάβει πλέον ένας, προφανώς ταξικός, υπερ-ρατσισμός που θα κατατάσσει τους ανθρώπους σε υπεράνθρωπους και υπάνθρωπους. Απαραίτητη, βέβαια, είναι η πίστη στην επιστήμη, τη νέα θρησκεία, η πίστη στην “ανωτερότητα” και την “κατωτερότητα”, και η παραδοχή ότι η απόκτησή τους είναι ζήτημα μιας “ορθολογικής”-επιστημονικής επέμβασης – η αποδοχή της αναγωγής στην ποσότητα.
Το τι θεωρεί «ποιοτικό» η νέα ευγονική διαμορφώνεται τόσο από επιστημονικούς όσο και από θεαματικούς μηχανισμούς. Παράδειγμα: όπως στην περίπτωση μιας γενετικά παρασκευασμένης αυξητικής ορμόνης για παιδιά που έπασχαν από νανισμό και η οποία, χάρη στη διαφήμιση των εταιρειών, τη βοήθεια γιατρών αλλά και τη συγκατάθεση των κρατικών θεσμών υγείας στις ΗΠΑ, έφτασε να κάνει πωλήσεις εκατομμυρίων δολαρίων και να απευθύνεται σε ένα ευρύ αγοραστικό κοινό παιδιών που δεν έπασχαν μεν από ανεπάρκεια αυξητικής ορμόνης, αλλά ήταν πιο κοντά από τα συνομήλικά τους – και “πείστηκαν” ότι αυτό δεν ήταν υγιές.
Αλλά και οι «παραδοσιακές αξίες» υπηρετούνται: βιομηχανία ευγονικών εκτρώσεων Ασιατών (που συχνά ταξιδεύουν γι’ αυτό το σκοπό σε χώρες της Δύσης) για την απόκτηση αρσενικών παιδιών.
Ακόμη, παρ’ ότι φαίνεται ότι οι θεαματικοί μηχανισμοί και οι οικονομικές επιταγές παίζουν τον πρώτο ρόλο στη νέα ευγονική, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την επιβολή της ευγονικής ως κρατική επιλογή: Κίνα: ένα παιδί ανά οικογένεια κι επίσης βρίσκεται σε εφαρμογή από το 1995 ένας ευγονικός νόμος που επιβάλλει την προγαμιαία ιατρική εξέταση για την εξακρίβωση γενετικών ασθενειών, μολυσματικών ασθενειών και σχετικών ψυχικών νοσημάτων. Αν διαπιστωθεί η ύπαρξή τους, απαγορεύεται ο γάμος, εκτός αν το ζευγάρι υποβληθεί σε στείρωση ή απόφραξη σαλπίγγων.
Η επιβολή της ευγονικής απαιτεί τη δημιουργία και ενίσχυση ευγονικής συνείδησης στον πληθυσμό (CAE – Osborn).
Έξοδος
Η ευγονική αποτελεί κεντρική βιοτεχνολογική εφαρμογή και βασικό εργαλείο βιοπολιτκού ελέγχου. Όπως γενικότερα η βιοτεχνολογία, υπόσχεται υγεία, μακροημέρευση και επιτυχία εντός του καπιταλιστικού πλαισίου. Και φυσικά «κλείνει το μάτι» στην ιδέα της αθανασίας – της υπέρβασης του θανάτου (και του φόβου του). Και μ’ αυτή την έννοια, υπόσχεται το εγελιανό «τέλος της ιστορίας», το ξεπέρασμα του ανθρώπινου χρόνου και της συνείδησής του, την επικράτηση ενός αιώνιου παρόντος. Ή, διαφορετικά διατυπωμένο, την υπέρβαση των κοινωνικών συγκρούσεων, αφού ο άνθρωπος στο πλαίσιό της αντιμετωπίζεται σαν ένα σύνολο «διορθώσιμων» γονιδίων.
Είναι λογικό να διατηρούμε επιφυλάξεις για την επιτυχία των σχεδίων της νέας ευγονικής. Ακόμη και σε καθαρά επιστημονικό επίπεδο, δεν είναι λίγες, και σίγουρα καθόλου αμελητέες, οι φωνές επιστημόνων που επισημαίνουν το μέγεθος της άγνοιας και την πληθώρα γνωσιολογικών ελλείψεων στα ερευνόμενα πεδία. Η σημερινή έρευνα, για παράδειγμα, δεν μπορεί να απαντήσει με ακρίβεια τι είναι και τι κάνει ένα γονίδιο. Παρ’ όλα αυτά, η big science προχωρά. Στα τυφλά; Ναι. Για τη δόξα και το χρήμα; Βεβαίως. Το γεγονός ότι το σχέδιό τους πιθανότατα θα αποτύχει, δεν μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους αν αναλογιστούμε τις συνέπειες.
Στη στρατηγική της νέας ευγονικής για την παραγωγή καπιταλιστικά λειτουργικών σωμάτων χρειάζεται να αντιτάξουμε τη δική μας στρατηγική. Βρισκόμαστε αναγκαστικά εντός του πεδίου της βιοπολιτικής, όπου ο έλεγχος των σωμάτων και ο έλεγχος των πληθυσμών είναι ένα και το αυτό αδιαίρετο σχέδιο: το δόγμα της ιατρικοποίησης είναι το δόγμα της ασφάλειας – και αντιστρόφως. Δεν αρκεί, λοιπόν, μονάχα ο κριτικός λόγος ενάντια στα καπιταλιστικά «ευ» – αν και προφανώς είναι απαραίτητος. Χρειάζεται να στοχαστούμε αλλά και να δημιουργήσουμε τους δικούς μας αντιθεσμούς – στην οικογένεια, στη σεξουαλικότητα, στην αντιμετώπιση της ασθένειας, στον τρόπο που βιώνουμε τη φθορά και το πέρασμα του χρόνου, στη στάση απέναντι στο θάνατο και τη ζωή.
http://blogs.espiv.net/koinostopos/archives/111